Οι διεθνείς αβεβαιότητες σκιάζουν και την ελληνική οικονομία -Τι απαντά η Bank of America στο economistas για την Ελλάδα

Shutterstock: rawf8

Η ΕΚΤ μόλις χθες βελτίωσε ελαφρώς το μακροοικονομικό της σενάριο για την Ευρωζώνη, αλλά όποιος παρακολούθησε έστω με τίτλους τις πυρετώδεις διαβουλεύσεις στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για το Ουκρανικό, αλλά και τις σφοδρές συγκρούσεις στις Βρυξέλλες με φόντο τη συμφωνία Mercosur, αντιλαμβάνεται ότι οι αβεβαιότητες εξακολουθούν να σκιάζουν την Ευρώπη και οι κίνδυνοι ελλοχεύουν στη γωνία.

Τα σενάρια της BofA για την Ελλάδα

Από τις εκτιμήσεις του ΥΠΕΘΟ αλλά κι από τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, φαίνεται ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να υπερβαίνει κατά πολύ τον μέσο ευρωπαϊκό όρο ως προς τους ρυθμούς ανάπτυξης. Ωστόσο, φαίνεται ότι στην αγορά κάποιοι κρατάνε μικρότερο «καλάθι», εκτιμώντας ότι οι διεθνείς αβεβαιότητες θα λειτουργήσουν ως βαρίδι για την ελληνική οικονομία. Μεταξύ αυτών και η Bank Of America, η οποία έχει βάλει κάτω από το 2% τον πήχη της ανάπτυξης για το 2026.

Το economistas ζήτησε διευκρινίσεις και ιδού οι απαντήσεις:

Ποιες παραδοχές έλαβε υπόψη η Bank of America για να εκτιμήσει την αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ στο 1,8%, σε σύγκριση με την πρόβλεψη του Υπουργείου Οικονομικών για 2,4%;

Αναμένουμε ότι η πραγματική αύξηση του ΑΕΠ θα φθάσει το 1,8% σε ετήσια βάση το 2026. Η πιο συντηρητική πρόβλεψή μας αντικατοπτρίζει την άποψη ότι, βραχυπρόθεσμα, οι δασμοί και η αβεβαιότητα της παγκόσμιας πολιτικής θα συνεχίσουν να επιβαρύνουν τη δραστηριότητα, ενώ οι χρηματοοικονομικές συνθήκες – συμπεριλαμβανομένων των εξελίξεων στις συναλλαγματικές ισοτιμίες – θα παραμείνουν αυστηρές.

Ωστόσο, πιστεύουμε ότι η ελληνική οικονομία θα διατηρήσει σταθερή ανάπτυξη, υποστηριζόμενη από την ανθεκτική εγχώρια ζήτηση, τις αυξήσεις των πραγματικών μισθών και τις ισχυρές κεφαλαιουχικές δαπάνες που υποστηρίζονται από τη συνεχή διάθεση των κονδυλίων της ΕΕ. Ωστόσο, η εξωτερική ζήτηση είναι πιθανό να παραμείνει αδύναμη λόγω της επιβάρυνσης από τους δασμούς και του υποτονικού παγκόσμιου περιβάλλοντος. Προς το τέλος του 2026 και το 2027, αναμένουμε επιτάχυνση της ανάπτυξης καθώς η εξωτερική ζήτηση θα ανακάμπτει σταδιακά. Το 2027, προβλέπουμε ότι η αύξηση του ΑΕΠ θα ανέλθει από 1,8% το 2026 σε 1,9% σε ετήσια βάση.

