Την πρώτη θέση σε ένα σύνολο έξι τουριστικών αγορών στην περιοχή της Μεσογείου καταλαμβάνει η Ελλάδα με βάση τις αξιολογήσεις των πελατών των ξενοδοχείων για τη θερινή σεζόν του 2024, έχοντας μάλιστα βελτιώσει τη βαθμολογία της σε σχέση με την αμέσως προηγούμενη χρονιά.
Κι όμως, η Ελλάδα μπορεί και ανταγωνίζεται ισάξια ως προς την τουριστική δαπάνη των Ευρωπαίων, οι οποίοι μπορεί να ξοδεύουν σε πολλές περιπτώσεις περίπου τα ίδια ή ακόμη και περισσότερα σε σχέση με άλλες ανταγωνίστριες αγορές της Μεσογείου, όπως είναι η παγκόσμια τουριστική δύναμη Ισπανία.
Αριθμό ρεκόρ σημείωσε ο αριθμός των κλινών βραχυχρόνιας μίσθωσης τον Αύγουστο του 2024, σύμφωνα με στοιχεία του ΙΝΣΕΤΕ. Επιπλέον, η πληρότητα των καταλυμάτων παρουσιάζει μια σταθερότητα το γ' τρίμηνο του 2024.
Το 2024 παρατηρείται μια συνεχής αύξηση της προσφοράς καταλυμάτων που αντικατοπτρίζει τη δυναμική ανάπτυξης του κλάδου της βραχυχρόνιας μίσθωσης. Η αύξηση αυτή είναι της τάξεως των 20.000 μονάδων κάθε μήνα. Ο αριθμός καταλυμάτων τον Ιούνιο ανήλθε στα 224.860, έναντι 204.578 ένα χρόνο πριν, σύμφωνα με στοιχεία του ΙΝΣΕΤΕ.
Η ποσοστιαία αύξηση των επισκεπτών από τις ΗΠΑ κρίνεται τουλάχιστον εντυπωσιακή, ενώ αν στην εξίσωση προστεθεί η κρίσιμη παράμετρος της κατά κεφαλήν δαπάνης, ανεβαίνει ο δείκτης ευφορίας των επαγγελματιών του κλάδου.
H Ελλάδα είναι από τους πλέον δημοφιλείς προορισμούς για τις μεγάλες αγορές εξερχόμενου τουρισμού της Ευρώπης και μάλιστα, παρά το ανταγωνιστικό μειονέκτημα της χώρας ότι οι περισσότεροι Ευρωπαίοι δηλώνουν σε αυτή τη συγκυρία ότι προτιμούν τα ταξίδια μικρότερων αποστάσεων διάρκειας έως τρείς ώρες.
Το 2020, εκπλήσσοντας ευχάριστα άπαντες εντός κι εκτός Ελλάδας, ο Τουρισμός επέδειξε αντοχές απέναντι στο σοκ της πανδημίας και συνέβαλε στον περιορισμό των τεράστιων απωλειών στο ΑΕΠ.