Οι εκλογές ανεβάζουν στα ύψη τις προσδοκίες των αγορών

Φωτο: Shutterstock

Θετικής υποδοχής από το Χρηματιστήριο και την αγορά ομολόγων, με αναθέρμανση των προσδοκιών για σημαντική βελτίωση του επενδυτικού περιβάλλοντος, αναμένεται να τύχει η θεαματική επιτάχυνση των πολιτικών εξελίξεων, με την προκήρυξη εθνικών εκλογών, πιθανότατα στις 30 Ιουνίου, αμέσως μετά τη νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις ευρωεκλογές με διαφορά – έκπληξη, που ξεπέρασε τις 9 ποσοστιαίες μονάδες.

Κοινή πεποίθηση των παραγόντων της επενδυτικής κοινότητας πριν ακόμη ανοίξουν οι κάλπες των ευρωεκλογών ήταν ότι, σε αντίθεση με ό,τι ίσχυε στο παρελθόν, η επόμενη εκλογική αναμέτρηση δεν αποτελούσε απειλή για τις αγορές αλλά ευκαιρία. Μια κυβερνητική αλλαγή, με τη Νέα Δημοκρατία να αναλαμβάνει την ευθύνη της διακυβέρνησης, αναμενόταν ότι θα έφερνε την οικονομική πολιτική σε κατευθύνσεις περισσότερο φιλικές προς τον ιδιωτικό τομέα, με ελάφρυνση της φορολογίας και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, που θα τονώσουν την ανάπτυξη.

Μέχρι χθες, το βασικό σενάριο των αγορών προέβλεπε ότι η κυβερνητική αλλαγή στην Ελλάδα θα ερχόταν τον Οκτώβριο. Οι ευρωεκλογές αλλάζουν εντυπωσιακά τα δεδομένα, καθώς:

  1. Φέρνουν τις εθνικές εκλογές ένα τρίμηνο νωρίτερα, κάτι που σημαίνει ότι όσοι θέλουν να «παίξουν το στοίχημα» της κυβερνητικής αλλαγής και των όσων αυτή μπορεί να συνεπάγεται δεν έχουν άλλα περιθώρια αναμονής, αλλά θα πρέπει να κινηθούν άμεσα.
  2. Αφήνουν ελάχιστα περιθώρια αμφισβήτησης του αποτελέσματος, καθώς η μεγάλη διαφορά υπέρ της Νέας Δημοκρατίας είναι πολύ δύσκολο να ανατραπεί. Αντίθετα, το γεγονός ότι η ΝΔ ξεπέρασε το 33% και έχει την προοπτική να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο ως τις εκλογές, καθώς ευνοείται από τη δυναμική της χθεσινής ευρείας νίκης, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχει πλέον αυξημένες πιθανότητες να κατακτήσει την αυτοδυναμία και να σχηματίσει μια σταθερή κυβέρνηση.

Η αναγγελία της προσφυγής στις κάλπες από τον πρωθυπουργό δημιουργεί νέα δεδομένα και σε σχέση με το βασικότερο πρόβλημα που εντόπιζαν το τελευταίο διάστημα οι αναλυτές στην ελληνική οικονομία: την αλλαγή κατεύθυνσης της οικονομικής πολιτικής προς τις παροχές και ελαφρύνσεις, με κίνδυνο να υπάρξει τον Ιούνιο μια πολύ σοβαρή σύγκρουση της κυβέρνησης με το Eurogroup.

Οι εκλογές δεν αλλάζουν την πρόθεση των ευρωπαϊκών θεσμών να διαπιστώσουν τους κινδύνους που απορρέουν από τις παροχές για την επίτευξη του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα. Αυτό θα γίνει με την έκθεση της Κομισιόν, που θα κατατεθεί στο Eurogroup στις 5 Ιουνίου και θα συζητηθεί από τους υπουργούς Οικονομικών της ευρωζώνης στις 13 του μήνα.