Ποιες είναι οι προβλέψεις ή οι προσδοκίες της BofA σχετικά με τα πρωτογενή πλεονάσματα και το δημόσιο χρέος, δεδομένου ότι το μακροοικονομικό σενάριο της BofA διαφέρει από αυτό του Υπουργείου Οικονομικών;

Αναμένουμε ότι το συνολικό δημοσιονομικό έλλειμμα θα φθάσει το 0,5% του ΑΕΠ φέτος, θα μειωθεί στο 0,2% το 2026 και θα επιστρέψει σε ισοσκελισμένο προϋπολογισμό το 2027. Ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ θα συνεχίσει να βελτιώνεται κατά τη διάρκεια της περιόδου πρόβλεψης, μειώνοντας στο 149,3% το 2025, στο 145,2% το 2026 και στο 141,3% το 2027. Η διαφορά μεταξύ των προβλέψεών μας και αυτών του Υπουργείου Οικονομικών αντανακλά κυρίως τις πιο συντηρητικές μας εκτιμήσεις για την ανάπτυξη του ΑΕΠ και τον πληθωρισμό.

Οι προβλέψεις και οι αβεβαιότητες

Σύμφωνα με τις νέες προβλέψεις της ΕΚΤ για την Ευρωζώνη, η ετήσια πραγματική αύξηση του ΑΕΠ προβλέπεται να ανέλθει κατά μέσο όρο σε 1,3% κατά τη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα των προβλέψεων, υποστηριζόμενη από την αύξηση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος, τη μείωση της αβεβαιότητας, την ισχυρή εξωτερική ζήτηση και τα δημοσιονομικά κίνητρα που σχετίζονται με τις δαπάνες για την άμυνα και τις υποδομές.

Η εκτιμώμενη ελαφρά μείωση της αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ, από 1,4% το 2025 σε 1,2% το 2026, θεωρείται συνέπεια των χαμηλότερων μεταφερόμενων επιδράσεων το 2026, μετά την αναμενόμενη κάπως πιο μέτρια αύξηση το δεύτερο εξάμηνο του 2025. Ωθούμενη από την ενίσχυση των μεταφερόμενων επιδράσεων, η ετήσια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί στη συνέχεια και να σταθεροποιηθεί στο 1,4% το 2027-28, αντανακλώντας παρόμοιες μεταφερόμενες επιδράσεις και ετήσιες συνεισφορές κατά τη διάρκεια αυτών των δύο ετών. Σε σύγκριση με τις προβλέψεις του Σεπτεμβρίου 2025, ο πραγματικός ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ αναθεωρήθηκε προς τα πάνω κατά 0,2 ποσοστιαίες μονάδες για το 2025 και το 2026 και κατά 0,1 ποσοστιαίες μονάδες για το 2027.

Ωστόσο, οι αβεβαιότητες παραμένουν. Όπως επισημαίνει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, το παγκόσμιο μακροοικονομικό περιβάλλον διαμορφώνεται ολοένα και περισσότερο από την ενίσχυση του προστατευτισμού, την αναδιάταξη των προτεραιοτήτων πολιτικής στις μεγάλες οικονομίες και τη σταδιακή διολίσθηση προς ένα πιο κατακερματισμένο διεθνές σύστημα. Η μέχρι σήμερα ανθεκτικότητα της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε προσωρινούς παράγοντες, όπως η επιτάχυνση της κατανάλωσης και των επενδύσεων (λόγω των επικείμενων δασμών), η συσσώρευση αποθεμάτων και η απορρόφηση του αυξημένου κόστους των δασμών από τα περιθώρια κέρδους μετά την αύξηση του πληθωρισμού που ακολούθησε την πανδημία, και όχι σε διατηρήσιμη βελτίωση των θεμελιωδών μεγεθών. Καθώς οι βραχυπρόθεσμες αυτές “ανάσες” εξαντλούνται, ο αυξημένος εμπορικός και γεωοικονομικός κατακερματισμός αναμένεται να λειτουργήσουν ως φραγμοί στην παγκόσμια ανάπτυξη.

Βασική εστία κινδύνου για την Ελλάδα είναι το ότι παρά τη βελτίωση των επιμέρους ισοζυγίων, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών παραμένει αισθητά αρνητικό, αντανακλώντας τη διαρθρωτική εξάρτηση της οικονομίας από εισαγόμενα αγαθά και καύσιμα και καθιστώντας την ανάπτυξη ευάλωτη σε μεταβολές των διεθνών τιμών και του παγκόσμιου εμπορίου.

ΣΧΕΤΙΚΑ