Τι τρέχει με τις γερμανικές επενδύσεις στην Ελλάδα;
Κι ενώ όλοι ή σχεδόν όλοι, είχαν την εντύπωση ότι η γερμανική παρουσία στην Ελλάδα ισχυροποιείται χρόνο με τον χρόνο, τα στοιχεία φανερώνουν μια διαφορετική εικόνα, που αν μη τι άλλο προβληματίζει, αν αναλογιστεί κανείς ότι το οικονομικό επιτελείο «ποντάρει» σε μια αύξηση των επενδύσεων (8,4% φέτος) για να διατηρηθεί η αναπτυξιακή τροχιά της χώρας.
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της ΤτΕ, όπως τα επεξεργάστηκε το Γραφείο Οικονομικών κι Εμπορικών Υποθέσεων της πρεσβείας στο Βερολίνο, το απόθεμα των γερμανικών επενδύσεων στο τέλος του 2023 διαμορφώθηκε σε περίπου 8 δισ ευρώ, σημειώνοντας κάμψη 1,3% και καταλαμβάνοντας μικρότερο μερίδιο (13,5% έναντι 16,2%) επί του συνόλου των Άμεσων Ξένων Επενδύσεων. Μάλιστα, αν και παρέμεινε στη δεύτερη θέση, η Γερμανία ήταν η μόνο χώρα με μείωση του αποθέματός της μεταξύ των πρώτων δέκα χωρών- επενδυτών στην Ελλάδα.
Την κάμψη των επενδεδυμένων γερμανικών κεφαλαίων στην Ελλάδα (-5,4% σε ετήσια βάση) επιβεβαιώνουν και τα στοιχεία της Ομοσπονδιακής Τραπέζης της Γερμανίας.
Οι διαπιστώσεις
Αν και η γερμανική επενδυτική παρουσία στην Ελλάδα είναι διαχρονικά εξαιρετικά ισχυρή, το μερίδιο των γερμανικών ΑΞΕ στη χώρα μας, ως ποσοστό του συνόλου των γερμανικών επενδυτικών ροών στο εξωτερικό είναι αρκετά χαμηλό.
Το γερμανικό επενδυτικό ενδιαφέρον στην Ελλάδα εστιάζεται καταρχήν στον κλάδο ενέργειας (κυρίως ΑΠΕ), ιδίως μετά την ενεργειακή κρίση, ως απότοκο του πολέμου στην Ουκρανία και της σημασίας που αποδίδει η Γερμανία στη διαδικασία της Ενεργειακής Μετάβασης. Γερμανικό επενδυτικό ενδιαφέρον εστιάζεται σε κλάδους μεταφορών/υποδομών (περιλαμβανομένων των τεχνολογικών περιβάλλοντος / βιώσιμης αστικής κινητικότητας / έξυπνων πόλεων), ΤΠΕ / τεχνητής νοημοσύνης / ψηφιακής μετάβασης, όπου η χώρα μας εν μέσω πανδημίας επέδειξε σημαντική και ταχεία πρόοδο. Κλάδοι αιχμής, όπως Real Estate, Logistics, φαρμακοβιομηχανία, προσελκύουν επίσης γερμανικό επενδυτικό ενδιαφέρον.
Μεταξύ των δραστηριοποιουμένων γερμανικών εταιρειών στην Ελλάδα συγκαταλέγονται οι Deutsche Telekom, Abo Wind, Allianz, Bayer, Böhringer-Ingelheim, DHL, Mercedes Benz, NokiaSiemens Networks, Siemens, Lidl, Robert Bosch, RWE, Siemens, Beiersdorf, Osram, Henkel, SAP, Fraport AG, Big Dutchman, Next.e.GO Mobile SE, Volkswagen, RWE, Team Viewer CGS, Comquent, P&I, Onelity, Prodyna, MVI, Infoteam, κ. ά.
Σύμφωνα με το Γραφείο ΟΕΥ, αξίζει να σημειωθεί το πολλαπλασιαστικό όφελος των εν λόγω επενδύσεων για τη χώρα μας, αφού γερμανικές εταιρείες τα τελευταία χρόνια επιλέγουν την Ελλάδα για την εγκατάσταση μονάδων παραγωγής τους και όχι απλώς ίδρυσης υποκαταστημάτων, διαμέσου των οποίων επιτυγχάνεται διαχρονικά μεταφορά τεχνογνωσίας και εμπειρίας. Μετά τα χρόνια της οικονομικής κρίσης και της πανδημίας, η Ελλάδα οφείλει να εκμεταλλευθεί το ανωτέρω επιτυχές momentum και να εστιάσει σε ανωτέρω τομείς στρατηγικού ενδιαφέροντος για γερμανικές επενδύσεις στη χώρα, τόσο στον πρωτογενή, όσο και στον δευτερογενή τομέα.
Ελληνικές εξαγωγές
Τροφή για σκέψη δίνουν και τα στοιχείων των ελληνικών εξαγωγών στη Γερμανία. Η χώρα μας κατατάσσεται διαχρονικά σε χαμηλή θέση μεταξύ των προμηθευτών της Γερμανίας, ως προς τα περισσότερα εξαγωγικά της προϊόντα, ενώ αντίθετα το διμερές εμπόριο υπηρεσιών παραμένει
πλεονασματικό για την Ελλάδα, κυρίως χάρη στον τουρισμό.
Η σύνθεση και διαστρωμάτωση των ελληνικών εξαγωγών προς Γερμανία κυριαρχείται από προϊόντα των κλάδων εντάσεως εργασίας, τα οποία υφίστανται ισχυρό ανταγωνισμό από ομοειδή προϊόντα χωρών χαμηλού εργατικού κόστους παραγωγής εν αντιθέσει με τη δομή των γερμανικών
εξαγωγών προς Ελλάδα, όπου δεσπόζουν βιομηχανικά προϊόντα υψηλής προστιθεμένης αξίας, γεγονός το οποίο αντανακλάται στο διευρυμένο εμπορικό έλλειμμα εις βάρος της Ελλάδος. Επίσης τα ελληνικά προϊόντα με ενσωματωμένη τεχνολογία έχουν μικρή συμμετοχή στη διάρθρωση των εξαγωγών της χώρας μας προς Γερμανία, με δεδομένο ότι κύρια εξαγώγιμα προϊόντα είναι αγροδιατροφικής και γεωργικής φύσης.
Σταθερή είναι πάντως η άνοδος εξαγωγών κορυφαίων ελληνικών ΠΟΠ προϊόντων στη Γερμανία, ως δείγμα αναγνώρισης ποιοτικής υπεροχής τους σε σύγκριση με τα ομοειδή ανταγωνιστριών χωρών Ελλάδας. Από τις 15 κορυφαίες εξαγώγιμες κατηγορίες ελληνικών προϊόντων προς τη Γερμανία το 2024, οι 5 ανήκουν στον αγροδιατροφικό τομέα. Σημαντική αύξηση κατέγραψε το ελαιόλαδο, με άνοδο 39,2%, σε σχέση με το προηγούμενο έτος ενισχύοντας τη θέση του ως βασικό αγροδιατροφικό εξαγώγιμο προϊόν (3,6% του συνόλου).
Το ίδιο ισχύει και για τα φρέσκα φρούτα και καρπούς, που ενισχύθηκαν κατά 27,9% σε σχέση με το 2023, ενώ οι ελληνικές εξαγωγές σε λαχανικά σε κονσέρβα ή διατηρημένα αλλιώς, αυξήθηκαν κατά 10,7%.