Άνοιξε η συζήτηση για τους Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης στο ρεύμα

NEWSROOM
πυλώνας ηλεκτρισμού
Φωτογραφία: Shutterstock

Το 1999, η Ευρωπαϊκή Ένωση εισήγαγε έναν εναρμονισμένο Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης για τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας.

Οι λόγοι που χρησιμοποιήθηκαν τότε ήταν η αύξηση των εσόδων για τα κράτη- μέλη και η ενθάρρυνση της συγκρατημένης χρήσης της ηλεκτρικής ενέργειας, υπό το πρίσμα των κλιματικών στόχων.

Πόσο σκόπιμη είναι, όμως, σήμερα η διατήρηση αυτών των Φόρων, όταν έχουν προ πολλού ενεργοποιηθεί πιο στοχευμένες πολιτικές για τον περιορισμό των εκπομπών ρύπων κι ενώ νοικοκυριά κι επιχειρήσεις πασχίζουν να συνέλθουν από το σοκ της ενεργειακής κρίσης, η οποία ακόμα δείχνει τα δόντια της;

Το ερώτημα προφανώς δεν είναι ρητορικό. Σύμφωνα με το Tax Foundation, δεδομένου ότι ο τομέας της ηλεκτρικής ενέργειας υπόκειται ήδη σε πιο αποτελεσματικές και στοχευμένες πολιτικές για τη δημιουργία εσόδων από την κατανάλωση στο πλαίσιο των συστημάτων ΦΠΑ των περισσότερων κρατών- μελών ή τη δέσμευση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, δεν υπάρχει οικονομική αιτιολόγηση για την εφαρμογή χωριστού Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στην ηλεκτρική ενέργεια.

Επιπλέον, οι τομεακές (π.χ. αγροτικό ρεύμα) ή βασισμένες στην πηγή (π.χ. από ΑΠΕ) απαλλαγές και οι διαφορές συντελεστών, εισάγουν πρόσθετες οικονομικές στρεβλώσεις και πολυπλοκότητα στον φορολογικό κώδικα. Συνεπώς, τα κράτη- μέλη θα πρέπει να επιδιώξουν την ελαχιστοποίηση του συντελεστή και τη διεύρυνση της βάσης των Φόρων Κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, ενοποιώντας τους συντελεστές τους στον απαιτούμενο ελάχιστο συντελεστή.

Η «μάχη» των συντελεστών 

Σήμερα, η Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη φορολόγηση της ενέργειας, εξακολουθεί να απαιτεί από τα κράτη- μέλη να επιβάλλουν Φόρο Κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας με ελάχιστο συντελεστή 0,5 ευρώ ανά MWh για επιχειρηματική χρήση και 1 ευρώ για μη επιχειρηματική χρήση. Ωστόσο, πολλά κράτη- μέλη επιβάλλουν πολύ υψηλότερους συντελεστές.

Για επαγγελματική χρήση, τα κράτη- μέλη της ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο επιβάλλουν Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης 7,1 ευρώ ανά MWh ηλεκτρικής ενέργειας κατά μέσο όρο. Το Βέλγιο, η Κροατία, το Λουξεμβούργο και η Σουηδία επιβάλλουν μόνο τον απαιτούμενο ελάχιστο συντελεστή 0,5 ευρώ ανά MWh. Στον αντίποδα, οι Κάτω Χώρες επιβάλλουν τον υψηλότερο ανώτατο συντελεστή με 108,8 ευρώ ανά MWh, ακολουθούμενες με μεγάλη απόσταση από τη Γαλλία (25,69 ευρώ) και τη Γερμανία (15,67 ευρώ).

Η Ελλάδα, επιβάλλοντας ΕΦΚ 5 ευρώ ανά MWh βρίσκεται στο 5ο υψηλότερο σκαλοπάτι της κατάταξης, όσον αφορά στα τιμολόγια ρεύματος επαγγελματικής χρήσης.

Όσον αφορά στα τιμολόγια οικιακής χρήσης, επιβάλλοντας τον ίδιο ΕΦΚ (5 ευρώ/MWh), η Ελλάδα κατατάσσεται στην 9η θέση της ευρωπαϊκής κατάταξης.