Όμως, αυτό που αλλάζει είναι το πολιτικό πλαίσιο της συζήτησης. Οι άγραφοι κανόνες της Ευρώπης ορίζουν ότι μια πολύ σοβαρή συζήτηση για την οικονομική πολιτική, η οποία αφορά και τον ακρογωνιαίο λίθο της, δηλαδή το στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα, δεν μπορεί να γίνει σε προεκλογική περίοδο, με μια κυβέρνηση που ύστερα από λίγες εβδομάδες θα έχει παραδώσει τη σκυτάλη σε επόμενο κυβερνητικό σχήμα, το οποίο θα συγκροτηθεί από τη σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση.

Με αυτά τα δεδομένα, η σύγκρουση του Eurogroup με την Αθήνα αναμένεται ότι θα «παγώσει» μέχρι την ανάδειξη της επόμενης κυβέρνησης στην Ελλάδα. Οι παράγοντες των αγορών δεν φοβούνται ότι θα υπάρξουν δυσάρεστες εκπλήξεις από αυτή τη διαπραγμάτευση, αφού η Νέα Δημοκρατία έχει ξεκαθαρίσει ότι, ενώ επιθυμεί τη διαφοροποίηση των ασφυκτικών δημοσιονομικών στόχων, δεν πρόκειται να κινηθεί επιθετικά σε αυτή την κατεύθυνση, αλλά θα ζητήσει τη μείωση των στόχων για το πλεόνασμα όταν θα έχει δώσει δείγματα γραφής στις Βρυξέλλες και θα έχει κατοχυρώσει την αξιοπιστία της.

Έτσι, έχει οριστικά «σβήσει» το χειρότερο σενάριο που είχαν οι παράγοντες των αγορών για την περίοδο μετά τις ευρωεκλογές: να περάσει το επόμενο τρίμηνο με την κυβέρνηση να βρίσκεται σε διαρκή αντιπαράθεση με τις Βρυξέλλες για τα δημοσιονομικά και να μπαίνει στον πειρασμό για νέες παροχές και ελαφρύνσεις, ώστε να βελτιώσει τη θέση της στις εκλογές του Οκτωβρίου. Αν επιβεβαιωνόταν αυτό το σενάριο, ο κλονισμός του επενδυτικού κλίματος θα ήταν βέβαιος και αρκετά σοβαρός.

Τις προσδοκίες που δημιουργεί στους επενδυτές διεθνώς μια κυβερνητική αλλαγή στην Ελλάδα έχουν εκφράσει σημαντικοί παράγοντες πριν ακόμη γίνει γνωστό το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών.

Στην τελευταία έκθεσή της για τις τραπεζικές μετοχές, η UBS τόνιζε ότι υπάρχει περιθώριο περαιτέρω βελτίωσης του μακροοικονομικού περιβάλλοντος, αν μια νέα κυβέρνηση αναζωογονήσει την ατζέντα των μεταρρυθμίσεων.

Ο επικεφαλής της Fairfax, Πρεμ Γουάτσα, που έχει επενδύσει μεγάλα ποσά στην Eurobank, τόνισε στο “Bloomberg” πριν από λίγες ημέρες ότι η Ελλάδα «έχει περάσει μια πολύ δύσκολη εποχή και έχει μπροστά της εκλογές. Πιστεύω ότι εάν η χώρα ακολουθήσει πολιτική φιλική προς τις επιχειρήσεις, κάτι που πιθανότατα θα γίνει, τα οφέλη θα είναι πολύ μεγάλα».

Αξιολογώντας τους παράγοντες που εξηγούν το ράλι των τραπεζικών μετοχών, η Wood είχε τονίσει πρόσφατα τη σημασία των επερχόμενων θετικών πολιτικών εξελίξεων: «Η Ελλάδα έχει περιορισμένο πολιτικό κίνδυνο, καθώς τόσο η κυβέρνηση, όσο και η αντιπολίτευση υποστηρίζουν τη σημερινή κατεύθυνση της οικονομικής πολιτικής. Επιπλέον, το κόμμα της αντιπολίτευσης, η Νέα Δημοκρατία, έχει μεγάλη διαφορά στις δημοσκοπήσεις και υπόσχεται να υιοθετήσει μια ατζέντα φιλική προς τις αγορές (μείωση φόρων, ενίσχυση των ξένων επενδύσεων, πιο αποτελεσματικός δημόσιος τομέας κ.α.). Οι εκλογές είναι πιθανό να γίνουν τον Οκτώβριο, εκτός αν ο πρωθυπουργός αποφασίσει να τις προκηρύξει πρόωρα και θα υποστηρίξουν περαιτέρω το επενδυτικό κλίμα».

