Κ. Μίχαλος: Οι προτεραιότητες της νέας κυβέρνησης

NEWSROOM
Κων. Μίχαλος

«Όσον αφορά τις τράπεζες, είναι κατανοητό ότι εάν δεν απομακρυνθούν οι αβεβαιότητες από τους ισολογισμούς τους, όπως τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα και αν δεν υπάρξουν ξεκάθαρες προοπτικές κερδοφορίας τους, θα είναι δύσκολο να μπουν νέοι επενδυτές και να τις ενισχύσουν κεφαλαιακά για μια ακόμη φορά».

Αυτό αναφέρεται σε σημερινή ανακοίνωση του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών όπου σημειώνονται οι θέσεις και οι προτάσεις της επιμελητηριακής κοινότητας με αφορμή τις εθνικές εκλογές.

Ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος, με αφορμή και την επίσημη προκήρυξη, εθνικών εκλογών δημοσιοποιεί, για μία ακόμη φορά, τις θέσεις και τις προτάσεις της επιμελητηριακής κοινότητας «που αποσκοπούν στη διασφάλιση της σταθερότητας και τη δημιουργία προϋποθέσεων ανάπτυξης και ευημερίας, πάνω στις οποίες θα πρέπει να τοποθετηθούν στην μικρής διάρκειας - ευτυχώς - προεκλογική περίοδο τα πολιτικά κόμματα», όπως επισημαίνεται.

* Η αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος, η οποία αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και των επιχειρήσεων.

Η Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδος έχει ήδη καταθέσει προτάσεις επί συγκεκριμένων φορολογικών ζητημάτων, με σκοπό την εγκαθίδρυση ενός δικαιότερου φορολογικού συστήματος, το οποίο παράλληλα θα συνδράμει στην οικονομική ανάπτυξη.

Οι προτάσεις αυτές, περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την υιοθέτηση ενιαίου συντελεστή φορολόγησης για τα φυσικά πρόσωπα της τάξης του 20%-25% που θα εφαρμόζεται, με ορισμένες εξαιρέσεις, στο σύνολο των εισοδημάτων των φυσικών προσώπων, ανεξάρτητα από την πηγή τους. Ο συντελεστής φορολογίας αυτός θα πρέπει να επιβάλλεται επί των πραγματικών εισοδημάτων, κάτι που σημαίνει ότι θα πρέπει να είναι επιτρεπτή η έκπτωση των σημαντικότερων δαπανών των φυσικών προσώπων, μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων, όπως ιατρικές δαπάνες, δαπάνες ενοικίου, συγκεκριμένες δαπάνες διαβίωσης, που σχετίζονται με επαγγέλματα στα οποία παρατηρείται φοροδιαφυγή, δαπάνες για την καταβολή ασφαλίστρων κτλ.

Όσον αφορά τη φορολογία εισοδήματος νομικών προσώπων, προτείνεται η σταδιακή μείωση του φορολογικού συντελεστή έως 15%, προκειμένου να καταστεί το ελληνικό φορολογικό περιβάλλον πιο ευνοϊκό για τις επιχειρήσεις και την προσέλκυση επενδύσεων.

Επίσης προτείνεται η μείωση του υφιστάμενου κανονικού συντελεστή Φ.Π.Α. από 24% σε 20% και σταδιακή περαιτέρω μείωσή του έως 15%, μέτρο που θα συμβάλει και στη μείωση της φοροδιαφυγής, καθώς και η καθιέρωση ενιαίου συντελεστή Φ.Π.Α. με συγκεκριμένες εξαιρέσεις εφαρμογής μειωμένου συντελεστή σε κατηγορίες αγαθών ή υπηρεσιών με άμεσο κοινωνικό αντίκτυπο, όπως η υγεία και η παιδεία.

* Η αναμόρφωση του ασφαλιστικού συστήματος.

Είναι γεγονός ότι οι αλλαγές και οι παρεμβάσεις όλων των περασμένων δεκαετιών δεν επέφεραν ουσιαστικά αποτελέσματα και το ασφαλιστικό μας σύστημα παραμένει σήμερα σε μεγάλο βαθμό αναξιόπιστο, άδικο, αλλά και αντιαναπτυξιακό, αφού επιβάλλει δυσβάσταχτο μη μισθολογικό κόστος, υπονομεύοντας την επιχειρηματικότητα και την απασχόληση, τις ίδιες δηλαδή πηγές από τις οποίες χρηματοδοτείται.

Η Επιμελητηριακή Κοινότητα έχει και σε αυτό το θέμα καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις, που αφορούν τη σταδιακή μετάβαση σε ένα σύστημα τριών πυλώνων, με προσαρμογή στις εθνικές ανάγκες των εμπειριών άλλων ευρωπαϊκών χωρών.

Το πρώτο βήμα θα πρέπει να αποσκοπεί στον εξορθολογισμό των εισφορών, ενώ θα πρέπει να θεσπιστεί και πλήρης φοροαπαλλαγή για τις ιδιωτικές ασφαλίσεις, ώστε να εμπεδωθεί στη συνείδηση των πολιτών ο τρίτος προτεινόμενος πυλώνας, που θα μπορέσει να δώσει σημαντική ώθηση στις συντάξεις.

Ο πρώτος πυλώνας θα είναι ο κρατικός - αναδιανεμητικός, που θα εκφράζει την αλληλεγγύη της κοινωνίας, ο δεύτερος θα είναι ο υποχρεωτικός κεφαλαιοποιητικός πυλώνας, σε επαγγελματικό ταμείο, που θα αποδίδει συντάξεις καθορισμένων εισφορών με αποθεματικά, ενώ ο τρίτος θα πρέπει να αποτελείται από τις ατομικές αποταμιεύσεις, με ισχυρά φορολογικά κίνητρα για τους ασφαλισμένους και τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις.

