Τι κρύβει ο εκλογικός... τραυματισμός του Ερντογάν

H ήττα του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις εκλογές της περασμένης Κυριακής είναι πάνω απ’ όλα συμβολική, δεδομένου ότι ο Τούρκος Πρόεδρος, παρά την αδυναμία της οικονομίας, κατάφερε να διατηρήσει δυνάμεις στο σύνολο της χώρας (απέναντι σε μία συνασπισμένη αντιπολίτευση), ωστόσο απώλεσε τους τρεις μεγαλύτερους δήμους και για πρώτη φορά μετά από 25 χρόνια, το δήμο της πρωτεύουσας της χώρας.

Η απώλεια της Σμύρνης ήταν σχεδόν δεδομένη, όμως η απώλεια της Άγκυρας, αλλά και της Κωνσταντινούπολης – της γενέτειρας του Ερντογάν και πόλης στην οποία ξεκίνησε και ο ίδιος την καριέρα του ως δήμαρχος – ήταν ένα ισχυρό πλήγμα στο προφίλ του Προέδρου, που κατάφερε τα τελευταία χρόνια να ενισχύσει, στο πλαίσιο του Συντάγματος, τις εξουσίες του σε βαθμό σχεδόν απολυταρχικό, να εξουδετερώσει όλους τους σημαντικούς του αντιπάλους και, φυσικά, να πλήξει την ανεξαρτησία του Τύπου με πογκρόμ κατά των δημοσιογράφων που έχουν εναντιωθεί στην πολιτική του.

Ο Ερντογάν έχει καταφέρει – ειδικά με τη «βοήθεια» του αποτυχημένου πραξικοπήματος τον Ιούλιο του 2016 – να περιθωριοποιήσει όλους τους πολιτικούς του αντιπάλους, έχει «καθαρίσει» το στρατό που ήταν γεμάτος Κεμαλιστές, την αστυνομία, αλλά και το δικαστικό σώμα. Με… υποψίες για συνεργασία με τον ιμάμη Γκιουλέν, ο Ερντογάν έχει στείλει στις φυλακές, χωρίς δίκη και συχνά χωρίς απαγγελία κατηγοριών, χιλιάδες δημόσιους λειτουργούς.

Παρά τα παραπάνω συν την υπόσχεση ότι θα επαναφέρει την ανάπτυξη της τουρκικής οικονομίας, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν υπέστη μία βαριά ήττα, που θα καθορίσει τη συνέχεια της προεδρικής του θητείας. Τα προβλήματα της εκλογικής αναμέτρησης της περασμένης Κυριακής για τον Ερντογάν συνίστανται στον συνασπισμό – για πρώτη φορά – της αντιπολίτευσης και, κυρίως, στην παραπαίουσα τουρκική οικονομία, αλλά και τις δραματικές απώλειες της λίρας, που έχουν ως αποτέλεσμα να έχει μειωθεί το πραγματικό εισόδημα των πολιτών, αλλά και η περιουσία τους.

Τις δύο δεκαετίες που ο Ερνντογάν έχει αναλάβει τα ηνία της Τουρκίας, η οικονομία έτρεχε με εντυπωσιακούς ρυθμούς ανάπτυξης, βοηθούμενη από τον κατασκευαστικό κλάδο. Όμως, τα τελευταία χρόνια, η οικονομία παραπαίει και αυτό είναι αποκλειστική ευθύνη του Τούρκου Προέδρου. Τον περασμένο μήνα, η Τουρκία μπήκε και επίσημα σε ύφεση. Η ανεργία ξεπερνά το 10%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στους νέους ξεπερνά το 30%. Η τουρκική λίρα έχει διολισθήσει κατά 28% μέσα στο 2018, ενώ ο πληθωρισμός πλησιάζει το 20%.

Ο Τούρκος Πρόεδρος επιχειρεί εδώ και μήνες να παρέμβει στην πολιτική της Κεντρικής Τράπεζας πιέζοντας τα μέλη του Διοικητικού της Συμβουλίου να μην προχωρήσουν σε αυξήσεις των επιτοκίων ώστε να χαλιναγωγήσουν τον πληθωρισμό. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι επιθυμεί να δίνονται δάνεια στις επιχειρήσεις για να συνεχίζουν τη δραστηριότητά τους, όμως τα επιτόκια θεωρούνται «αμαρτία» για τους μουσουλμάνους.

Η κατάσταση της οικονομίας και ο τρόπος που θα τη διαχειριστεί ο Ερντογάν, αν αφήσει για παράδειγμα τις ανεξάρτητες αρχές να λειτουργήσουν ως ανεξάρτητες, είναι ένας από τους παράγοντες που θα καθορίσουν το μέλλον της προεδρίας του. Ωστόσο, έχει όλο το χρόνο με το μέρος του, καθώς όπως ξεκαθάρισε ήδη από την επόμενη μέρα, η επόμενη φορά που οι Τούρκοι θα προσέλθουν στις κάλπες θα είναι μετά από 4,5 χρόνια για την επανεκλογή του στο αξίωμα του Προέδρου.

Η κυριαρχία του Ερντογάν οφείλεται και στο μοναδικό πολιτικό του ταλέντο, που τον έχει κάνει να εξουδετερώνει κάθε αντιπολίτευση. Βέβαια, αυτή τη φορά η αντιπολίτευση λειτούργησε για πρώτη φορά – μετά από πάρα πολλά χρόνια – μεθοδικά. Στην Κωνσταντινούπολη, οι ψήφοι των Κούρδων και των δυσαρεστημένων υποστηρικτών του AKP του Ερντογάν λειτούργησαν καθοριστικά για να πάρει τη νίκη η αντιπολίτευση στη γενέτειρα του Σουλτάνου.

Το πώς θα διαχειριστεί το αποτέλεσμα ο Ερντογάν μένει να φανεί το επόμενο διάστημα, ωστόσο αν όντως πλησιάζει το τέλος της κυριαρχίας του στην Τουρκία, αυτό, σύμφωνα με αναλυτές, δε σημαίνει το τέλος του AKP, καθώς από το συντηρητικό του κόμμα θα προκύψει, κατά πάσα πιθανότητα, η διάδοχη κατάσταση.

ΣΧΕΤΙΚΑ