Ελ. Βενιζέλος: Το χρονικό ενός παρ’ ολίγον σκανδάλου

Φωτο: Shutterstock

Η κύρωση από τη Βουλή απομένει προκειμένου να ολοκληρωθεί η πολύκροτη υπόθεση της παράτασης της σύμβασης του αεροδρομίου «Ελευθέριος Βενιζέλος» κατά 20 έτη, η οποία πυροδότησε έντονη πολιτική αντιπαράθεση με την αντιπολίτευση να κάνει λόγο για σκάνδαλο.

Η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (DG Comp) έκρινε πως η αναθεωρημένη συμφωνία μεταξύ του ΤΑΙΠΕΔ και της εταιρείας «Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών» (ΔΑΑ), για την παράταση της σύμβασης έως το 2046, έναντι τιμήματος 1,38 δισ. ευρώ, δεν αποτελεί κρατική ενίσχυση.

Η σύμβαση πρέπει έως το τέλος του έτους να κυρωθεί από τη Βουλή προκειμένου να εκταμιευθεί το τίμημα, το οποίο είναι αυξημένο κατά περίπου 750 εκατομμύρια ευρώ σε σχέση με την αρχική συμφωνία που υπεγράφη το Σεπτέμβριο του 2017.

Η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, καθώς αναφέρει μεταξύ άλλων ότι «η αρχική αξία της παράτασης της σύμβασης παραχώρησης που προτάθηκε από την ΔΑΑ, ύψους 484 εκατομμυρίων ευρώ δίχως ΦΠΑ, βασιζόταν σε οικονομικές και επιχειρηματικές παραμέτρους οι οποίες δεν ήταν σύμφωνες με τις συνθήκες της αγοράς».

Σύμφωνα πάντα με την Κομισιόν «δεδομένου ότι κανένας ιδιωτικός φορέας δεν θα είχε αποδεχθεί μια τέτοια προσφορά, η παράταση της σύμβασης παραχώρησης υπό αυτούς τους όρους θα συνιστούσε κρατική ενίσχυση».

Η ανακοίνωση δίνει μία διαφορετική εκδοχή από τα όσα είχαν αναφέρει κύκλοι του ΤΑΙΠΕΔ τον περασμένο Οκτώβριο, επιχειρώντας να αμβλύνουν τις αρνητικές εντυπώσεις που είχαν δημιουργηθεί από την χαώδη διαφορά μεταξύ του αρχικού και του τελικού τιμήματος.

Πηγές του Ταμείου είχαν υποστηρίξει πως οι Ευρωπαίοι δεν είχαν εκφράσει ενστάσεις για το αρχικό τίμημα, το οποίο συμφωνήθηκε τον Μάιο του 2017.

Διαφορετική εκδοχή από το ΤΑΙΠΕΔ είχε δώσει και η Επίτροπος Ανταγωνισμού, Μαργκρέιτε Βέστεϊγιερ , σε συνέντευξή της σε τηλεοπτικό σταθμό τον περασμένο Σεπτέμβριο, όταν επισκέφθηκε την Αθήνα.

Τότε, η Επίτροπος είχε τονίσει πως βασικό μέλημα της DG Comp ήταν να εξασφαλιστεί μία εύλογη τιμή για ένα τόσο σπουδαίο περουσιακό στοιχείο.

Η παράταση της σύμβασης του αεροδρομίου της Αθήνας, αποτέλεσε ίσως το πλέον δύσκολο εγχείρημα που ανέλαβε το ΤΑΙΠΕΔ στον επταετή βίο του, δεδομένης της αρνητικής δημοσιότητας που έλαβε.

Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ του ΤΑΙΠΕΔ και της ΔΑΑ, στην οποία συμμετέχει με ποσοστό 55% το Δημόσιο, με 40% το καναδικό επενδυτικό κεφάλαιο PSP – που ασκεί και το management – και με 5% ο όμιλος Κοπελούζου, ξεκίνησαν το Μάρτιο του 2016, λίγους μόλις μήνες μετά το δραματικό καλοκαίρι του 2015.

Ένα έτος αργότερα, οι δύο πλευρές καταλήγουν σε συμφωνία, έναντι τιμήματος ύψους 484 εκατομμυρίων ευρώ δίχως ΦΠΑ, χρησιμοποιώντας ως βάση συζήτησης στοιχεία που αφορούσαν στο Δεκέμβριο του 2015.

Τον Ιούνιο του 2017 το ΤΑΙΠΕΔ υπέβαλε αίτημα στη DG Comp, ζητώντας να ελεγχθεί εάν η συμφωνία με τη ΔΑΑ αποτελεί κρατική ενίσχυση.

