Στο στόχαστρο οι «ημερομηνίες λήξης» εν μέσω επισιτιστικής κρίσης

Shutterstock

Καθώς φουντώνει η συζήτηση σε ολόκληρο τον κόσμο για το πρόβλημα της σπατάλης φαγητού, ένα πρόβλημα είναι αυτό που μπαίνει στο στόχαστρο: το θέμα της «ανάλωσης κατά προτίμηση πριν …».

Σύμφωνα με ανάλυση του BBC, οι εταιρείες τροφίμων χρησιμοποιούν ετικέτες εδώ και δεκαετίες στην προσπάθεια να προσδιορίσουν το αποκορύφωμα της φρεσκάδας τους. Σε αντίθεση με την «ημερομηνία λήξης» που χρησιμοποιείται σε επικίνδυνα τρόφιμα, όπως το κρέας και τα γαλακτοκομικά, η ετικέτα «ανάλωση κατά προτίμηση πριν …» δεν έχει καμία σχέση με την ασφάλεια του τροφίμου και, μάλιστα, μπορεί να κάνει τους καταναλωτές να πετούν τρόφιμα, τα οποία μπορούν να καταναλωθούν άνετα.

Για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα, βρετανικές αλυσίδες, όπως η Waitrose, η Sainsbury’s και η Marks & Spencer, αφαίρεσαν την «ανάλωση κατά προτίμηση πριν …» από τα πακεταρισμένα φρούτα και λαχανικά. Ενώ έως το τέλος της χρονιάς αναμένεται να ανακοινώσει και η Ευρωπαϊκή Ένωση την πολιτική της για τις ετικέτες – μάλιστα υπάρχει η σκέψη κατάργησης του «ανάλωση κατά προτίμηση πριν …».

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, δεν υπάρχει αντίστοιχη κίνηση για να σταματήσει η χρήση των ταμπελών. Ωστόσο, υπάρχει συζήτηση για στάνταρ ταμπέλες ώστε να ενημερώνονται οι καταναλωτές για την σπατάλη τροφίμων.

Ο ΟΗΕ εκτιμά ότι καταλήγει στα σκουπίδια το 17% της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων κάθε χρόνο, κυρίως από νοικοκυριά. Στις ΗΠΑ έως και το 35% του φαγητού δεν καταναλώνεται ποτέ. Σε αυτό έρχεται να προστεθεί η σπατάλη ενέργειας – νερό, γη και εργασία για την παραγωγή τροφίμων – καθώς και οι αυξημένες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.

Υπάρχουν διάφορες αιτίες για τη σπατάλη τροφίμων, όμως οι αμερικανικές οργανώσεις θεωρούν ότι το 7% των τροφίμων στις ΗΠΑ – δηλαδή 4 εκατομμύρια τόνοι ετησίως – πετιώνται εξ αιτίας της σήμανσης «ανάλωση κατά προτίμηση πριν …».

Υπενθυμίζεται ότι οι ταμπέλες υιοθετήθηκαν από τις εταιρείες τη δεκαετία του 1970 ως απάντηση στις ανησυχίες των καταναλωτών σχετικά με τη φρεσκάδα των τροφίμων. Στις ΗΠΑ, δεν υπάρχουν κανονισμοί που να διέπουν τη σήμανση, οπότε οι εταιρείες καθορίζουν από μόνες τους την ημερομηνία λήξης.

Στη Βρετανία, κάποιες αλυσίδες σούπερ μάρκετ καλούν τους καταναλωτές να χρησιμοποιούν τις αισθήσεις τους, όσον αφορά για παράδειγμα το γάλα ή άλλα προϊόντα που αλλάζουν όψη ή αποκτούν δυσάρεστη μυρωδιά όταν έχουν χαλάσει.

Κάποιοι ψωνίζουν απ’ ευθείας από τους παραγωγούς, πράγμα που σημαίνει ότι τα αυγά, γι’ παράδειγμα, δεν έχουν ετικέτα με την ημερομηνία λήξης, οπότε τα καταναλώνουν έως ότου εντοπίσουν ότι έχουν χαλάσει.

ΣΧΕΤΙΚΑ