Το σχέδιο για τη νέα Φορολογική Διοίκηση

Φωτογραφία από EUROKINISSI/ ΓΙΕΝΑΝΤΑ ΝΤΕΛΑΪ

Από τη μια η ανάγκη να γίνει πιο φιλικό προς τους επενδυτές και τους πολίτες κι από την άλλη πιο αποτελεσματικό απέναντι σε φοροδιαφυγή- λαθρεμπόριο, το φορολογικό πλαίσιο ετοιμάζεται να περάσει στη νέα εποχή, με καταλύτη το Σχέδιο Ανάκαμψης.

Η Ελλάδα αναμφίβολα έχει πραγματοποιήσει σημαντικές μεταρρυθμίσεις τα τελευταία χρόνια με στόχο την αποκατάσταση μακροχρόνιων αδυναμιών στην είσπραξη φόρων και τη φορολογική συμμόρφωση. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις αύξησαν την αποτελεσματικότητα της Φορολογικής Διοίκησης και αυτό αποτυπώνεται στα νούμερα. Θα ήταν, όμως, ανεδαφικό να υποστηρίξει κανείς ότι δεν υπάρχουν προβλήματα.

Η Ελλάδα έλαβε το 2019 και το 2020, σύσταση από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σχετικά με τη συνέχιση και την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων για τις μετά - προγραμματικές δεσμεύσεις της, που συμπεριλάμβανε και τομείς που σχετίζονται με την ενίσχυση της διαχείρισης εσόδων, καθώς και με τον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης και τη συνεχή καταπολέμηση της διαφθοράς. Επιπλέον, το 2020, η Ελλάδα έλαβε σύσταση από το Συμβούλιο, σύμφωνα με την οποία ζητήθηκε η βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της ψηφιοποίησης της δημόσιας διοίκησης. Σύμφωνα, λοιπόν, με το Σχέδιο Ανάκαμψης, που μπήκε, πλέον, σε φάση υλοποίησης, οι κύριες προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν περιλαμβάνουν τα εξής:

Κωδικοποίηση του φορολογικού νομοθετικού πλαισίου: Η πολυπλοκότητα των διατάξεων της φορολογικής νομοθεσίας και η έλλειψη κωδικοποίησης οδηγούν συχνά σε δυσκολίες στην ερμηνεία και στην εφαρμογή, δημιουργώντας νομική αβεβαιότητα και αυξάνοντας το βάρος για το δικαστικό σύστημα. Επιπλέον, αυτά τα φαινόμενα αυξάνουν σημαντικά τη διοικητική επιβάρυνση για τα νομικά πρόσωπα και τις επιχειρήσεις, μειώνουν την αποτελεσματικότητα των διαδικασιών είσπραξης εσόδων και ενδέχεται επίσης να λειτουργήσουν ως αντικίνητρο για τις επενδύσεις, ιδίως για τις νεοσύστατες επιχειρήσεις.

Καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της παραοικονομίας: Παρά τη σημαντική πρόοδο που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια, η φοροδιαφυγή και η ανεπίσημη / σκιώδης οικονομία εξακολουθούν να αποτελούν σημαντικές προκλήσεις. Εκτιμήσεις ανεβάζουν τη “γκρίζα” οικονομία στο 40% του ΑΕΠ. Και τα δύο φαινόμενα συνεπάγονται όχι μόνο απώλεια εισπραχθέντων εσόδων, αλλά και πιθανώς στρεβλωμένη κατανομή της φορολογικής επιβάρυνσης, μειωμένη οικονομική αποδοτικότητα και κοινωνική αδικία. Σύμφωνα με τις δεσμεύσεις, που ανέλαβε η Αθήνα απέναντι στις Βρυξέλλες, μέτρα εξορθολογισμού που παρέχουν κίνητρα για αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, βελτιωμένους μηχανισμούς παρακολούθησης καθώς και προσπάθειες ενίσχυσης της φορολογικής συμμόρφωσης και της πειθαρχίας των πληρωμών αποτελούν σημαντικές προτεραιότητες και πρέπει να ενισχυθούν περαιτέρω προκειμένου να καταπολεμηθεί η φοροδιαφυγή και να μειωθεί το κομμάτι της οικονομικής δραστηριότητας που πραγματοποιείται εκτός της επίσημης οικονομίας.

Μείωση του κόστους συμμόρφωσης και του διοικητικού κόστους: Η συμμόρφωση με τις φορολογικές διατάξεις και τη νομοθεσία ήταν παραδοσιακά σχετικά αδύναμη και είχε συμβάλει στο παρελθόν σε δημοσιονομικές ανισορροπίες. Κατά τα προηγούμενα χρόνια, η αυξανόμενη χρήση ηλεκτρονικών συναλλαγών, καθώς και η εντατικοποίηση των στοχευμένων ελέγχων από τη φορολογική διοίκηση, είχε ως αποτέλεσμα σημαντικές βελτιώσεις στη συμμόρφωση και στην ενίσχυση της νοοτροπίας πληρωμών. Περαιτέρω πρόοδος προς την ίδια κατεύθυνση θα πρέπει να γίνει με την αντιμετώπιση ζητημάτων που καθιστούν δύσκολη την ανίχνευση της μη συμμόρφωσης ή με την παροχή κινήτρων για τέτοιες συμπεριφορές. Αυτά τα ζητήματα σχετίζονται τόσο με την αυξημένη αυτοματοποίηση των διαδικασιών ελέγχου, όσο και με τις μεταρρυθμίσεις, που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση μακρών διαδικασιών επίλυσης φορολογικών διαφορών, ή της νομικής αβεβαιότητας ως αποτέλεσμα της πολυπλοκότητας του νομικού πλαισίου.

Αύξηση της αποτελεσματικότητας της φορολογικής διοίκησης: Έχουν πραγματοποιηθεί σημαντικές θεσμικές μεταρρυθμίσεις προκειμένου να αυξηθεί η διαφάνεια, η λογοδοσία και η αποτελεσματικότητα του φορολογικού συστήματος. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να ενισχυθούν περαιτέρω και να συμπληρωθούν από σημαντικές επενδύσεις στον εκσυγχρονισμό και στην ψηφιοποίηση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Οι προτεινόμενες επενδύσεις θα πρέπει να επικεντρώνονται στην ανάπτυξη συστημάτων και εργαλείων πληροφορικής, που θα διευκολύνουν τη μετατροπή της ΑΑΔΕ σε έναν σύγχρονο, ευέλικτο και αποτελεσματικό οργανισμό προκειμένου να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις όσον αφορά το ανεπαρκές επίπεδο ψηφιοποίησης και τη σχετικά περιορισμένη χρήση σύγχρονων τεχνολογιών σε ορισμένους τομείς ενισχύοντας ουσιαστικά τις δυνατότητες και την αποτελεσματικότητα της. Οι ισχυρότερες δυνατότητες έχουν ιδιαίτερη σημασία όσον αφορά τους φορολογικούς ελέγχους, καθώς ο εκσυγχρονισμός σε αυτόν τον τομέα μπορεί να έχει ισχυρό αντίκτυπο και υπό το πρίσμα της φορολογικής συμμόρφωσης.

ΣΧΕΤΙΚΑ