* Η άμεση εξυγίανση και βελτίωση του χρηματοδοτικού περιβάλλοντος για τις επιχειρήσεις.

Οι τράπεζες είναι το κλειδί για την ανάκαμψη της οικονομίας. Χωρίς υγιείς τράπεζες, χωρίς νέες πιστώσεις, χωρίς ανταγωνιστικά επιτόκια, δεν μπορούμε να ελπίζουμε σε βιώσιμη ανάπτυξη. Παρά τα μέτρα που έχουν εφαρμοστεί, εξακολουθεί να υπάρχει πρόβλημα έλλειψης φθηνής χρηματοδότησης στην οικονομία, με κύρια έκφανση την περιορισμένη προσφορά προς τα νοικοκυριά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Ωστόσο και οι μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις δανείζονται σήμερα στις διεθνείς χρηματαγορές με υψηλότερα επιτόκια σε σχέση με τους Ευρωπαίους ανταγωνιστές τους.

Προϋπόθεση για να μειωθεί, συγκριτικά με τον ανταγωνισμό, το κόστος δανεισμού των ελληνικών επιχειρήσεων είναι, βεβαίως, η βελτίωση των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας, με αντίστοιχη μείωση των spreads των Ελληνικών ομολόγων.

Όσον αφορά δε τις τράπεζες, είναι κατανοητό ότι εάν δεν απομακρυνθούν οι αβεβαιότητες από τους ισολογισμούς τους, όπως τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα και αν δεν υπάρξουν ξεκάθαρες προοπτικές κερδοφορίας τους, θα είναι δύσκολο να μπουν νέοι επενδυτές και να τις ενισχύσουν κεφαλαιακά για μια ακόμη φορά.

Η επιμελητηριακή κοινότητα διεκδικεί, επιπλέον, την προώθηση μιας σειράς μεταρρυθμίσεων και μέτρων, οι οποίες θα συμβάλουν στη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και θα επιταχύνουν την ανάπτυξη.

  • Χρειαζόμαστε μεταρρυθμίσεις για μια αποτελεσματικότερη δημόσια διοίκηση, για αναβάθμιση της ποιότητας της νομοθετικής διαδικασίας, αλλά και της λειτουργίας των θεσμών.
  • Χρειαζόμαστε επιτάχυνση των αποκρατικοποιήσεων, προσαρμογή της εργατικής νομοθεσίας στα ευρωπαϊκά δεδομένα, επιτάχυνση της διαδικασίας απονομής της δικαιοσύνης, αναμόρφωση του Πτωχευτικού Κώδικα, ολοκλήρωση του εθνικού και χωροταξικού σχεδιασμού και κωδικοποίηση των χρήσεων γης.
  • Χρειαζόμαστε μια νέα εθνική πολιτική για τη μεταποίηση: με ανάδειξη και ενίσχυση δυναμικών κλάδων, με πολιτικές για τη μείωση του ενεργειακού κόστους, με νέα στρατηγική για τη χρηματοδότηση επενδύσεων.
  • Χρειαζόμαστε μέτρα για την ενίσχυση της Μικρομεσαίας Επιχειρηματικότητας: ευέλικτα χρηματοδοτικά εργαλεία, κίνητρα και παρεμβάσεις που ευνοούν την επιχειρηματική μεγέθυνση, την καλλιέργεια δεξιοτήτων, την εξωστρέφεια, την πρόσβαση στην καινοτομία. 
  • Χρειαζόμαστε αποτελεσματικότερη σύνδεση των Πανεπιστημίων με τον κόσμο της παραγωγής. Τη δυνατότητα να υπάρξουν συνεργασίες με τον ιδιωτικό τομέα, για τη χρηματοδότηση της έρευνας και την αξιοποίηση της γνώσης για την ανάπτυξη της καινοτομίας.
  • Χρειάζεται άμεση παρέμβαση ώστε να επιλυθεί το πρόβλημα των μεγάλων καθυστερήσεων στην απονομή της δικαιοσύνης που πέραν όλων των άλλων προβλημάτων, δημιουργεί τεράστια προσκόμματα στην προσέλκυση επενδυτικών κεφαλαίων.
  • Τέλος, χρειαζόμαστε αλλαγή πολιτικής κουλτούρας για την επίτευξη μεγάλου εύρους συναινέσεων μεταξύ των πολιτικών κομμάτων με την προώθηση κοινά αποδεκτών μέτρων που θα δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη και θα ενισχύσουν την κοινωνική συνοχή.

Οι κινήσεις της επόμενης κυβέρνησης στα προαναφερόμενα σημαντικά μέτωπα, θα κρίνουν σε μεγάλο βαθμό την προσπάθεια για οικονομική και κοινωνική ανάκαμψη στα επόμενα χρόνια.

Τα επιμελητήρια, ως θεσμικός εκφραστής της επιχειρηματικής κοινότητας, θα συνεχίσουν να διατηρούν ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας, με τους φορείς λήψης αποφάσεων. Θα συνεχίσουν να επιδιώκουν τη συναίνεση και τη συνεργασία, θα συνεχίσουν να συμμετέχουν υπεύθυνα και εποικοδομητικά στο διάλογο, ώστε η χώρα να καταφέρει να κάνει το μεγάλο βήμα μπροστά.

ΣΧΕΤΙΚΑ