Τα εμπόδια για την άρση των capital controls

Economista
ECONOMISTA
Τα εμπόδια για την άρση των capital controls
Φωτογραφία: Shutterstock

Θετικά αντιμετωπίζει η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) την προοπτική πλήρους άρσης των κεφαλαιακών περιορισμών θεωρώντας ότι το σύστημα είναι τεχνικά έτοιμο να αντέξει την ελεύθερη μετακίνηση κεφαλαίων και στο εξωτερικό.

Θεωρεί ότι είναι αδύνατη η επιστροφή στην κανονικότητα με τις τράπεζες σε καθεστώς capital controls και εκτιμά ότι η άρση τους είναι απαραίτητη για την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας και την κανονική επιστροφή στις αγορές.

Οι τράπεζες ωστόσο, εμφανίζονται πιο επιφυλακτικές, υπογραμμίζοντας ότι ακόμα δεν έχει αποκατασταθεί πλήρως η εμπιστοσύνη, ότι η επιστροφή καταθέσεων παραμένει διστακτική και το κυριότερο φοβούνται ότι σε περίπτωση αναταραχής και νέου κύματος αναλήψεων ο κλάδος μπορεί να μπει σε νέες περιπέτειες. Ωστόσο, υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις μεταξύ των διοικήσεων. Κάποιοι βλέπουν την άρση των περιορισμών πιο θετικά και το κυριότερο, όπως επισημαίνουν, είναι ότι στην πράξη τα capital controls έχουν ήδη αποσυρθεί: περίπου οι μισές καταθέσεις επιχειρήσεων, δηλαδή περισσότερα από 10 δισ. ευρώ, αλλά και ένα μικρό κομμάτι των καταθέσεων των νοικοκυριών είναι ελεύθερες - δεν υπόκεινται σε περιορισμούς και ανά πάσα στιγμή μπορούν να μετακινηθούν στο εξωτερικό. Ακριβώς γι’ αυτό, τονίζουν τραπεζικές πηγές στο economistas.gr, δεν υπάρχει μεγάλο ρίσκο από την πλήρη άρση των περιορισμών καθώς ήδη σε περίπτωση στραβοτιμονιάς θα υπάρξουν άμεσα επιπτώσεις στη ρευστότητα. Το κρίσιμο είναι να μην υπάρξουν, πολιτικές επιλογές που θα διαταράξουν την εμπιστοσύνη στη χώρα, τονίζουν.

Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, θα συναντήσει σήμερα το μεσημέρι τους επικεφαλής των τραπεζών και θα συζητήσουν για τα πλεονεκτήματα και τους κινδύνους της πλήρους κατάργησης των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων. Στην πραγματικότητα, στη συνάντηση ο διοικητής θα ακούσει τις ενστάσεις και τους προβληματισμούς των διοικήσεων της Τράπεζας Πειραιώς, της Alpha Bank, της Eurobank, της Εθνικής Τράπεζας και της Attica Bank για τους κινδύνους μιας τέτοιας κίνησης. Το φλέγον ζήτημα βεβαίως, είναι η δυνατότητα μεταφοράς χρημάτων στο εξωτερικό καθώς ο μόνος σημαντικός περιορισμός αφορά την δυνατότητα μεταφοράς κεφαλαίων στο εξωτερικό.

Είναι βέβαιο ότι οι διοικήσεις των τραπεζών θα θέσουν το ζήτημα της προστασίας της πρώτης κατοικίας, ένα εξαιρετικά κρίσιμο ζήτημα για την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Η ανησυχία των τραπεζών είναι μεγάλη για την κυβερνητική επιδίωξη να διευρυνθεί η περίμετρος του νόμου Κατσέλη εντάσσοντας και τους ελεύθερους επαγγελματίες και θεωρούν ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να τινάξει στον αέρα τους στόχους για τη μείωση των προβληματικών δανείων, εξέλιξη που μοιραία θα είχε επιπτώσεις και στην κεφαλαιακή τους βάση. Στο πλαίσιο αυτό, οι περισσότεροι τραπεζίτες επιθυμούν στη συνάντηση με τον διοικητή να βάλουν στο επίκεντρο το ζήτημα της α’ κατοικίας θεωρώντας ότι στην παρούσα συγκυρία το ζήτημα των capital controls είναι δευτερεύον.

