Η Τράπεζα της Ελλάδος προειδοποιεί: Σταθερό το τραπεζικό σύστημα, με «σύννεφα» στον ορίζοντα

NEWSROOM
Η Τράπεζα της Ελλάδος προειδοποιεί: Σταθερό το τραπεζικό σύστημα, με «σύννεφα» στον ορίζοντα
Φωτογραφία αρχείου: Shutterstock

Η ελληνική οικονομία συνεχίζει να κινείται σε θετικό έδαφος, ωστόσο η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας Οκτωβρίου 2025 στέλνει ένα ξεκάθαρο μήνυμα: η σταθερότητα δεν είναι δεδομένη.

Παρά τη βελτίωση των δεικτών και την ισχυρή εικόνα των τραπεζών, το διεθνές περιβάλλον, οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι και η εξάρτηση από ξένα κεφάλαια εξακολουθούν να σκιάζουν τις θετικές προοπτικές.

Ανάπτυξη με… προειδοποίηση

Το πρώτο εξάμηνο του 2025, το ελληνικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2% σε ετήσια βάση, επιβεβαιώνοντας ότι η οικονομία εξακολουθεί να αναπτύσσεται με ρυθμό υψηλότερο από τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Η ιδιωτική κατανάλωση παραμένει ο βασικός κινητήρας, έστω κι αν έχει επιβραδύνει, ενώ οι επενδύσεις δείχνουν σημάδια ανάκαμψης.

Ο πληθωρισμός ωστόσο «επιμένει» γύρω στο 3%, με τον πυρήνα να φτάνει στο 3,9%, υπενθυμίζοντας ότι η πραγματική αποκλιμάκωση των τιμών παραμένει ζητούμενο.

Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών περιορίστηκε στα 6,6 δισ. ευρώ στο οκτάμηνο, από 8,7 δισ. ένα χρόνο πριν, ενώ το δημόσιο χρέος αναμένεται να υποχωρήσει στο 145,4 % του ΑΕΠ στο τέλος του έτους. Παράλληλα, το πρωτογενές πλεόνασμα υπολογίζεται γύρω στο 3,6 %, επιβεβαιώνοντας τη δημοσιονομική πειθαρχία της χώρας.

Η Τράπεζα της Ελλάδος, ωστόσο, προειδοποιεί για καθοδικούς κινδύνους: γεωπολιτικές εντάσεις, εμπορικοί δασμοί, καθυστερήσεις στις μεταρρυθμίσεις και παρατεταμένη αβεβαιότητα στις αγορές μπορεί να επιβαρύνουν τις προοπτικές.

Τράπεζες με «μαξιλάρι», αλλά και προκλήσεις

Η έκθεση αποτυπώνει σημαντική πρόοδο στη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος. Ο δείκτης κάλυψης ρευστότητας (LCR) διαμορφώθηκε στο 212%, ενώ ο δείκτης καθαρής σταθερής χρηματοδότησης (NSFR) στο 136%.

Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια μειώθηκαν περαιτέρω στα 5,8 δισ. ευρώ τον Ιούνιο, αντιστοιχώντας πλέον στο 3,6 % του χαρτοφυλακίου, έναντι 3,8 % στο τέλος του 2024.

Παράλληλα, η κεφαλαιακή επάρκεια παραμένει σε ασφαλή επίπεδα: ο δείκτης CET1 ανέρχεται σε 15,8 % και ο συνολικός δείκτης κεφαλαίων (TCR) σε 20,4 %. Η αποδοτικότητα ενισχύθηκε, με ROE 13% και ROA 1,4% στο πρώτο εξάμηνο.

«Η βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού και της ρευστότητας ενισχύει τη δυνατότητα του τραπεζικού συστήματος να στηρίξει την οικονομία», σημειώνει η ΤτΕ, προσθέτοντας όμως ότι απαιτείται συνέχιση της συνετής πιστωτικής πολιτικής και διατήρηση των κεφαλαιακών αποθεμάτων έναντι πιθανών κλυδωνισμών.

Νέα μακροπροληπτικά μέτρα

Σε μια κίνηση προληπτικού χαρακτήρα, η ΤτΕ αποφάσισε την αύξηση του αντικυκλικού κεφαλαιακού αποθέματος ασφαλείας (CCyB) στο 0,5% από τον Οκτώβριο 2026. Στόχος είναι να ενισχυθεί το «μαξιλάρι» των τραπεζών σε περιόδους υπερβάλλουσας πιστωτικής ανάπτυξης.

Παράλληλα, από την αρχή του 2025 ισχύουν νέα όρια για στεγαστικά δάνεια: δείκτης δανείου προς αξία (LTV) έως 90% για πρώτους αγοραστές και 80% για τους υπόλοιπους, ενώ ο δείκτης δανείου προς εισόδημα (DSTI) ορίστηκε στο 50% και 40% αντίστοιχα. Τα μέτρα στοχεύουν στη διασφάλιση ότι οι δανειολήπτες δεν θα υπερχρεωθούν σε ένα περιβάλλον μεταβαλλόμενων επιτοκίων.

«Σταθερότητα με επίγνωση κινδύνου»

Η Τράπεζα της Ελλάδος εμφανίζεται συγκρατημένα αισιόδοξη. Παρότι η εικόνα είναι σαφώς βελτιωμένη σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία, η έκθεση υπενθυμίζει ότι η ανθεκτικότητα δεν είναι μόνιμη. Η εξάρτηση από τις διεθνείς συνθήκες, η γεωπολιτική αστάθεια και η ανάγκη επιτάχυνσης των μεταρρυθμίσεων συνιστούν παράγοντες που μπορούν να αλλάξουν τα δεδομένα.

Η ουσία, όπως τονίζει η ΤτΕ, είναι να διατηρηθεί η ισορροπία: η πιστωτική επέκταση πρέπει να γίνεται χωρίς υπερβολές, οι δημοσιονομικές επιδόσεις χωρίς χαλάρωση και οι επενδύσεις με μακροπρόθεσμο ορίζοντα.

Η ελληνική οικονομία έχει γυρίσει σελίδα, αλλά η σταθερότητα, όπως υπογραμμίζει η Τράπεζα, «είναι μια συνεχής διαδικασία, όχι τετελεσμένο γεγονός».

ΣΧΕΤΙΚΑ