Ο Μάνος Χατζηδάκης, αναλυτής της Beta, τόνιζε πριν ανοίξουν οι κάλπες των ευρωεκλογών ότι «η χρηματιστηριακή αγορά αναμένει να τιμολογήσει το αποτέλεσμα που θα προκύψει το βράδυ της Κυριακής.

Η ως τώρα πορεία της αγοράς συνδέθηκε με την καλή εικόνα που παρουσιάζουν από την αρχή της χρονιάς τα spreads δανεισμού της χώρας, με την συνεπή εκτέλεση του προϋπολογισμού και την δυναμική της τετραετίας που φαίνεται να εξασφαλίζει το κόμμα που θα καταφέρει να έχει αυτοδύναμη παρουσία στην Βουλή.

Σε αυτή την πορεία στο επίκεντρο βρέθηκαν οι τραπεζικοί τίτλοι, ο κλάδος ο οποίος έχει διαχρονικά το ισχυρότερο αποτύπωμα διακυμάνσεων στις πολιτικές εξελίξεις. Η επόμενη ημέρα ανήκει στον τραπεζικό κλάδο, εκεί θα ενταθεί η τιμολόγηση των προσδοκιών για τις εθνικές εκλογές ενώ σε δεύτερο πλάνο θα μπουν μετοχές που η επιχειρηματική στρατηγική εμπεριέχει τον πολιτικό παράγοντα (ΔΕΗ, ΑΔΜΗΕ) ή βρίσκονται στο μεταίχμιο κομβικών επιχειρηματικών εξελίξεων που συναρτώνται από κανονιστικές αποφάσεις και νομοθεσία (Lamda Development, Κατασκευές κλπ)».

Οι διαχειριστές κεφαλαίων που τοποθετούνται στην αγορά ομολόγων είναι σαφές ότι βλέπουν τις εθνικές εκλογές ως ευκαιρία και όχι ως απειλή. Η απόδοση του 10ετούς ομολόγου.

Η απόδοση του 10ετούς ομολόγου είχε υποχωρήσει κάτω και από το 3,30% στα τέλη Απριλίου, αλλά ανέβηκε ως το 3,568%, στα μέσα Μαΐου, λόγω των παροχών και των ανησυχιών των Ευρωπαίων για δημοσιονομικό εκτροχιασμό, που οδήγησαν, σε συνδυασμό και με διεθνείς παράγοντες, σε αναβολή της έκδοσης νέων τίτλων από την Αθήνα. Την Παρασκευή, η απόδοση του 10ετούς βρισκόταν στο 3,389%, αρκετά πάνω από τα χαμηλά του Απριλίου.

Η τιμολόγηση των ομολόγων, με βάση τις προσδοκίες που δημιουργεί η πιθανή κυβερνητική αλλαγή, επηρεάζεται θετικά. Όπως δηλώνει στους “Financial Times” ο Σίμους Μακ Γκόρεν, διαχειριστής χαρτοφυλακίου ομολόγων της JP Morgan Asset Management, «κατά κανόνα στους επενδυτές δεν αρέσουν οι εκλογές, αλλά σε αυτή την περίπτωση έχεις να διαλέξεις ανάμεσα σε αυτή την κυβέρνηση, που έχει αποδώσει σύμφωνα με τις προσδοκίες, ή στην αντιπολίτευση, που είναι πιο φιλική προς τις επιχειρήσεις. Συνεπώς, έχουμε μπροστά μας μια δυνατότητα ανόδου και όχι πτώσης».

ΣΧΕΤΙΚΑ