Το θαύμα των φαρμακείων: Μέσα στην κρίση... αυξήθηκαν

Το γεωγραφικό ανάγλυφο της ελληνικής επικράτειας σε συνδυασμό με το ονομαστικά υψηλό περιθώριο κέρδους των φαρμακευτικών προϊόντων έχει δημιουργήσει ένα ιδιαίτερο φαινόμενο ανάπτυξης φαρμακείων στη χώρα, με τον αριθμό τους να θεωρείται ιδιαίτερα υψηλό σε σχέση με τον πληθυσμό.

Η έκδοση του ΙΟΒΕ «Η Φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα: Γεγονότα & Στοιχεία 2018» υιοθετώντας τις επίσημες μετρήσεις της ΕΛΣΤΑΤ, σημειώνει ότι ο αριθμός των φαρμακείων που αναλογούν ανά 100.000 πολίτες στην Ελλάδα είναι υπετριπλάσιος του μέσου όρου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 28.

Ένας παράγοντας που θεωρείται ότι αποτελεί ισχυρό κίνητρο για το άνοιγμα φαρμακείου αποτελεί το περιθώριο κέρδους. Το θεσμοθετημένο μικτό περιθώριο κέρδους των φαρμακοποιών για συνταγογραφούμενα φάρμακα μέχρι την τιμή των 50 ευρώ είναι 30%.

Τα σκευάσματα αυτά είναι η συντριπτική πλειοψηφία αυτών που διακινούνται από τα ιδιωτικά φαρμακεία (υπολογίζεται ότι είναι το 97%). Βέβαια σύμφωνα με τους φαρμακοποιούς αν αφαιρεθούν τα έξοδα γα τη συντήρηση ενός φαρμακείου σε συνδυασμό με τους μισθούς που πληρώνονται, το καθαρό περιθώριο υποχωρεί χαμηλότερα από 18%.

Την ίδια στιγμή το περιθώριο για τα μη συνταγόγραφούμενα φάρμακα είναι 35%, όπως επίσης και για τα φάρμακα που ανήκουν στην «αρνητική λίστα» δηλαδή για να τα δώσει ο φαρμακοποιός θα πρέπει να υπάρχει συνταγή γιατρού, αλλά το κόστος θα το καλύψει όλο ο ασθενής.

Ένα ακόμη στοιχείο που έχει ευνοήσει την ανάπτυξη του δικτύου των φαρμακείων είναι και το γεγονός ότι αποτελούν και άτυπα μονάδα πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας. Πολλοί πολίτες, ιδιαίτερα σε απομακρυσμένες περιοχές συμβουλεύονται τους φαρμακοποιούς για θέματα υγείας και επίσης το μεγαλύτερο μέρος των εμβολιασμών του πληθυσμού –ειδικά για τη γρίπη- γίνεται στα φαρμακεία. Μάλιστα η συγκεκριμένη διαδικασία πρόσφατα θεσμοθετήθηκε και υπάρχει νόμος που δίνει το δικαίωμα αυτό στους φαρμακοποιούς.

Σχετικά με την πυκνότητα των φαρμακείων στην Ελλάδα, με βάση την ΕΛΣΤΑΤ αντιστοιχούν 97 φαρμακεία ανά 100.000 κατοίκους για το 2017, όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος στην ΕΕ28 είναι 31 φαρμακεία ανά 100.000 κατοίκους. Μάλιστα η επόμενη χώρα με υψηλή πυκνότητα απέχει παρασάγγας από την Ελλάδα και είναι η Κύπρος με 55 φαρμακεία ανά 100.000 κατοίκους και ακολουθούν η Μάλτα και η Βουλγαρία με 51.

