Διαφορά 300 εκατ. ευρώ στους υπολογισμούς για το πλεόνασμα

Ήλθαν, είδαν, κατέγραψαν και απήλθαν τα τεχνικά κλιμάκια των Ευρωπαίων, χωρίς να πείθονται- επί του παρόντος- ότι το πλεόνασμα του 2019 θα είναι όσο το εκτιμά το ελληνικό υπουργείο Οικονομικών, ενισχύοντας έτσι την αίσθηση ότι η υπόθεση των συντάξεων θα κριθεί το παρά 1’.

Σύμφωνα με πληροφορίες, οι εκτιμήσεις των Ευρωπαίων από τους υπολογισμούς της Αθήνας, απέχουν περίπου 300 εκατ. Ευρώ. Αν και έχει σημειωθεί πρόοδος σε σχέση με τη διαφορά των 600 εκατ. Ευρώ, που υπήρχε μέχρι πριν από μερικές εβδομάδες, η απόκλιση αυτή δεν είναι αμελητέα, αν λάβει κανείς υπόψιν ότι ο σχεδιασμός του υπουργείου Οικονομικών καταλήγει σε οριακή υπέρβαση του στόχου για πλεόνασμα 3,5%: μόλις 190 εκατ. ευρώ.

Η χθεσινή συνεδρίαση του Euroworking Group δεν επεφύλασσε ειδήσεις, πόσο μάλλον ευχάριστες εκπλήξεις για την ελληνική πλευρά, η οποία στο μικρό χρονικό διάστημα που απομένει ως τη δημοσιοποίηση της Έκθεσης της Κομισιόν στις 20 Νοεμβρίου, θα πρέπει είτε να πείσει τους Ευρωπαίους ότι οι εκτιμήσεις τους είναι υπερσυντηρητικές είτε να επιλέξει πώς θα καλύψει αυτή τη διαφορά με παρεμβάσεις στις συντάξεις και στις εξαγγελίες της ΔΕΘ.

Ξεκινώντας από την πρώτη εναλλακτική, η ελληνική πλευρά καλείται επί της ουσίας να διασκεδάσει τους προβληματισμούς των Ευρωπαίων τεχνοκρατών για την απόδοση συγκεκριμένων κωδικών του Προϋπολογισμού. Πρόκειται για τα έσοδα από τη φορολογία εισοδήματος και τις ασφαλιστικές εισφορές. Οι αρρυθμίες στις εισπράξεις του Σεπτεμβρίου είναι μάλλον η κορυφή του παγόβουνου, καθώς και οι ξένοι τεχνοκράτες έχουν επισείσει προ πολλού τον κίνδυνο της φοροδοτικής κόπωσης από συγκεκριμένες εισοδηματικές κατηγορίες φορολογούμενων, που έχουν επωμιστεί την τελευταία 3ετία το βάρος των εσόδων. Με αυτό, άλλωστε, το σκεπτικό και το ΔΝΤ και οι Ευρωπαίοι- δεν είναι τυχαίες οι δηλώσεις του Κ. Ρέγκλινγκ- προκρίνουν την επιλογή των φοροελαφρύνσεων μέσω του υπερπλεονάσματος αντί της αποφυγής των περικοπών στις συντάξεις. Δεν πρέπει να ξεχνάει, άλλωστε, κανείς ότι με βάση τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα έχει ανακηρυχθεί πρωταθλήτρια στις αυξήσεις φόρων τα τελευταία χρόνια, με «επίδοση» 3% του ΑΕΠ.

Αντίστοιχα, θεωρούνται υπεραισιόδοξες οι προβλέψεις για συνεχή πλεονάσματα στον ΕΚΦΑ, ειδικά από τη στιγμή που προγραμματίζεται μείωση των ασφαλιστικών εισφορών. Η κυβέρνηση υποστηρίζει, μάλιστα, ότι η αρχική απώλεια των 229 εκατ. ευρώ θα περιοριστεί σε 177 εκατ. ευρώ, επειδή θα ανέβει η… εισπραξιμότητα.

Με αυτά τα δεδομένα κι έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού τους ότι η δυναμική του ΑΕΠ μπορεί να ανακοπεί λόγω εσωτερικών διεργασιών (εκλογικός κύκλος) αλλά κι εξωτερικών αναταράξεων, θεωρείται εξαιρετικά δύσκολο αν όχι απίθανο να ολοκληρωθούν οι διαβουλεύσεις με ταύτιση απόψεων για το μέγεθος του υπερπλεονάσματος.
Και κάπως έτσι καταλήγουμε στη δεύτερη εναλλακτική, δηλαδή στα βήματα που πρέπει να κάνει η Αθήνα, προκειμένου να συναντήσει τους Ευρωπαίους στο Eurogroup της 3ης Δεκεμβρίου. Δεδομένη είναι η πρόθεση της κυβέρνησης να μην κοπεί ούτε μισό ευρώ από τις συντάξεις, οπότε θα υποχρεωθεί να επιλέξει ποια ή ποιες από τις εξαγγελίες, που κοστίζουν 765 εκατ. Ευρώ θα αναβληθεί ή θα «απλωθεί» σε βάθος τετραετίας.

Θα πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι ακόμα κι έτσι δεν είναι βέβαιο ότι θα αποφύγει το pressing από τους Ευρωπαίους για τις συντάξεις, με δεδομένο ότι χαρακτηρίζονται ως «υψηλής ποιότητας» δημοσιονομικό μέτρο, που μπορεί να «κλειδώσει» τους στόχους των πλεονασμάτων ως το τέλος του 2022, καθώς αποδίδει 2,1 δις ευρώ. Έτσι, ακόμα κι αν αποφύγει η Αθήνα το σενάριο της μερικής μείωσης των συντάξεων το 2019, είναι μάλλον βέβαιο ότι οι Ευρωπαίοι θα επιβάλουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο την αναστολή του μέτρου, προκειμένου να μπορεί να ενεργοποιηθεί όταν κριθεί αναγκαίο.

ΣΧΕΤΙΚΑ