Κακός μπελάς η άνοδος του πετρελαίου

Πετρέλαιο/ Φωτογραφία shutterstock

Κόντρα και στην ανοδική τιμή του πετρελαίου, πρέπει να πάει η ελληνική οικονομία στην προσπάθεια της να ανακάμψει μετά την πρωτοφανή κρίση. Ενδεικτικό είναι ότι ακόμα και η ΕΚΤ υποχρεώθηκε σε μεγάλη αναθεώρηση των αρχικών της προβλέψεων για την πορεία του “μαύρου χρυσού” και μάλιστα όχι μόνο για φέτος αλλά και για την επόμενη διετία.

Σύμφωνα με την τελευταία ανάλυση των οικονομολόγων της ΕΚΤ, η διεθνής τιμή του πετρελαίου το 2021 θα διαμορφωθεί στα 63,42 δολάρια, δηλαδή περίπου 11 δολάρια πάνω από τις εκτιμήσεις που είχαν γίνει το προηγούμενο τρίμηνο! Αντίστοιχα, για το 2022 οι παραδοχές ανέβηκαν 8 δολάρια υψηλότερα, δηλαδή στα 63,75 δολάρια και για το 2023 7 δολάρια υψηλότερα, δηλαδή στα 63,76 δολάρια το βαρέλι.

Κι αναρωτιούνται κάποιοι αν αυτή η μεγάλη αναπροσαρμογή μπορεί να απορροφηθεί από την ισοτιμία δολαρίου/ευρώ, οι οικονομολόγοι της ΕΚΤ σπεύδουν να παρατηρήσουν ότι λαμβανομένου υπόψιν και αυτού του παράγοντα, η τιμή του πετρελαίου φαίνεται ότι θα διαμορφωθεί 13-18% υψηλότερα από τις προηγούμενες εκτιμήσεις. Χθες, η τιμή του Brent, μετά την κάμψη των προηγούμενων ημέρων, κατέγραψε άνοδο ξεπερνώντας τα 65 δολάρια το βαρέλι.

Στην Αθήνα παρακολουθούν τις εξελίξεις και σε αυτό το πεδίο. Δεν θα μπορούσαν, άλλωστε, να πράξουν διαφορετικά, από τη στιγμή που ο Προϋπολογισμός “χτίστηκε” τον περασμένο Νοέμβριο με την παραδοχή ότι η τιμή του πετρελαίου θα είναι χαμηλότερη από τα 45 δολάρια. Η αναθεώρηση αυτών των εκτιμήσεων αναμένεται να αποτυπωθεί στο Πρόγραμμα Σταθερότητας που θα υποβληθεί στις Βρυξέλλες και είναι ένας από τους παράγοντες που ελήφθησαν υπόψιν για να τεθεί ο πήχης της φετινής ανάκαμψης στο 3,6%. Προφανές είναι, ωστόσο, ότι οι... κεραίες του υπουργείου Οικονομικών πρέπει να είναι στραμμένες και στην αγορά καυσίμων τους επόμενους μήνες, καθώς για κάθε 10 δολάρια ανόδου των τιμών του πετρελαίου πέρα από το βασικό σενάριο, το ΑΕΠ “ψαλιδίζεται” κατά 0,2-0,3%.

Πέρα, όμως, από τον πονοκέφαλο που προκαλεί η πιθανή επίπτωση στα μακροοικονομικά, στο οικονομικό επιτελείο έχουν κάθε λόγο να προβληματίζονται και για τις επιπτώσεις στην καθημερινότητα νοικοκυριών κι επιχειρήσεων, λόγω του κόστους μεταφορών. Τον περασμένο μήνα καταγράφηκε από τη Στατιστική Αρχή αύξηση 4,7% σε σχέση με το Φεβρουάριο, ωστόσο αυτή είναι η κορυφή του παγόβουνου. Η τιμή της αμόλυβδης χθες βρισκόταν στα 1,60 ευρώ κατά μέσο όρο, όταν την 1η Ιανουαρίου βρισκόταν στα 1,437 ευρώ, κάτι που σημαίνει αύξηση πάνω από 11%. Αν η σύγκριση γίνει, μάλιστα, με την τιμή στις 27 Απριλίου του 2020 (1,328 ευρώ), τότε μιλάμε για αύξηση άνω του 20%.

Έχοντας από τις υψηλότερες τιμές βενζίνης στην Ευρώπη, μοιραία η συζήτηση επιστρέφει στη φορολογία των καυσίμων και όχι αδίκως. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Παρατηρητηρίου Καυσίμων του υπουργείου Ανάπτυξης, από το 1,60 ευρώ της λιανικής τιμής της αμόλυβδης, το 63,83% δηλαδή 1,0213 ευρώ είναι φόροι και τέλη, ενώ το περιθώριο κέρδους εταιριών και πρατηριούχων διαμορφώνεται στα μόλις 0,1155 ευρώ ανά λίτρο!

ΣΧΕΤΙΚΑ