Χαμηλώνει τον πήχη του φετινού ΑΕΠ η Τράπεζα της Ελλάδας

Φωτό: Eurokinissi

Στα επίπεδα του 2018, δηλαδή στο 1,9%, βάζει η Τράπεζα της Ελλάδας τον πήχη της φετινής ανάπτυξης, καθώς αν και διατηρεί μια δυναμική, δεν μπορεί να μείνει ανεπηρέαστη από την επιβράδυνση στην ευρωζώνη.

«Η εξέλιξη αυτή εκτιμάται ότι θα στηριχθεί στις επιχειρηματικές επενδύσεις, στις εξαγωγές, αλλά και στην άνοδο της ιδιωτικής κατανάλωσης», σημείωσε ο Γ. Στουρνάρας, μιλώντας στο Σύνδεσμο Βιομηχάνων Βορείου Ελλάδας. Ωστόσο, έσπευσε να συμπληρώσει ότι αυτή η πρόβλεψη υπόκειται σε εσωτερικούς και εξωτερικούς κινδύνους.

Όσον αφορά το εσωτερικό περιβάλλον, ιδιαίτερα στο δημοσιονομικό πεδίο, κατά τον Διοικητή της ΤτΕ, η εφαρμογή των αποφάσεων της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι οποίες έκριναν αντισυνταγματικές προγενέστερες περικοπές στις συντάξεις, δρουν επιβαρυντικά στην ανάλυση βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους, καθώς οδηγούν σε προς τα άνω αναθεώρηση της συνταξιοδοτικής δαπάνης και αποτελούν το σημαντικότερο δημοσιονομικό κίνδυνο μεσοπρόθεσμα.

Επίσης, η υψηλή φορολογία και οι καθυστερήσεις στην υλοποίηση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά την επενδυτική εμπιστοσύνη και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.

Επιπλέον, σύμφωνα με το Γ. Στουρνάρα, η πρόσφατη αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 10,9% και η κατάργηση του υποκατώτατου μισθού σε συνδυασμό με τυχόν ανατροπή μεταρρυθμίσεων που βελτιώνουν την ευελιξία στην αγορά εργασίας ενδέχεται να καθυστερήσουν την αποκλιμάκωση της ιδιαίτερα υψηλής ανεργίας και να στρέψουν ορισμένες επιχειρήσεις προς τις άτυπες μορφές απασχόλησης.

Κίνδυνοι για την πορεία της οικονομίας προκύπτουν από την αργή απομείωση του όγκου των ΜΕΔ. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο Διοικητής της ΑΑΔΕ, το ποσοστό των ΜΕΔ στο σύνολο των δανείων των ελληνικών τραπεζών το Δεκέμβριο του 2018 ήταν 45,4% έναντι 3,2% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, υποχωρώντας στα 81,8 δις ευρώ.

Όσον αφορά στα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου δεν έχουν ακόμη αποκτήσει καθεστώς επενδυτικής βαθμίδας και οι αποδόσεις τους αποκλιμακώνονται με πολύ αργούς ρυθμούς, με αποτέλεσμα να παραμένουν σχετικά υψηλές σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες που εξήλθαν από προγράμματα προσαρμογής.

Οι προϋποθέσεις για την επιστροφή στις αγορές

Στην ομιλία του ο κ. Στουρνάρας ανέφερε τις πέντε προϋποθέσεις διατηρήσιμης ανάπτυξης και επιστροφής στις αγορές με βιώσιμους όρους.

«Προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία, να διασφαλιστεί η τακτική και με βιώσιμους όρους χρηματοδότηση του Δημοσίου από τις αγορές και να επιτευχθεί ένα βιώσιμο και εξωστρεφές πρότυπο ανάπτυξης, προτείνονται οι ακόλουθες παρεμβάσεις πολιτικής:

-- Ταχεία αποκλιμάκωση του υψηλού ποσοστού των ΜΕΔ με ενεργοποίηση των σχεδίων της Τράπεζας της Ελλάδος και του Υπουργείου Οικονομικών.

