Πώς η κλιματική αλλαγή «κλέβει» την ανάσα - Τι λένε οι ειδικοί
«Κατά τη διάρκεια έντονων καιρικών φαινομένων υπάρχει η πιθανότητα οι εκτεθειμένοι να εμφανίσουν κυρίως κλινικά συμπτώματα από το αναπνευστικό σύστημα».
Ο ΠΟΥ υπολογίζει ότι μέχρι το 2050 οι θάνατοι από την κλιματική αλλαγή θα ξεπεράσουν τους 250.000 ετησίως, ενώ κάθε χρόνο περίπου 60.000 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές οφείλονται σε μαζικές φυσικές καταστροφές, με 38.000 να αφορούν θανάτους στην τρίτη ηλικία στα πλαίσια του φαινομένου υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Μόνο για την περιοχή της Μεσογείου, η αύξηση κατά μια θερμοκρασιακή μονάδα Κελσίου το έτος θα επιφέρει αύξηση κατά 3.12% των συνολικών θανάτων».
Οι δραματικές επισημάνσεις ανήκουν στην πνευμονολόγο-φυματιολόγο δρ Σταματούλα Τσικρικά, πρόεδρο της Ομάδας Προαγωγής Υγείας, Ιατρικής Εκπαίδευσης και Διακοπής Καπνίσματος της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας, και πρόεδρο της Ένωσης Πνευμονολόγων Ελλάδας, η οποία σε συνέντευξη της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και στην Τάνια Μαντουβάλου φωτίζει διεξοδικά τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στον ανθρώπινο οργανισμό, που όπως λέει, δεν αποτελούν σύγχρονη γνώση.
«Ο πατέρας της Ιατρικής, ο Ιπποκράτης με το σύγγραμμα "Περί ανέμων, υδάτων και τόπων" ανέλυε από πολύ νωρίς τους τρόπους επίδρασης των ατμοσφαιρικών ρύπων και μεταβολών στον άνθρωπο, καθώς και τις σοβαρές ασθένειες, τις οποίες προκαλούν. Διανύοντας τους πρώτους μήνες του έτους και λίγο πριν την έλευση του καλοκαιριού, οι χώρες της γηραιάς ηπείρου υπό την ομηρία γεωπολιτικών αναταράξεων, βιώνουν μια πρωτόγνωρη πρόκληση τόσο ενεργειακών αποθεμάτων όσο και θερμοκρασιακών μεταβολών. Επιπρόσθετα, η ταυτόχρονη ύπαρξη εναλλασσόμενων ακραίων μετεωρολογικών φαινομένων απότοκων της εδραιωμένης κλιματικής αλλαγής, φαίνεται να διαμορφώνει ένα νεοσύστατο κλιματικό σύστημα στον πλανήτη όπου οι ακραίοι καύσωνες, οι σαρωτικές καταιγίδες και οι θυελλώδεις άνεμοι θα οδηγήσουν σε σημαντικές κοινωνικές και υγειονομικές αλλαγές του τρόπου ζωής όλων μας».
Περισσότερες από 4.000.000 νέες περιπτώσεις παιδιών με άσθμα διαγιγνώσκονται ετησίως λόγω ατμοσφαιρικής ρύπανσης
Σύμφωνα με την πρόεδρο της Ένωσης Πνευμονολόγων Ελλάδας, διεθνείς φορείς όπως η Πανευρωπαϊκή Πνευμονολογική Εταιρεία αναφέρουν ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση, η κλιματική αλλαγή, οι απότομες θερμοκρασιακές μεταβολές, οι διακυμάνσεις υγρασίας, καθώς και οι αερομεταφορές αλλεργιογόνων αποτελούν τους κυριότερους εκλυτικούς παράγοντες αύξησης των ποσοστών εμφάνισης παροξύνσεων βρογχικού άσθματος και χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας (ΧΑΠ). «Περισσότερες από 4.000.000. νέες περιπτώσεις παιδιών με άσθμα διαγιγνώσκονται κάθε έτος οφειλόμενο στην ατμοσφαιρική ρύπανση γεγονός που προκαλεί ιδιαίτερη επιβάρυνση τόσο στην ποιότητα ζωής όσο και στα συστήματα υγείας. Ένα από τα πλέον απτά παραδείγματα, ήταν αυτό του απόκοσμου τοπίου της αφρικανικής σκόνης που έπληξε την χώρα μας τις τελευταίες ημέρες και οδήγησε αρκετά άτομα προς αναζήτηση επείγουσας ιατρικής φροντίδας και συμβουλής λόγω της αποπνικτικής ατμόσφαιρας».