Σύμφωνα με πηγές του Ταμείου, η Κομισιόν δεν εξέφρασε ενστάσεις, δεδομένου πως δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητές της να υποδεικνύει το ύψος του τιμήματος. Κατά τις ίδιες πηγές, το ΤΑΙΠΕΔ λαμβάνοντας υπόψη τη βελτίωση της οικονομίας στις αρχές του 2018, ξεκινά εκ νέου διαπραγματεύσεις με τους μετόχους της ΔΑΑ για την αναθεώρηση του τιμήματος.

Ωστόσο, όπως αναφέρουν στο Economistas πηγές με γνώση της υπόθεσης, από το φθινόπωρο του 2017 και επί σειρά μηνών, πραγματοποιούνται απανωτές συναντήσεις στις Βρυξέλλες καθώς οι Ευρωπαίοι είναι έντονα προβληματισμένοι με την αρχική συμφωνία.

Στις συναντήσεις αυτές, στις οποίες συμμετέχουν και στελέχη της διοίκησης της ΔΑΑ, εξετάζονται διεξοδικά οι λεπτομέρειες της συμφωνίας, αλλά και τι ισχύει σε άλλα ευρωπαϊκά αεροδρόμια.

Μετά από μήνες σκληρών διαπραγματεύσεων το θέμα τελικά κλείνει την άνοιξη του 2018 με την αναθεώρηση του τιμήματος στο 1,38 δισ. ευρώ με ΦΠΑ.

Τις παρασκηνιακές διαβουλεύσεις διαδέχονται οι πολιτικές συγκρούσεις, με την αντιπολίτευση να μιλά ευθέως για υπόθεση που παραπέμπει σε απιστία κατά του Δημοσίου, η οποία απετράπη λόγω της παρέμβασης της DG Comp. Ιδιαίτερο ζήλο για την περίπτωση του ΔΑΑ, έδειξαν κύκλοι οι οποίοι έχουν διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στον πολιτικό και οικονομικό βίο της χώρας και έχουν καλή γνώση της σύμβασης παραχώρησης.

Οι κύκλοι αυτοί πυροδότησαν αρχικά τους ψίθυρους περί σκανδάλου, οι οποίοι στη συνέχεια μετατράπηκαν σε κραυγές.

Αντίθετη άποψη έχουν ορισμένα στελέχη του κλάδου των αερομεταφορών, τα οποία θεωρούν πως το αρχικό τίμημα δεν ήταν ιδιαίτερα αρνητικό.

Όπως υποστηρίζουν, η νέα συμφωνία ενδεχομένως να επηρεάσει την αξία της ΔΑΑ ενόψει της πώλησης του 30% που έχει μεταφερθεί στο ΤΑΙΠΕΔ. Και αυτό, διότι η ΔΑΑ δανείστηκε 750 εκατομμύρια ευρώ για να πληρώσει το αναθεωρημένο τίμημα. Οι ίδιες πηγές διατείνονται ότι η εξυπηρέτηση του υψηλού δανεισμού μπορεί να μειώσει τα κέρδη του «Ελευθέριος Βενιζέλος» και τα μερίσματα που αποδίδονται στους μετόχους, κάνοντας λιγότερο ελκυστική την εταιρεία σε επενδυτές.

Το επιχείρημα αυτό απορρίπτεται από τους υπέρμαχους του αναθεωρημένου τιμήματος, που αναφέρουν πως το 30% του μετοχικού κεφαλαίου το οποίο θα πωληθεί, θα υπολογιστεί με βάση το 1,38 δισ. ευρώ που αξίζει η παράταση της σύμβασης και όχι με βάση την αρχική τιμή των 600 εκατομμυρίων ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ.

Το αεροδρόμιο έχει ήδη σημειώσει ιστορικό ρεκόρ επιβατικής κίνησης το 2018, με 22,5 εκατομμύρια επιβάτες τους πρώτους 11 μήνες του χρόνου, καταρρίπτοντας την επίδοση του 2017 όταν ο αριθμός των επιβατών ανήλθε σε 21,7 εκατομμύρια.

Τα κέρδη μετά από φόρους διαμορφώθηκαν σε 140 εκατομμύρια ευρώ το 2017, από 132 εκατομμύρια το 2016 και 120 το 2015. Τα πληρωθέντα μερίσματα ανήλθαν σε 40,5 εκατομμύρια το 2017, σε 114,6 εκατομμύρια ευρώ το 2016 και σε 87,3 εκατομμύρια το 2015. Η εταιρεία πλήρωσε 73,6 εκατομμύρια ευρώ για την αποπληρωμή δανείων το 2017, 69,3 εκατομμύρια το 2016 και 65,2 εκατομμύρια ευρώ το 2015.

ΣΧΕΤΙΚΑ