Τα επιχειρήματα για την άρση

Με την οικονομία να τρέχει με ρυθμό ανάπτυξης +2% το 2018 και προοπτική επιτάχυνσης την εφετινή χρονιά, την επιτυχή επιστροφή της χώρας στις αγορές και τις τράπεζες να έχουν μηδενίσει την εξάρτησή τους από τον μηχανισμό έκτακτης ρευστότητας - επωφελούμενες από τη σημαντική βελτίωση των συνθηκών ρευστότητας (το 2018 οι καταθέσεις ενισχύθηκαν κατά 8 δισ. ευρώ) και το κυριότερο να έχει παγιωθεί η αίσθηση ότι τα χειρότερα είναι πίσω μας, δεν φαίνεται να υπάρχει σοβαρό εμπόδιο για την άρση και του περιορισμού για τη μετακίνηση κεφαλαίων στο εξωτερικό. Επιπλέον όπως αναφέρθηκε ήδη, ένα μεγάλο κομμάτι των καταθέσεων, άνω του 10%, δεν υπόκειται σε περιορισμούς και θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να μεταφερθεί στο εξωτερικό.

Τέλος σημειώνουν ότι η αναταραχή και η αρνητική δημοσιότητα για την κατάσταση των τραπεζών τους τελευταίους μήνες του 2018, δεν κλόνισαν την εμπιστοσύνη και δεν υπήρξαν αναλήψεις καταθέσεων.

Η άρση των CC θα οδηγούσε στην αναβάθμιση της αξιολόγησης της εγχώριας οικονομίας που είναι απαραίτητη για την ουσιαστική επιστροφή στις αγορές η οποία είναι άκρως απαραίτητη. Όπως τόνισε ο διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας, σε πρόσφατη ομιλία του «η σημαντικότερη πρόκληση για την ελληνική οικονομία στο άμεσο μέλλον είναι η επιστροφή του Ελληνικού Δημοσίου στις χρηματοπιστωτικές αγορές με βιώσιμους όρους».

Και τα σημεία προβληματισμού

Υπό κανονικές συνθήκες τα capital controls θα μπορούσαν ήδη να έχουν αποσυρθεί, δεδομένης της βελτίωσης του οικονομικού περιβάλλοντος. Ωστόσο όπως πολλοί επισημαίνουν, οι συνθήκες στη χώρα εξακολουθούν να μην είναι κανονικές. Όπως εκτιμούν η έφεση στο λαϊκισμό και το εξαιρετικά διχαστικό και πολεμικό πολιτικό κλίμα, δηλητηριάζουν τη χώρα και δημιουργούν ανησυχία για τον κίνδυνο ατυχήματος. Η κυβέρνηση εκπέμπει αντικρουόμενα μηνύματα καθώς από τη μια πέτυχε την επιστροφή στις αγορές, από την άλλη όμως φαίνεται ότι προχωρά σε επιλογές παροχών με κίνδυνο να προκαλέσουν αναταράξεις στην πορεία της χώρας.

Η επιλογή για την αύξηση του βασικού μισθού κατά 11%, οι εξαγγελίες για χιλιάδες προσλήψεις στον δημόσιο τομέα και η διαφαινόμενη κυβερνητική απόφαση για την επέκταση, αντί του περιορισμού που είχε συμφωνηθεί στο τέλος του 2018, του νόμου Κατσέλη για την προστασία της πρώτης κατοικίας δημιουργούν ανησυχία ότι δεν θα υπάρξει θετική αξιολόγηση της οικονομίας από τους θεσμούς προκαλώντας πιέσεις στην αγορά ομολόγων και μετοχών, τερματίζοντας τις σκέψεις της κυβέρνησης για την έκδοση 10ετούς ομολόγου. Ένα κλείσιμο των αγορών έστω και για λίγους μήνες, θα δημιουργούσε εκ νέου πίεση στις τράπεζες.

Δεδομένων μάλιστα των εκτιμήσεων ότι η κυβέρνηση θα προχωρήσει σε ακόμα πιο επιθετικές παροχές ενόψει της εκλογικής αναμέτρησης αλλά και σε περαιτέρω όξυνση του πολιτικού κλίματος, με δικαστικές διώξεις, η χώρα μπορεί να μπει σε μια μακρά περίοδο αναταράξεων που θα μπορούσε να φτάσει μέχρι τον Οκτώβριο, καθώς το πότε θα γίνουν εκλογές είναι αποκλειστική επιλογή της κυβέρνησης.

Στο περιβάλλον αυτό, επισημαίνουν όσοι εμφανίζονται διστακτικοί για την πλήρη άρση των κεφαλαιακών περιορισμών, δεν θα πρέπει να υπάρξουν βιαστικές επιλογές καθώς υπάρχουν σοβαροί κίνδυνοι να χαθεί η πρόοδος που έχει συντελεστεί. Σημειώνεται ότι στο ενδεχόμενο σημαντικής μείωσης καταθέσεων, η μόνη επιλογή των τραπεζών θα ήταν να απευθυνθούν ξανά στην ΕΚΤ και τον έκτακτο μηχανισμό ρευστότητας (ELA).

ΣΧΕΤΙΚΑ