Ελλάς, περήφανα, συρρικνούμενη

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα χειρότερα της κρίσης βρίσκονται πίσω μας. Η έντονη πολιτική αστάθεια, οι βίαιες αντιδράσεις, η βύθιση της οικονομίας, η κατακόρυφη αύξηση της ανεργίας – όλα όσα μονοπώλησαν το ενδιαφέρον τα προηγούμενα χρόνια τείνουν να ξεχαστούν.

Δεν ακούμε πια για τον κίνδυνο άτακτης χρεοκοπίας, για Grexit ή άλλες μαύρες προφητείες περί αναπόδραστης καταστροφής.

Ακόμα περισσότερο υπάρχουν σαφή σημάδια βελτίωσης στην οικονομία και το τραπεζικό σύστημα. Η κατάσταση, το γενικότερο περιβάλλον, κάπως βελτιώνονται.

Αρκούν όμως αυτά για να πανηγυρίζουμε όπως κάνει, χωρίς καν αφορμή τις περισσότερες φορές, η κυβέρνηση;

Σίγουρα όχι.

Η χώρα βίωσε μια κρίση που δεν έχει προηγούμενο σε καιρό ειρήνης. Το μέγεθος και το εύρος της κρίσης μπορούν να συγκριθούν μόνο με την Μεγάλη Ύφεση στις ΗΠΑ το 1928 και από το 2008 και μετά η χώρα μετρά χαμένες ευκαιρίες. Δεν κατάφερε να πετύχει ούτε μια ας πούμε τεχνική ανάκαμψη - αντίδραση στην αφύσικη υποχώρηση του ΑΕΠ κατά 25%. Αυτό για το οποίο πανυγηρίζουμε είναι μια αναιμική ανάκαμψη.

Δεν έχει γίνει κατανοητό ότι η χώρα έχασε μια δεκαετία κυνηγώντας Ζάππεια, επαναδιαπραγματεύσεις και αυταπάτες. Ότι όταν η ΕΚΤ μοίραζε χρήματα, μέσω της ποσοτικής χαλάρωσης, εμείς κυνηγούσαμε την ουρά μας, ότι όσο η Ευρώπη και οι περισσότερες οικονομίες στον κόσμο αναπτύσσονταν με υψηλές ταχύτητες εμείς βράζαμε στο ζουμί μας.

Δεν έχουμε συνειδητοποιήσει το πόσο έδαφος χάσαμε τα προηγούμενα χρόνια, το πόσο χρόνο σπαταλησαμε ανοήτως και το πόσο οι άλλοι γύρω μας έχουν προχωρήσει μπροστά.

Χθες, ανακοινώθηκε χωρίς να προκαλέσει καμία αίσθηση, ότι από 1ης Ιανουαρίου 2019 τα μερίδια συμμετοχή της Τράπεζας της Ελλάδος στο ευρωσύστημα, δηλαδή την ΕΚΤ, θα περιοριστούν στο 1,7292% έναντι 2,0332% που ήταν μέχρι τώρα.

Τι αποτυπώνει αυτή η κατα τα άλλα τεχνική μεταβολή; Τη θλιβερή συρρίκνωση της χώρας.

Μια συρρίκνωση που έχει πια μόνιμα χαρακτηριστικά. Τα μερίδια συμμετοχής των εθνικών κεντρικών τραπεζών στο κεφάλαιο της ΕΚΤ σταθμίζονται, σε ίση αναλογία, σύμφωνα με τα μερίδια συμμετοχής των αντίστοιχων κρατών-μελών στον συνολικό πληθυσμό και στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

g.papadogiannis@economistas.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