Αύξηση κατά 1,97 δισ. ευρώ ή 6,2% σημείωσε το διαθέσιμο εισόδημα του τομέα των νοικοκυριών και των μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων που εξυπηρετούν νοικοκυριά το γ' τρίμηνο πέρυσι.
Για δικαίωση «της μεθοδικής και συστηματικής δουλειάς της κυβέρνησης και του υπουργείου Οικονομικών, αφού είναι ο καρπός, μεταξύ άλλων, των ορθών επιλογών μόνιμης μείωσης φορολογικών συντελεστών και ασφαλιστικών εισφορών αλλά και των πρωτόγνωρων σε ύψος μέτρων στήριξης κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης», έκανε λόγο ο Χρήστος Σταϊκούρας.
Αύξηση κατά 2,15 δισ. ευρώ ή 7% σημείωσε το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και των μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων που εξυπηρετούν νοικοκυριά το β' τρίμηνο εφέτος σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Μείωση κατά 3,3 δισ. ευρώ ή 2,7% (από 121,8 δισ. ευρώ σε 118,5 δισ. ευρώ) σημείωσε πέρυσι το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και των μη κερδοσκοπικών οργανισμών που εξυπηρετούν νοικοκυριά.
Αύξηση 0,8% (από 30,52 δισ. ευρώ σε 30,76 δισ. ευρώ) σημείωσε το διαθέσιμο εισόδημα του τομέα των νοικοκυριών και των μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων που εξυπηρετούν νοικοκυριά, το δ' τρίμηνο.
Μείωση κατά 3,87 δισ. ευρώ (από 32,83 δισ. ευρώ σε 28,96 δισ. ευρώ) ή κατά 11,8% σημείωσε το διαθέσιμο εισόδημα του τομέα των νοικοκυριών και των μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων που εξυπηρετούν νοικοκυριά το β' τρίμηνο.
120 άτομα θα λαμβάνουν 1200 ευρώ κάθε μήνα επί τρία χρόνια, θα τους υποβάλλονται συστηματικά ερωτήσεις και θα συγκρίνονται με μια άλλη ομάδα που δεν θα λαμβάνει το ποσό αυτό.
Η μείωση αυτή του 3% στην πραγματική κατά κεφαλή κατανάλωση είναι η μεγαλύτερη από το 1999 οπότε ξεκίνησε η ερευνητική ομάδα της Εurostat να καταγράφει τα σχετικά στοιχεία.
Ενα στα δέκα νοικοκυριά, σύμφωνα με την έρευνα του ΣΕΛΠΕ, κάθε μήνα καταναλώνει πάνω από το 100% του εισοδήματός του, κάτι που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δανείζεται για να ανταπεξέλθει.
Νέα μελέτη αποκαλύπτει ότι η Ελλάδα έχει έναν από τους μεγαλύτερους ανώτατους φορολογικούς συντελεστές και μάλιστα για σχετικά χαμηλά εισοδήματα.