Η γενική εικόνα στην Ευρώπη είναι ότι οι συντελεστές για οικιακή χρήση τείνουν να είναι υψηλότεροι, με μέσο συντελεστή 14,4 ευρώ ανά MWh. Η Βουλγαρία δεν επιβάλλει Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας στη μη επιχειρηματική χρήση μέχρι το 2025, χρησιμοποιώντας μια προσωρινή απαλλαγή. Η Ουγγαρία (0,84 ευρώ) και το Ηνωμένο Βασίλειο (0,91 ευρώ) επιβάλλουν και οι δύο συντελεστές χαμηλότερους από τον απαιτούμενο ελάχιστο συντελεστή της ΕΕ, γεγονός που επέτρεψαν οι διακυμάνσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών και η έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Έξι χώρες -η Αυστρία, η Εσθονία, η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Κροατία και το Λουξεμβούργο- επιβάλλουν τον απαιτούμενο ελάχιστο συντελεστή 1 ευρώ ανά MWh για μη επιχειρηματική χρήση, ενώ οι Κάτω Χώρες επιβάλλουν τον υψηλότερο συντελεστή (108,8 ευρώ), ακολουθούμενες από τη Δανία (93,73 ευρώ) και τη Σουηδία (36,95 ευρώ).

Πιο χαμηλά η Ελλάδα 

Εν τω μεταξύ, τα στοιχεία από τον πανευρωπαϊκό δείκτη ΗΕΡΙ επιβεβαιώνουν ότι η άρση του πλαισίου των επιδοτήσεων στο ρεύμα, δεν έφερε επιβαρύνσεις στα νοικοκυριά, καθώς αφενός η “βουτιά” του φυσικού αερίου, αφετέρου η εκτίναξη της συμμετοχής των ΑΠΕ στο ενεργειακό μίγμα, κρατούν χαμηλά τη χονδρική τιμή. Σύμφωνα, δε, με την έρευνα, το νέο σχήμα με τα χρωματιστά τιμολόγια- ειδικά το πράσινο- ενίσχυσε τον ανταγωνισμό μεταξύ των παρόχων, προς όφελος των καταναλωτών.

Συγκεκριμένα, το Μάρτιο καταγράφηκε στην Ελλάδα πτώση της λιανικής τιμής κατά 12%, με αποτέλεσμα αυτή να διαμορφώνεται στα 20,22 σεντς/ KWh, έναντι 24,25 σεντς που ήταν ο μέσος ευρωπαϊκός όρος. Σε όρους Μονάδων Αγοραστικής Δύναμης η εικόνα διαφοροποιείται ελαφρώς, καθώς η τιμή διαμορφώνεται στα 24,49 σεντς, όντας, όμως και πάλι κάτω από το μέσο ευρωπαϊκό όρο των 25,93 σεντς.

Η ψυχρολουσία των Ισπανών  

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν τα στοιχεία που αφορούν στην Ισπανία, καθώς δείχνουν πώς γύρισε μπούμερανγκ για τους καταναλωτές το ειδικό καθεστώς ΦΠΑ.

Στη χώρα της Ιβηρικής ο ΦΠΑ μειώθηκε από το καλοκαίρι του 2021 ως προσωρινό μέτρο στήριξης κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης. Το μέτρο επικαιροποιήθηκε και παρατάθηκε αρκετές φορές κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου και πρόσφατα καθορίστηκε στο 10%, στις αρχές του 2024. Ο μειωμένος ΦΠΑ ισχύει, όμως, υπό την προϋπόθεση ότι η χονδρική τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας παραμένει πάνω από 45 €/MWh κατά μέσο όρο ανά μήνα.

Τον Φεβρουάριο, η μέση χονδρική τιμή έπεσε κάτω από αυτό το όριο, με αποτέλεσμα την επιστροφή του ΦΠΑ στην προ κρίσης τιμή του 21%. Στη συνέχεια, η τελική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας για τον τελικό χρήστη στη Μαδρίτη αυξήθηκε κατά 4% τον Μάρτιο, παρά τη μείωση κατά 8% του ενεργειακού στοιχείου.

ΣΧΕΤΙΚΑ