-- Αλλαγή στο μίγμα της δημοσιονομικής πολιτικής προς την κατεύθυνση της μείωσης των φορολογικών συντελεστών και της ανακατανομής της δημόσιας δαπάνης προς εκείνες τις κατηγορίες που επιφέρουν μόνιμο αναπτυξιακό αποτέλεσμα, όπως για παράδειγμα οι δημόσιες επενδύσεις.

-- Συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και των ιδιωτικοποιήσεων (με ενίσχυση των συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στις επενδύσεις, στην κοινωνική ασφάλιση και την υγεία), και ενθάρρυνση της στενής συνεργασίας επιχειρήσεων και ερευνητικών κέντρων (με ενδυνάμωση του τριγώνου γνώσης: εκπαίδευση – έρευνα - καινοτομία) προκειμένου να ενισχυθούν η διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα και η εξωστρέφεια της οικονομίας.

-- Προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων, με την άρση σημαντικών αντικινήτρων, όπως η γραφειοκρατία, η ασάφεια του νομοθετικού και ρυθμιστικού πλαισίου, ιδιαίτερα στις χρήσεις γης, οι καθυστερήσεις στη δικαστική επίλυση των διαφορών, καθώς και οι εναπομείναντες περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων.

-- Διατήρηση της ευελιξίας της αγοράς εργασίας, υποστήριξη των μακροχρόνια ανέργων, ώστε να διασφαλιστούν τα οφέλη σε όρους ανταγωνιστικότητας, αλλά και η αύξηση της απασχόλησης, από την επίπονη μεταρρυθμιστική προσπάθεια που ξεκίνησε το 2010».

«Η ελληνική οικονομία», ολοκλήρωσε την ομιλία του ο διοικητής της ΤτΕ, «συνεχίζει να αναπτύσσεται παρά τη μεγάλη επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας και τις σημαντικές προκλήσεις και τους κινδύνους που αντιμετωπίζει. Για να τεθεί σε στέρεες βάσεις η ανάκαμψη της οικονομίας θα πρέπει να συνεχιστούν απρόσκοπτα η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων, οι ιδιωτικοποιήσεις, η ταχεία αποκλιμάκωση του αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων και η μείωση των υψηλών φορολογικών συντελεστών.

Αυτό θα ενδυναμώσει την εγχώρια οικονομική δραστηριότητα, θα τονώσει τη βιομηχανία και τις εξαγωγές και θα συμβάλει στην προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων. Επιπλέον, θα ενισχύσει τη συμμετοχή των ελληνικών επιχειρήσεων στις διεθνείς αλυσίδες αξίας και θα βοηθήσει στην αναβάθμιση της παραγωγικής δομής της χώρας, που έως τώρα κυριαρχείται από κλάδους μέτριας και χαμηλής τεχνολογίας, και στην αύξηση του τεχνολογικού περιεχομένου και της προστιθέμενης αξίας των εξαγωγών.

Οι επιχειρήσεις της Βορείου Ελλάδος με τη σημαντική συνεισφορά τους στη μεταποίηση και την επιτυχημένη εξαγωγική τους επίδοση συνέβαλαν στην ανάκαμψη της οικονομίας και βοήθησαν στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Από εδώ και στο εξής οι επιχειρήσεις της Βορείου Ελλάδος επωφελούμενες και από τη γεωγραφική τους θέση, καθώς αποτελούν πύλη εισόδου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για πολλές γειτονικές χώρες, καλούνται να διαδραματίσουν έναν ακόμη σημαντικό ρόλο με την ενδυνάμωση των επενδυτικών και εξαγωγικών τους δραστηριοτήτων, έτσι ώστε να συμβάλουν στη στροφή της οικονομίας προς ένα βιώσιμο και εξωστρεφές πρότυπο οικονομικής ανάπτυξης».

ΣΧΕΤΙΚΑ