Από το 2020 και… βλέπουμε οι ελαφρύνσεις στις επιχειρήσεις

Περί τα 400 εκατ. ευρώ παραπάνω έσοδα από τη φορολόγηση των νομικών προσώπων, υπολογίζει ότι θα έχει το υπουργείο Οικονομικών ως το τέλος της επόμενης χρονιάς, σε σχέση με τα όσα «μετρούσε» το περασμένο καλοκαίρι στο Μεσοπρόθεσμο. Και για να μη χαλάσει τη… συνταγή, επέλεξε να «τεμαχίσει» τις ψηφισμένες μειώσεις συντελεστών σε τέσσερα χρόνια, στέλνοντας, μάλιστα, τα πρώτα οφέλη για τις επιχειρήσεις στο… 2020.

Το αρχικά ψηφισμένο αντίμετρο, προέβλεπε ότι οι επιχειρήσεις θα έβλεπαν το φορολογικό τους συντελεστή να «βουτάει» από το 29% στο 26% μέσα στην ίδια χρήση και συγκεκριμένα το 2020, επιλογή που ήταν ήδη προβληματική, καθώς στην κρίσιμη διετία 2019- 2020, που υποτίθεται ότι η οικονομία θα προσπαθεί να ανοίξει τα φτερά της, οι ελληνικές επιχειρήσεις θα παρέμεναν «δεμένες» με υψηλή φορολογία.

Η ανάγκη να πειστούν οι δανειστές, έτσι ώστε να ανάψουν πράσινο φως στη διάσωση των συντάξεων και στις υπόλοιπες εξαγγελίες, έφερε τη μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων ένα χρόνο νωρίτερα, αλλά με μια βασική διαφορά: η μείωση θα είναι κατά τέσσερις μονάδες, αλλά σε τέσσερα διαδοχικά έτη και όχι μια κι έξω, αδυνατίζοντας έτσι τα όποια οφέλη.

Η τροπολογία που κατατέθηκε, άλλωστε, χθες το βράδυ είναι αρκούντως, κατατοπιστική: η απώλεια εσόδων για το Κράτος (άρα η ωφέλεια για τις επιχειρήσεις) ανέρχεται σε 142 εκατ. ευρώ περίπου για το φορολογικό έτος 2019 (εκκαθάριση 2020), σε 247 εκατ. ευρώ περίπου για το φορολογικό έτος 2020 (εκκαθάριση 2021), σε 371 εκατ. ευρώ περίπου για το φορολογικό έτος 2021 (εκκαθάριση 2022) και σε 515 εκατ. ευρώ περίπου για το φορολογικό έτος 2022 (εκκαθάριση 2023).

Ο Προϋπολογισμός που άρχισε να συζητιέται στη Βουλή, είναι λίαν αποκαλυπτικός. Το περασμένο καλοκαίρι, το υπουργείο Οικονομικών υπολόγιζε ότι θα μπουν φέτος στα κρατικά ταμεία περί τα 4,092 δις ευρώ από το φόρο νομικών προσώπων, αλλά στην πορεία έβαλε τον πήχη πιο ψηλά, στα 4,292 δις ευρώ. Όσον αφορά, δε, στο 2019 προσδοκά ότι τα έσοδα από τη φορολογία των επιχειρήσεων θα φτάσουν στα 4,424 δις ευρώ.

Όπως προκύπτει από τους συγκριτικούς πίνακες, η Ελλάδα διατηρεί έναν από τους υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές νομικών προσώπων, παρά τον έντονο ανταγωνισμό στη γειτονιά της. Η Βουλγαρία διατηρεί τη φορολογία της στο 10%, όπως και η γειτονική ΠΓΔΜ, με την οποία, μάλιστα, τα εμπορικά σύνορα ανοίγουν, ενώ ακόμα και η Πορτογαλία έχει φροντίσει έτσι ώστε να διατηρήσει το φορολογικό συντελεστή νομικών προσώπων στο 21%.

Είναι, δε, ενδεικτικό ότι ενώ στην τελευταία του Έκθεση ο ΟΟΣΑ καταγράφει σαφείς τάσεις μείωσης των φόρων στις επιχειρήσεις, προκειμένου να γίνουν οι οικονομίες πιο ελκυστικές για επενδύσεις, η Ελλάδα δεν ακολουθεί τον κανόνα. Αντιθέτως, «πρωταγωνιστεί» σε φορολογικές… πρωτοτυπίες, όπως η φορολόγηση των ηλεκτρονικών τσιγάρων κι ως εκ τούτου δεν πρέπει να εκπλήσσει το γεγονός ότι η Ελλάδα χαρακτηρίζεται πρωταθλήτρια στην αύξηση των φόρων ως ποσοστό του ΑΕΠ, την περίοδο της κρίσης.

ΣΧΕΤΙΚΑ