Σπίρτζης κατά Beat στη δίκη περί φοροδιαφυγής

Ξεκάθαρη θέση υπέρ του Θύμιου Λυμπερόπουλου πήρε ο Χρήστος Σπίρτζης στην εκδίκαση αγωγής που έχει καταθέσει η Beat κατά του γνωστού συνδικαλιστή, αναφέροντας πως εάν ο ίδιος ήταν Διευθύνων Σύμβουλος της Daimler-Benz, δε θα πρότεινε την εξαγορά της διαδικτυακής πλατφόρμας.

Στην κατάθεσή του ως μάρτυρας υπεράσπισης του προέδρου της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ταξί στο πολυμελές πρωτοδικείο Αθηνών, παραδέχθηκε ωστόσο πως δεν γνωρίζει να έχει υποπέσει η Beat σε φορολογικές παραβάσεις.

Η εταιρεία έχει υποβάλει αγωγή για συκοφαντική δυσφήμιση κατά του Θύμιου Λυμπερόπουλου, ζητώντας αποζημίωση 260 χιλιάδων ευρώ, λόγων επανειλημμένων αναφορών περί φοροδιαφυγής. Ο κος Σπίρτζης, που έφτασε στο δικαστήριο μέσα σε επευφημίες και χειροκροτήματα από επαγγελματίες αυτοκινητιστές, επιχείρησε να καλύψει τον κο Λυμπερόπουλο. «Ως πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας είναι καθήκον του να υπερασπίζεται το θεσμικό πλαίσιο του κλάδου του και το δημόσιο συμφέρον», είπε ο υπουργός.

Τόνισε επίσης πως η εταιρεία διαμεσολάβησης παραβίαζε τη νομοθεσία εισπράττοντας ποσοστό επί του κομίστρου, το οποίο καθορίζεται σε συγκεκριμένο τίμημα με υπουργικές αποφάσεις. Ο υπουργός επέμεινε πως με τον τρόπο αυτό υπήρξε αλλοίωση των τιμολογίων, παρά την επισήμανση των συνηγόρων της Beat πως ένας οδηγός κόβει την ίδια απόδειξη ανεξάρτητα από το εάν χρησιμοποιεί την εφαρμογή και πως το ποσοστό φορολογείται.

Σύμφωνα πάντα με τον ίδιο, η Beat παρανομούσε στέλνοντας χρήματα που εισέπραττε μέσω πιστωτικών καρτών σε τράπεζες του εξωτερικού, τα οποία στη συνέχεια επιστρέφονταν στην Ελλάδα με εμβάσματα. Όταν ρωτήθηκε από την πρόεδρο του δικαστηρίου εάν οι αρμόδιες κρατικές αρχές διεξήγαγαν έρευνες για τη Beat, εκείνος απάντησε αρνητικά. Άφησε μάλιστα αιχμές για τον Γιάννη Στουρνάρα, υποστηρίζοντας πως η ευθύνη για τη διενέργεια ελέγχων ανήκει στην Τράπεζα της Ελλάδος, ενώ δήλωσε άγνοια για το ότι η ΑΑΔΕ ήλεγξε την εταιρεία δίχως να διαπιστώσει ατασθαλίες.

Οι δικηγόροι της εταιρείας ανέφεραν πως το ποσοστό επί του κομίστρου εισπράττεται νόμιμα από τους οδηγούς ταξί, με τους οποίους έχει σύμβαση, και όχι από τους πελάτες.

Αναφορικά με την αποστολή χρημάτων στο εξωτερικό, η οικονομική διευθύντρια της Beat κατέθεσε πως πρόκειται για νόμιμη διαδικασία εκκαθάρισης χρημάτων που εισπράττονταν μέσω πιστωτικών καρτών. Η εκκαθάριση γίνεται στην Ολλανδία δεδομένου πως η εταιρεία συνεργάζεται με την τράπεζα ABN AMRO. Η Beat είχε απευθυνθεί και σε δύο ελληνικές τράπεζες για την ίδια διαδικασία, οι οποίες απάντησαν αρνητικά.

Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, από την οποία δεν έλειψαν οι εντάσεις, ο υπουργός Υποδομών υποστήριξε πως η Beat παραβίαζε τη νομοθεσία προσφέροντας εκπτώσεις σε διαδρομές ταξί, κάτι το οποίο δεν προβλέπεται από το νόμο.

Οι δικηγόροι της εταιρείας επικαλούνται απόφαση του Ανώτατου Γερμανικού Δικαστηρίου το Μάρτιο του 2018, σύμφωνα με την οποία η επιδότηση κομίστρου είναι νόμιμη. Στην εξέτασή του από τον συνήγορο του Θύμιου Λυμπερόπουλου, Πάνο Παναγιωτόπουλο, ο κος Σπίρτζης χαρακτήρισε ανεξήγητο το γεγονός πως μία ελλειμματική εταιρεία όπως η Beat εξαγοράστηκε για 43 εκατομμύρια ευρώ.

Παραδέχθηκε πάντως, ότι δεν έχει αποδείξεις πως η συναλλαγή για την εξαγορά της εταιρείας από την Daimler-Benz το 2017 ήταν παράνομη. Την ίδια παραδοχή έκανε για τη σύσταση της Beat και τους μετόχους της, αρκετοί από τους οποίους πριν την εξαγορά της είχαν έδρα στο εξωτερικό. Στην κατάθεσή της η οικονομική διευθύντρια της εταιρείας εξήγησε πως ο γερμανικός όμιλος προχώρησε στην εξαγορά αναγνωρίζοντας τις προοπτικές, προσβλέποντας σε μελλοντικές χρηματικές ροές και σε κέρδη.

Η Beat ξεκίνησε τη λειτουργία της με ένα γραφείο και τέσσερα άτομα προσωπικό το 2011 και πλέον έχει τρία γραφεία απασχολώντας στην Ελλάδα 180 εργαζόμενους.

Στο πλευρό του Θύμιου Λυμπερόπουλου, εκτός από τον Χρήστο Σπίρτζη, βρέθηκαν ο Τρύφωνας Αλεξιάδης, ο Θανάσης Παπαχριστόπουλος, ο Γενικός Γραμματέας Μεταφορών, Θάνος Βούρδας και ο Νίκος Σκορίνης από το ΣΥΡΙΖΑ.

Ο Χρήστος Σπίρτζης πάντως εμφανίστηκε πιο διαλλακτικός μετά το τέλος της δίκης, αναφέροντας πως «συνδικαλιστικές διαφωνίες ή γκρίζες ζώνες στο νόμο που τακτοποιήθηκαν με το πρόσφατο θεσμικό πλαίσιο, δεν πρέπει να λύνονται στις αίθουσες των δικαστηρίων».

ΣΧΕΤΙΚΑ