Σούπερ καταθέτης το κράτος με λογαριασμό 37 δισ. ευρώ

Φωτο: Shutterstock

Την ώρα που οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα παραμένουν καχεκτικές, ο λογαριασμός του Ελληνικού Δημοσίου στην Τράπεζα της Ελλάδος εμφανίζει υπόλοιπο ρεκόρ, καθώς η κυβέρνηση ακολουθεί συστηματικά πολιτική υπερβολικών πλεονασμάτων και δημιούργησε, με τη λήξη του μνημονίου, το γνωστό «μαξιλάρι» για την εξυπηρέτηση του χρέους.

Μετά την τραυματική εμπειρία του 2015, όπου η κυβέρνηση βρέθηκε σε μετωπική σύγκρουση με τους Ευρωπαίους δανειστές και, την ίδια ώρα, έβλεπε το υπόλοιπο του λογαριασμού του Δημοσίου να στερεύει συνεχώς και να οδηγείται το κράτος σε τροχιά χρεοκοπίας, το Δημόσιο εξελίχθηκε σε… σούπερ καταθέτη.

Τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για την εξέλιξη του υπολοίπου του λογαριασμού του Δημοσίου που τηρείται στην κεντρική τράπεζα είναι αποκαλυπτικά:

- Το 2014, το υπόλοιπο έπεσε από 12,7 σε 10,8 δισ. ευρώ, ενώ το 2015 μειώθηκε ακόμη περισσότερο, στα 9,28 δισ. ευρώ.

- Τη διετία 2016-2017, το «κομπόδεμα» του Δημοσίου αυξήθηκε πάνω από τα 14,5 δισ. ευρώ.

- Στο τέλος του δεύτερου τριμήνου 2018, το υπόλοιπο είχε εκτιναχθεί πάνω από τα 25 δισ. ευρώ.

- Από τον Αύγουστο, με την εκταμίευση της δόσης από το ευρωπαϊκό δάνειο, με την οποία δημιουργήθηκε το «μαξιλάρι» για την εξυπηρέτηση του χρέους, το υπόλοιπο εκτινάχθηκε στα 36,1 δισ. ευρώ, ενώ τον Σεπτέμβριο αυξήθηκε ακόμη περισσότερο, στα 37,2 δισ. ευρώ.

Όμως, η κούρσα αύξησης των καταθέσεων του Δημοσίου, που τελικά γίνεται εις βάρος του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας, δεν σταματά εδώ. Πολύ σύντομα, η κυβέρνηση θα ενεργοποιήσει τις διατάξεις του νέου νόμου για τις καταθέσεις των φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, δια του οποίου θα συγκεντρωθούν όλα τα διαθέσιμα των φορέων στον κεντρικό λογαριασμό του κράτους.

Στο εξής, οι φορείς του Δημοσίου θα έχουν το δικαίωμα να διατηρούν εκτός κεντρικού λογαριασμού του Δημοσίου ρευστότητα μόνο για να καλύπτουν τις ανάγκες των επόμενων 15 ημερών.

Μάλιστα, ενόψει των αντιδράσεων που υπήρξαν κυρίως από την τοπική αυτοδιοίκηση, καθιερώνονται πολύ αυστηρές ποινές στους φορείς που δεν θα μεταφέρουν τα διαθέσιμά τους, από την παύση διοικητικών συμβουλίων ως τη διακοπή χρηματοδότησης από το Δημόσιο.

Όταν ολοκληρωθεί και αυτό το «σαφάρι» συγκέντρωσης αποθεματικών από τους φορείς της γενικής κυβέρνησης, ο λογαριασμός του κράτους εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει και τα 45 δισ. ευρώ.

Ο κύριος παράγοντας που βρίσκεται πίσω από τη συγκέντρωση υπερβολικών ποσών καταθέσεων από το Δημόσιο είναι η επιλογή της κυβέρνησης όχι μόνο να πετύχει τους υψηλούς στόχους του προγράμματος, αλλά να φθάσει σε πρωτογενή πλεονάσματα πολύ μεγαλύτερα από τους αρχικούς στόχους, με αποκορύφωμα το πλεόνασμα του 2017, που ήταν υπερδιπλάσιο του στόχου. Επίσης η κυβέρνηση εξακολουθεί να πληρώνει με το σταγονόμετρο τις οφειλές της προς τον ιδιωτικό τομέα, οι οποίες φτάνουν τα 2,6 δισ. ευρώ, χρήματα που αν διοχετεύονταν στην αγορά θα βοηθούσαν αποφασιστικά την τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας.

Παράλληλα κατά το διάστημα 2015 - 2017 η κυβέρνηση προχώρησε σε μικρότερες δημόσιες επενδύσεις, από αυτές που προέβλεπε ο προϋπολογισμός, κατά περίπου 2 δισ. ευρώ λιγότερα, στο πλαίσιο των υπερπλεονασμάτων. Κατά την περίοδο 2010 - 2017 έκαναν φτερά 6,556 δισ. ευρώ δημόσιων επενδυτικών δαπανών, καθώς όλες οι κυβερνήσεις περιορίστηκαν στην εύκολη λύση για την μείωση των δαπανών: την περικοπή επενδύσεων.

Ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, ομολόγησε πριν από λίγες ημέρες, μιλώντας σε δημοσιογράφους στην Νέα Υόρκη, ότι «δεν είναι πολύ σπουδαία στρατηγική να έχεις υπερπλεόνασμα (over performance) κάθε χρόνο, έχει επιπτώσεις στην οικονομία». Δικαιολόγησε, όμως, αυτή την πρακτική, λέγοντας ότι «βοηθά στην αξιοπιστία της κυβέρνησης, επειδή γίνεται κατανοητό ότι, όταν θέτει στόχους, τους επιτυγχάνει».

Όσον αφορά τη συγκέντρωση των αποθεματικών του ευρύτερου δημόσιου τομέα στον κεντρικό λογαριασμό του Δημοσίου, αυτή ήταν μια ιδέα που άρχισε να εφαρμόζεται ήδη από το 2015 και η κυβέρνηση την αντέγραψε από την Ολλανδία, του τότε… μισητού στα στελέχη της, Γερούν Ντάισελμπλουμ.

Είναι μια ορθολογική πρακτική, που όμως έχει τις επιπτώσεις της στην οικονομία, όχι γιατί δεν επιτρέπει στις διοικήσεις των φορέων να ασκούν αυτοτελώς τη διαχείριση των διαθεσίμων τους, αλλά επειδή στερεί καταθέσεις από τις εμπορικές τράπεζες, σε μια περίοδο, όπου και το τελευταίο ευρώ καταθέσεων μετράει.

ΣΧΕΤΙΚΑ