Η Ελλάδα έχασε πόντους στους δείκτες οικονομικής ελευθερίας -Σε ποια θέση βρίσκεται

Ελληνική Οικονομία/ Φωτογραφία shutterstock

«Ήτανε στραβό το κλίμα, το έφαγε και ο γάιδαρος», λέει η σοφή ελληνική παροιμία, που ταιριάζει γάντι στις μετρήσεις για τους βαθμούς οικονομικής ελευθερίας.

Κι αυτό γιατί μπορεί οι κρατικές παρεμβάσεις, για την άμβλυνση των επιπτώσεων της υγειονομικής κρίσης, να αλλοιώνουν έστω τεχνικά το προφίλ μιας «ανοικτής» οικονομίας, ωστόσο επ’ ουδενί εξηγούν επαρκώς το γιατί η Ελλάδα βρίσκεται στον πάτο της κατάταξης των ευρωπαϊκών κρατών, τα οποία και αυτά έλαβαν αντίστοιχα μέτρα στήριξης.

Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Σήμερα, το ΚΕΦίΜ σε συνεργασία με το καναδικό Ινστιτούτο Fraser δημοσίευσαν τη φετινή μελέτη του Δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας, όπου η Ελλάδα κάνει μια “βουτιά” 9 θέσεων και «κάθεται» στην 85η θέση ανάμεσα σε 165 χώρες. Ειδικότερα, η μελέτη κατατάσσει την Ελλάδα στη 12η χειρότερη θέση παγκοσμίως ως προς το μέγεθος του κράτους και η συνολική επίδοση την τοποθετεί ανάμεσα στην Σερβία και τη Σαουδική Αραβία.

Σύμφωνα με τη μελέτη, ιδιαίτερα προβληματικό χαρακτηρίζεται το γεγονός ότι η Ελλάδα καταλαμβάνει την τελευταία θέση ανάμεσα σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ, με την αμέσως προηγούμενη χώρα στην ΕΕ (Πολωνία, 80η) να βρίσκεται 5 θέσεις πιο ψηλά. Η κατάταξη της Ελλάδας στα πέντε βασικά πεδία του δείκτη είναι:

Μέγεθος του κράτους: 153η θέση

Κράτος δικαίου και ιδιοκτησιακά δικαιώματα: 54η θέση

Πρόσβαση σε ισχυρό νόμισμα: 75η θέση

Ελευθερία στο διεθνές εμπόριο: 18η θέση

Ρυθμιστικό περιβάλλον στην τραπεζική πίστη, τα εργασιακά και την επιχειρηματικότητα: 143η θέση.

Για την κατάταξη αξιοποιούνται δεδομένα του 2020, δηλαδή ενσωματώνονται οι στρεβλώσεις που προκάλεσε η πανδημία κι αυτό δημιουργεί την προσδοκία ότι στην επόμενη μελέτη η Ελλάδα θα ανέβει θέσεις. Σε αυτό ακριβώς το στοιχείο αναφέρεται ο πρόεδρος του ΚΕΦίΜ, Αλέξανδρος Σκούρας, παρατηρώντας ότι “η πτώση 9 θέσεων που καταγράφει φέτος η Ελλάδα στον Δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας μπορεί ως ένα βαθμό να οφείλεται στο μέγεθος της έκτακτης κρατικής στήριξης για την ενίσχυση της οικονομίας, όμως σε κάθε περίπτωση είναι μια πολύ ανησυχητική εξέλιξη που πρέπει να λειτουργήσει ως συναγερμός για τους αρμόδιους για τη χάραξη πολιτικών και ευρύτερα τους πολίτες της χώρας.”

Ο Δείκτης Οικονομικής Ελευθερίας μετρά τον τρόπο με τον οποίο οι πολιτικές και οι θεσμοί των 165 χωρών του Δείκτη υποστηρίζουν την οικονομική ελευθερία. Το Ινστιτούτο Fraser εκπονεί την ετήσια μελέτη για την Οικονομική Ελευθερία στον Κόσμο σε συνεργασία με ένα δίκτυο ανεξάρτητων ερευνητικών και εκπαιδευτικών ινστιτούτων από περίπου 100 χώρες, μεταξύ των οποίων είναι το ΚΕΦίΜ. Πρόκειται για μια πρωτότυπη μέτρηση της οικονομικής ελευθερίας, που υπολογίζεται βάσει των θεσμών και των πολιτικών που εφαρμόζει κάθε χώρα σε πέντε πεδία: το μέγεθος του κράτους· το κράτος δικαίου και τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα · την πρόσβαση σε ισχυρό νόμισμα· την ελευθερία στο διεθνές εμπόριο· και το ρυθμιστικό περιβάλλον στην τραπεζική πίστη, τα εργασιακά και την επιχειρηματικότητα.

Σύμφωνα με έγκριτα επιστημονικά περιοδικά με αξιολόγηση από ομότιμους κριτές (peer-reviewed journals) επιβεβαιώνεται σταθερά ότι οι άνθρωποι που ζουν σε χώρες με μεγάλο βαθμό οικονομικής ελευθερίας απολαμβάνουν υψηλότερο επίπεδο ευημερίας, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, καθώς και μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής.

Στην κορυφή του δείκτη βρίσκονται και φέτος το Χονγκ Κονγκ και η Σιγκαπούρη, καταλαμβάνοντας την 1η και τη 2η θέση αντίστοιχα. Η Ελβετία, η Νέα Ζηλανδία και η Δανία συμπληρώνουν την πεντάδα των χωρών με τις καλύτερες επιδόσεις παγκοσμίως. Οι 5 χώρες με τη χαμηλότερη βαθμολογία στον φετινό δείκτη είναι η Αργεντινή, η Συρία, η Ζιμπάμπουε, το Σουδάν και τελευταία η Βενεζουέλα.

ΣΧΕΤΙΚΑ