Citi: Σημαντική αναθεώρηση των εκτιμήσεων για το ελληνικό ΑΕΠ

NEWSROOM
Citi

Σε βελτίωση των εκτιμήσεών της για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας προχωράει η Citigroup, στην έκθεσή της για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας. Ο οίκος θεωρεί ότι η αλλαγή πολιτικής σελίδας στη χώρα οδηγεί σε ανάκαμψη της εμπιστοσύνης των επενδυτών προς την Ελλάδα.

Όπως επισημαίνει η Citigroup, η βελτίωση της οικονομικής εμπιστοσύνης και οι καλύτερες των προβλέψεων δημοσιονομικές επιδόσεις έχουν συμβάλει στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης από τους ξένους επενδυτές προς την Ελλάδα. Το πραγματικό ΑΕΠ επιταχύνθηκε στο 1,9% το 2018 και η Citi αναμένει ότι η ανάπτυξη θα κινηθεί στο 1,8% το 2019 και στο 1,9% 2020 (σε σύγκριση με τις προηγούμενες προβλέψεις για 1,4% και του 1,5%, αντιστοίχως). Ως εκ τούτου, αναβαθμίζει κατά 0,4% τις προβλέψεις της για τη διετία 2019-2020.

Μάλιστα, ο οίκος εκτιμά ότι οι νέες προοπτικές ανάπτυξης για τη χώρα, μπορεί να επαρκούν για να οδηγήσουν σε περαιτέρω αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας από τους οίκους.

Ωστόσο, παρατηρεί ότι η αύξηση της εγχώριας κατανάλωσης δύσκολα θα ξεπεράσει το 1% ετησίως μεσοπρόθεσμα, λόγω αντίξοων δημογραφικών τάσεων και πολύ χαμηλών επιπέδων αποταμίευσης. Παρά τις σημαντικές μεταρρυθμιστικές προσπάθειες και τη μεγάλη εσωτερική υποτίμηση, η εξαγωγική ανταγωνιστικότητα έχει βελτιωθεί λιγότερο από ό,τι σε άλλες περιφερειακές οικονομίες της ευρωζώνης, που δέχτηκαν διάσωση. Επίσης, διαπιστώνει ότι τα εγχώρια επίπεδα αποταμίευσης είναι ακόμη ανεπαρκή για να ευθυγραμμιστούν με τις ανάγκες της ελληνικής οικονομίας για επενδύσεις, που έχουν μειωθεί κατά 65% από το 2007. Ο εγχώριος καθαρός δανεισμός μειώνεται ακόμη, καθώς οι τράπεζες επιβαρύνονται από το μεγάλο ύψος των NPLs, που πάντως μειώνονται. Ο δρόμος για διατηρήσιμη υψηλότερη ανάπτυξη και σταθερό μειούμενο λόγο χρέους προς ΑΕΠ είναι ακόμη ανοδικός, υπογραμμίζει.

Σύμφωνα με τη Citigroup, το κλειδί για την ανάπτυξη της Ελλάδας είναι η εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών. Η ικανότητα του Κυριάκου Μητσοτάκη, συμπεραίνει ο οίκος, να εκπληρώσει τις δεσμεύσεις για φορολογικές περικοπές εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την προθυμία του να αντιμετωπίσει άλλα πολιτικά εμπόδια, να καθαρίσει τις τράπεζες από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, να επιταχύνει τις ιδιωτικοποιήσεις και τις μεταρρυθμίσεις που θα ενισχύουν την επιχειρηματική δραστηριότητα.

ΣΧΕΤΙΚΑ