Παρά τη συμφωνία για το Brexit, η Βρετανία είναι χαμένη

Ο Μπόρις Τζόνσον ανακοινώνει την επίτευξη συμφωνίας με την ΕΕ / AP Images

Το απόγευμα της περασμένης Πέμπτης, την παραμονή των Χριστουγέννων, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Βρετανία κατέληξαν σε μία συμφωνία για τη μεταξύ τους μελλοντική σχέση, κλείνοντας ένα θέμα μετά από τέσσερα χρόνια αβεβαιότητας για τον τρόπο με τον οποίο το Λονδίνο θα συνέχιζε το επιχειρείν με το σημαντικότερο προορισμό των εξαγωγών του.

Τα στελέχη των βρετανικών εταιρειών σίγουρα θα αναστέναξαν ανακουφισμένοι στο άκουσμα της είδησης ότι δε θα υπάρχουν δασμοί προς μία αγορά 450 εκατομμυρίων ανθρώπων, που αγοράζει το 40% των βρετανικών εξαγωγών και παρέχει το 50% των εισαγωγών.

Παρά το γεγονός ότι πλέον υπάρχει συμφωνία και η βρετανική οικονομία θα έχει την ευκαιρία να ανακάμψει από την κρίση του κορωνοϊού, η αλήθεια είναι ότι οι απώλειες είναι σημαντικές, ακόμη και αν δε λάβουμε υπ΄ όψιν το θέμα της αλιείας όπου η ΕΕ κατάφερε να επιβάλει τους όρους της.

Οι βρετανικές εταιρείες χάνουν ούτως ή άλλως την απρόσκοπτη πρόσβαση στην ευρωπαϊκή αγορά. Η συμφωνία σημαίνει ότι οι εξαγωγείς δε θα χρειάζεται να πληρώσουν δασμούς πάνω στα προϊόντα τους, όμως τα ίδια τα τιμολόγια για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές θα στοιχίσουν στις βρετανικές εταιρείες 7,5 δισεκατομμύρια στερλίνες ετησίως.

Τα κόστη θα αυξηθούν περαιτέρω σε περίπτωση οι νέοι έλεγχοι στα τελωνεία που δημιουργήσουν καθυστερήσεις ή αν δημιουργηθούν προβλήματα στις αλυσίδες παραγωγής αναγκάζοντας κάποιες επιχειρήσεις να σταματήσουν έστω και προσωρινά την παραγωγή τους.

Το νέο μεταναστευτικό σύστημα της Βρετανίας που θα μπει σε εφαρμογή τον Ιανουάριο είναι φτιαγμένο για να μειώσει τον αριθμό των ανειδίκευτων εργατών που φτάνουν στη χώρα και να σταματήσει αυτό που η κυβέρνηση περιγράφει ως «εξάρτηση από τη φθηνή, ανειδίκευτη εργασία».

Άλλωστε, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η μετανάστευση ήταν από τα θέματα που καθόρισαν το Brexit. Ως μέλος της ΕΕ, η Βρετανία έπρεπε να υιοθετήσει τον κανονισμό για «ελεύθερη διακίνηση» εργαζομένων στην περιοχή. Έτσι ο αριθμός των ευρωπαίων εργαζομένων που φτάνουν στο Ηνωμένο Βασίλειο μειώθηκε σημαντικά από το 2016.

Επίσης, οι βρετανοί αγρότες χρειάζονται από 70.000 έως 80.000 εποχιακούς εργαζομένους το χρόνο, πράγμα που σημαίνει ότι θα αντιμετωπίσουν τεράστιο πρόβλημα με τους νέους κανονισμούς από την επόμενη χρονιά.

Τα προηγούμενα χρόνια της αβεβαιότητας έχουν ήδη κάνει ζημιά στη βρετανική οικονομία. Τα τρία χρόνια μετά το δημοψήφισμα του 2016, η αύξηση του ΑΕΠ επιβραδύνθηκε στο 1,6%, καθώς ουσιαστικά σταμάτησαν οι επενδύσεις των επιχειρήσεων. Ενδεχομένως, η συμφωνία να βοηθήσει, ωστόσο ειδικές έρευνες που έχουν γίνει σε επιχειρηματίες έχουν δείξει ότι πολύ σημαντικό ποσοστό φοβάται για το μέλλον της χώρας εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οι ανησυχίες ότι το Λονδίνο θα χάσει γρήγορα το στάτους του ως η Ευρωπαϊκή χρηματοοικονομική πρωτεύουσα μετά το Brexit αποδείχτηκαν υπερβολικές. Η χώρα παραμένει ο σημαντικότερος εξαγωγέας χρηματοοικονομικών υπηρεσιών στον κόσμο, με πλεόνασμα 60,3 δισεκατομμυρίων στερλινών, ξεπερνώντας ακόμα και τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Παρόλα αυτά όμως, οι εταιρείες μετέφεραν περιουσιακά στοιχεία αξίας 1,2 τρισεκατομμυρίων στερλινών και 7.500 θέσεις εργασίας από τη Βρετανία στην Ευρωπαϊκή Ένωση από το 2016.

ΣΧΕΤΙΚΑ