Μπορεί λοιπόν η εγχώρια αγορά φαρμάκων από τα δίκτυα των φαρμακαποθηκών και φαρμακείων από τα 7 (και πλέον) δισ. ευρώ του 2009 που ήταν το ανώτερο επίπεδο, να υποχώρησε το 2018, σύμφωνα με εκτιμήσεις, στα περίπου 4-4,1 δισ. ευρώ, όμως αυτή η μείωση, σε ποσοστό που ξεπερνά το 40%, δεν φαίνεται να επηρέασε την επιχειρηματικότητα στον κλάδο της διανομής φαρμάκων.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, κατά το έτος 2017 λειτούργησαν 10.420 φαρμακεία στο σύνολο της χώρας, εκ των οποίων τα 3.722 (35,7%) στην Περιφέρεια Αττικής. Αξίζει να αναφέρουμε ακόμη ότι το ξέσπασμα της κρίσης στην Ελλάδα συνοδεύτηκε με... αύξηση των ελληνικών φαρμακείων.

Ειδικότερα, το 2010 τα φαρμακεία έσπασαν ανοδικά το φράγμα των 10.000, φτάνοντας στον υψηλότερο αριθμό τους τα 10.506 το 2014. Στη συνέχεια υπήρξε μείωση το 2015 στα 10.362 και σταδιακά κινούνται και πάλι προς τα πάνω.

Η ΕΛΣΤΑΤ συνέλεξε από τον Πανελλήνιο Φαρμακευτικό Σύλλογο στοιχεία για τον αριθμό των φαρμακοποιών (απασχολούμενων σε φαρμακεία) με έτος αναφοράς το έτος 2017, σύμφωνα με τα οποία 11.251 φαρμακοποιοί εργάστηκαν στο συγκεκριμένο δίκτυο συνολικά.

Όπως επισημαίνεται σε πρόσφατη μελέτη της η ICAP η συντριπτική πλειονότητα των φαρμακείων αφορά σε μεμονωμένα / ανεξάρτητα καταστήματα. Το 55% εξ αυτών είναι ομόρρυθμες εταιρείες, το 37% ατομικές επιχειρήσεις, ενώ το 8% αφορά ετερόρρυθμες εταιρείες.

Υπενθυμίζεται ότι ο νόμος 4509/2017 επέφερε αλλαγές στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των φαρμακείων, επαναφέροντας παλαιότερη υπουργική απόφαση η οποία επέτρεπε την ίδρυση φαρμακείου σε μη φαρμακοποιούς, με το Συμβούλιο της Επικρατείας να έχει θεωρήσει ότι το σκεπτικό της ήταν αντισυνταγματικό. Παρόλ΄ αυτά ακόμη δεν υπάρχει ανάπτυξη αλυσίδων στον κλάδο και επί της ουσίας διατηρείται το καθεστώς τα φαρμακεία να ανήκουν σε φαρμακοποιούς.

Να σημειωθεί ακόμη ότι η ραγδαία αύξηση της χρήσης του διαδικτύου για την πραγματοποίηση αγορών οδήγησε ορισμένα φαρμακεία στη σύσταση ηλεκτρονικού καταστήματος (ηλεκτρονικά φαρμακεία) προκειμένου να ενισχύσουν τα έσοδά τους.

Οι εν λόγω επιχειρήσεις έχουν πολλαπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια, καθώς εμφανίζουν σημαντική ενίσχυση των πωλήσεών τους, ως αποτέλεσμα τόσο της αυξανόμενης τάσης για αγορές μέσω διαδικτύου όσο και των σημαντικών εκπτώσεων / προσφορών που πραγματοποιούν.

Επισημαίνεται ακόμη ότι η πλειονότητα των εγχώριων φαρμακείων δίνει βάρος στην προώθηση και διάθεση παραφαρμάκων (ιδιαίτερα συμπληρωμάτων διατροφής κ.λπ.) και καλλυντικών, με στόχο την αύξηση του ποσοστού των κατηγοριών αυτών επί των συνολικών πωλήσεών τους, επιδιώκοντας αφενός μεν αύξηση πωλήσεων, αφετέρου δε ενίσχυση της κερδοφορίας.

ΣΧΕΤΙΚΑ