Αποκαλυπτήρια στο νέο σύστημα επικουρικών συντάξεων

Φωτογραφία: AP Images

Αύριο παρουσιάζεται στο Υπουργικό Συμβούλιο και την Πέμπτη βγαίνει στον «αέρα», με στόχο να φτάσει στη Βουλή μέσα στο πρώτο 15νθήμερο του Ιουλίου. Ο λόγος για μια ακόμα εμβληματική μεταρρύθμιση- μετά το εργασιακό- που η κυβέρνηση είχε εντάξει εξαρχής στο σχεδιασμό της: το νέο σύστημα επικουρικής ασφάλισης.

Το πρώτο πράγμα που σημειώνουν αρμόδιες πηγές, είναι ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να ανακαλύψει την… πυρίτιδα. Αντιθέτως, είναι ίσως από τις ελάχιστες εξαιρέσεις χωρών, που εφαρμόζουν το ίδιο σύστημα για κύριες κι επικουρικές συντάξεις. Το παράδειγμα των Σκανδιναβικών χωρών, που εφαρμόζουν εδώ και χρόνια το κεφαλαιοποιητικό σύστημα και παράλληλα φημίζονται για το Κράτος Πρόνοιας, είναι μια πρώτη απάντηση σε όσους διατυπώνουν επιφυλάξεις για τη σκοπιμότητα των σχεδιαζόμενων αλλαγών.

Ποια είναι η σκοπιμότητα αυτών των αλλαγών; Τι είναι αυτό που συνηγορεί στην αναγκαιότητα μετάβασης στο κεφαλαιοποιητικό σύστημα; Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, τρεις είναι οι βασικοί λόγοι:

1) 1. το σύστημα ως έχει- δηλαδή οι εργαζόμενοι να καλύπτουν με τις εισφορές τους τις επικουρικές των συνταξιούχων- είναι μαθηματικά βέβαιο ότι οδηγείται σε αδιέξοδο. Όποιος ρίξει μια ματιά στο λόγο εργαζομένων/ συνταξιούχων σε βάθος 30, 40, 50 ετών, μπορεί να διαπιστώσει δια γυμνού οφθαλμού ότι ο λογαριασμός δεν «βγαίνει», κοινώς ότι η αντιστροφή της ηλικιακής πυραμίδας είναι καταδικαστική

2) 2. η υψηλότερη απόδοση, που θα προσφέρει το νέο σύστημα στους εργαζόμενους. Αντί των σημερινών, σχεδόν μηδενικών αποδόσεων, που «προσφέρει» το «παρκάρισμα» των εισφορών, υπολογίζεται ότι με άκρως συντηρητικές προβλέψεις η ετήσια απόδοση μπορεί να είναι τουλάχιστον 3%. Η αντίστοιχη διαχείριση από ταμεία σε άλλες χώρες έχει προσφέρει αποδόσεις ακόμα και άνω του 7%

3) 3. η τόνωση της οικονομίας, με τη μόχλευση όλων αυτών των κεφαλαίων, από τις εισφορές των νέων εργαζομένων

Φυσικά αν ήταν όλα ρόδινα, η μετάβαση στο νέο σύστημα θα είχε γίνει προ πολλού, εξ ου και οι αναλογιστικές μελέτες που συνοδεύουν το νομοσχέδιο, με στόχο να απαντηθούν καίρια ερωτήματα για τα αποκαλούμενα «αγκάθια» του νέου συστήματος.

Το πρώτο ερώτημα αφορά στην τύχη των σημερινών συνταξιούχων, αλλά και όσων εργαζομένων υπερβαίνουν το 35ο έτος της ηλικίας τους άρα δεν έχουν το δικαίωμα- ακόμα κι αν το επιθυμούν- να ενταχθούν στο νέο σύστημα. Από τη στιγμή που οι νέοι εργαζόμενοι δεν θα συνεισφέρουν, πλέον, στο παλιό σύστημα αλλά θα «χτίζουν» το δικό τους «κουμπαρά», το ερώτημα που τίθεται είναι ποιο είναι το κόστος της μετάβασης και βέβαια αν υπάρχει κίνδυνος να μειωθούν οι σημερινές επικουρικές.

Όσον αφορά στο κόστος της μετάβασης, αρμόδιες πηγές επισημαίνουν ότι τα όσα αναφέρονται για 50-60 δις ευρώ είναι το ακαθάριστο κόστος, χωρίς δηλαδή να συνυπολογίζεται το όφελος από τη μόχλευση όλων αυτών των κεφαλαίων. Επί της ουσίας, οι ίδιες πηγές επιμένουν ότι το νέο σύστημα σε βάθος 40 ετών θα είναι αυτοχρηματοδοτούμενο- λόγω της οικονομικής μεγέθυνσης- ενώ το κόστος της πρώτης δεκαετίας θα είναι μικρό και θα καλυφθεί είτε από το ΑΚΑΓΕ είτε από ειδικό πόρο του Προϋπολογισμού. Με αυτό το δεδομένο, οι ίδιες πηγές επισημαίνουν ότι δεν πρόκειται να μειωθούν οι σημερινές επικουρικές συντάξεις. Από τη δημοσίευση των αναλογιστικών μελετών θα φανεί, πάντως, τι παραδοχές έγιναν για τους μελλοντικούς ρυθμούς ανάπτυξης, προκειμένου να καταλήξει το υπουργείο Εργασίας στο συμπέρασμα ότι το νέο σύστημα θα είναι αυτοχρηματοδοτούμενο.

Το δεύτερο ερώτημα έχει να κάνει με την ασφάλεια των επενδύσεων αυτών των εισφορών. Το όχι και τόσο μακρινό δυσάρεστο προηγούμενο των δομημένων ομολόγων, αλλά και οι έντονες αναταράξεις των αγορών είτε λόγω της τραπεζικής κρίσης, είτε λόγω της κρίσης Χρέους είτε λόγω της πανδημίας, ενισχύει τα επιχειρήματα όσων εκφράζουν προβληματισμούς για την ασφάλεια των τοποθετήσεων σε μετοχές, ομόλογα, αμοιβαία.

Αυτό που απαντούν αρμόδιες πηγές είναι πως όταν η δουλειά γίνεται με επαγγελματικούς όρους- σαφής αιχμή για το πώς χειρίστηκαν οι τότε διοικήσεις των ταμείων το θέμα των δομημένων ομολόγων- υπάρχει σχετική ασφάλεια. Σε πρώτη φάση, άλλωστε, ο αρμόδιος φορέας θα είναι δημόσιος, ενώ οι ασφαλισμένοι θα έχουν τη δυνατότητα επιλογής ανά 3ετία του μίγματος των επενδύσεων. Σε κάθε περίπτωση, το νομοσχέδιο θα προβλέπει ότι το νέο σύστημα θα είναι εγγυημένου κεφαλαίου, ενώ θα συνυπολογίζεται και ο πληθωρισμός.

ΣΧΕΤΙΚΑ