«Σαφάρι» πρόσθετων εσόδων από το νέο Υπουργό Οικονομικών

Υπουργείο Οικονομικών/ Φωτογραφία Eurokinissi

Ποιος υπουργός Οικονομικών δεν θα ήθελε να δει στα κρατικά ταμεία 1,5- 2 δισ ευρώ παραπάνω απ’ όσα είχε προβλέψει και μάλιστα σε μόνιμη βάση;

Το ερώτημα δεν είναι ρητορικό, καθώς εν αναμονή των νέων δημοσιονομικών κανόνων, είναι σαφές ότι για το... κάτι παραπάνω, δηλαδή για μόνιμες φοροελαφρύνσεις και εισοδηματικές ενισχύσεις εκτός σχεδιασμού, δεν αρκούν οι ρυθμοί ανάπτυξης και ο δημοσιονομικός χώρος που δημιουργούν. Ποια είναι τα δυο “κλειδιά”, που θα επιδιώξει να πάρει στα χέρια του ο νέος υπουργός Οικονομικών; Οι υπερεισπράξεις από τον Τουρισμό και ο περιορισμός των απωλειών εσόδων ΦΠΑ.

Ξεκινώντας από το δεύτερο, αναμφίβολα κρίνεται ως θετικό το ότι η “τρύπα” των 6 δισ ευρώ, έχει περιοριστεί στα περίπου 2,5 δισ ευρώ σε ετήσια βάση, ωστόσο δεν μπορεί να παραβλέψει κανείς το ότι η Ελλάδα παραμένει στην πρώτη πεντάδα των ευρωπαϊκών χωρών με τις μεγαλύτερες απώλειες ΦΠΑ, χωρίς να έχει φυσικά τέτοια πολυτέλεια.

Οι συστάσεις της Κομισιόν επί της ουσίας δείχνουν το δρόμο στο διάδοχο του Χ. Σταϊκούρα και στοχεύουν στη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, όσον αφορά τους αυτοαπασχολούμενους, με τη βελτίωση της φορολογικής τους συμμόρφωσης:

επέκταση της εφαρμογής των ηλεκτρονικών πληρωμών (υπό εξέταση αλλαγές στα κίνητρα χρήσης “πλαστικού” χρήματος και αντικίνητρα στη χρήση μετρητών)

αυξημένη χρήση των πληροφοριών, που προέρχονται από τις ηλεκτρονικές πληρωμές, ιδίως των στοιχείων που αποδεικνύουν την αυξανόμενη απόκλιση μεταξύ των χαμηλών δηλωθέντων εισοδημάτων και του κύκλου εργασιών (στο στόχαστρο οι εκπιπτόμενες δαπάνες)

ψηφιακός μετασχηματισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων

περαιτέρω ενίσχυση της αυτονομίας της ΑΑΔΕ όσον αφορά στη διαχείριση και την ανάπτυξη των υποδομών ανθρώπινων πόρων και ΤΠ, δεδομένων των συνεχιζόμενων προκλήσεων που αντιμετωπίζουν τα φορολογικά συστήματα παγκοσμίως.

Αν οι απώλειες ΦΠΑ περιορίζονταν στο μέσο ευρωπαϊκό όρο, υπολογίζεται ότι θα έμπαιναν περίπου 1 δισ ευρώ παραπάνω έσοδα στα κρατικά ταμεία.

Όσον αφορά στον Τουρισμό, αρμόδιες πηγές τονίζουν ότι είναι λάθος να βλέπει κανείς το θέμα αποσπασματικά. “Δεν είναι στοίχημα μιας χρονιάς” συμπληρώνουν, υπενθυμίζοντας ότι στον κεντρικό σχεδιασμό της κυβέρνησης έχει συμπεριληφθεί το στρατηγικό πλάνο του κλάδου, που “βλέπει” έσοδα 30 δισ ευρώ ως το τέλος της δεκαετίας.

Ειδικά όσον αφορά στη φετινή χρονιά, παρά τη... γκρίνια τοπικών φορέων, τα έως τώρα στοιχεία αποδεικνύουν τη δυναμική των επισκεπτών και των εσόδων. Το 2022 είχαμε κάτι λιγότερο από 30 εκατομμύρια επισκέπτες, δηλαδή λιγότερους από το 2019, αλλά εν τέλει οι εισπράξεις ήταν μόλις 500 εκατ. Ευρώ μικρότερες. Για ποιόν λόγο; Γιατί η κατά κεφαλήν δαπάνη του 2022 ήταν 592 ευρώ, έναντι 535 ευρώ το 2019, άρα λιγότεροι τουρίστες δαπάνησαν περισσότερα.

Φέτος, η κατά κεφαλήν δαπάνη είναι περίπου 10% μικρότερη από πέρσι, ωστόσο το γεγονός ότι έχουμε 52% περισσότερες αφίξεις, οδηγεί τελικά σε εισπράξεις 38% μεγαλύτερες. Πρακτικά, οι περισσότεροι επισκέπτες και η διεύρυνση της σεζόν ενισχύουν την εκτίμηση ότι είναι δυνατόν να έχουμε εισπράξεις περίπου 2 δισ ευρώ παραπάνω από τις αρχικές εκτιμήσεις, δηλαδή να φτάσουμε στα 20 δισ ευρώ. Το “κλειδί” εδώ είναι ο πολλαπλασιαστής του Τουρισμού στο σύνολο της οικονομίας.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΙΝΣΕΤΕ, από κάθε 1 ευρώ τουριστικής δραστηριότητας, δημιουργείται επιπλέον 1,2 έως 1,65 ευρώ πρόσθετης οικονομικής δραστηριότητας κι αυτό σημαίνει πρακτικά ότι για κάθε 1 δισ ευρώ τουριστικού εσόδου, το ΑΕΠ της χώρας αυξάνεται κατά 2,2 δισ έως 2,65 δισ ευρώ, άρα με 2 δισ ευρώ παραπάνω τουριστικές εισπράξεις το ΑΕΠ “αυγατίζει” κατά περίπου 5,3 δισ ευρώ. Σε μια τέτοια περίπτωση, μόνο από το ΦΠΑ, τα επιπλέον έσοδα φτάνουν το 1 δισ ευρώ.

ΣΧΕΤΙΚΑ