Τα δεδομένα επιστημονικών ερευνών για τις προεκτάσεις της κλιματικής αλλαγής και της καταστροφής του περιβάλλοντος στον σύγχρονο τρόπο διαβίωσης είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά και κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου εδώ και πολλές δεκαετίες, προμηνύοντας απρόσμενες γεωπολιτικές, πολιτικές, πολιτιστικές και οικονομικές αλλαγές, αναφέρει η Δρ Τσικρικά. Για να επισημάνει στη συνέχεια, ότι «θα πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι όσο μεγαλύτερες διαστάσεις θα λαμβάνει το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής τόσο πιο ξεκάθαρο θα γίνεται το γεγονός ότι η παγκόσμια κοινότητα θα απασχοληθεί από την ανάδυση νέων λοιμωδών στελεχών ή επανεμφάνισης ξεχασμένων μικροργανισμών με ανυπολόγιστες επιπτώσεις στο ανθρώπινο είδος». Έχει αποδειχθεί επιστημονικά, λέει η διακεκριμένη πνευμονολόγος, ότι η συνεχιζόμενη απώλεια της βιοποικιλότητας των ειδών και η βίαιη διείσδυση στο μικροπεριβάλλον των φυσικών οικοτόπων θα δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες για μεταφορά γενετικού υλικού ανάμεσα στα είδη και πιθανά την εμφάνιση πανδημιών, στις οποίες ο άνθρωπος δεν έχει προηγούμενη έκθεση και κατά συνέπεια και την απαιτούμενη ανοσία, όπως συνέβη με τον κορονοϊό.
Ποιοι καταγράφουν τα υψηλότερα ποσοστά νόσησης και θνησιμότητας
«Κατά τη διάρκεια έντονων καιρικών φαινομένων υπάρχει η πιθανότητα οι εκτεθειμένοι να εμφανίσουν κυρίως κλινικά συμπτώματα από το αναπνευστικό σύστημα όπως για παράδειγμα, δύσπνοια, έντονο και επίμονο βήχα με αυξημένα πτύελα, δυσφορία στο στήθος ή θωρακικό άλγος, ενώ δύναται να εμφανιστεί ερεθισμός στα μάτια, δακρύρροια, βράχνιασμα φωνής ή ακόμα και ζάλη ή σύγχυση. Αν κανείς δεν είναι αλώβητος από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, δηλαδή ομάδες πληθυσμού όπως τα παιδιά, οι ασθενείς με χαμηλή άμυνα του ανοσοποιητικού συστήματος, καθώς και οι πάσχοντες από χρόνια μεταβολικά νοσήματα, καρδιαγγειακά και αναπνευστικά νοσήματα, θα καταγράψουν τα υψηλότερα ποσοστά νόσησης και θνησιμότητας. Ιδιαίτερα προσεκτικά, θα πρέπει να είναι τα άτομα που ανήκουν σε αυτές τις ευάλωτες ομάδες. Σε περιόδους με απότομες ατμοσφαιρικές αλλαγές, έχει καταγραφεί ακόμα και επιδείνωση των χρόνιων αυτών νοσημάτων, όπου η παρόξυνση και η επιβάρυνση της πορείας της πάθησης καταγράφεται σε τόσο μεγάλο βαθμό που δύναται οι ασθενείς να καταλήξουν στο νοσοκομείο προς λήψη επείγουσας αγωγής». Η κ. Τσικρικά αναφερόμενη ειδικά σε ασθενείς που πάσχουν από Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) και βρογχικό άσθμα, τονίζει ότι συνιστάται να παραμείνουν σε κλειστούς χώρους χωρίς τη χρήση θερμαντικών μέσων ατελούς καύσης, και να αποφεύγουν τις άσκοπες μετακινήσεις σε εξωτερικό περιβάλλον. «Επιπρόσθετα, θα πρέπει να βρίσκονται σε συνεχή επαφή με τον πνευμονολόγο τους για πιθανή τροποποίηση της εισπνεόμενης αγωγής και να ακολουθούν συγκεκριμένες οδηγίες του θεράποντα. Η διατήρηση ενός υψηλού επιπέδου αναπνευστικής υγείας, είναι ιδιαίτερα σημαντική για τους ασθενείς με χρόνια αναπνευστικά νοσήματα, οι οποίοι θα πρέπει να εκτιμώνται και να αξιολογούνται τακτικά από τους πνευμονολόγους, αφού η πιθανή καθυστέρηση ή η παράλειψη της επίσκεψής τους στον γιατρό τους μπορεί να οδηγήσει σε επιβάρυνση και μη αναστρεπτή βλάβη». Αν και με διαδρομή χιλιετιών το ρητό του Ιπποκράτη «κάλλιο προλαμβάνειν παρά θεραπεύειν», παραμένει πιο επίκαιρο από ποτέ, καταλήγει η πρόεδρος της Ένωσης Πνευμονολόγων Ελλάδα Δρ Σταματούλα Τσικρικά.