Ανάλυση: Στο 1,5% του ΑΕΠ οι ελληνικές εξαγωγές προς τη Γαλλία
Στο 1,5% του ελληνικού ΑΕΠ διαμορφώθηκε το 2024 η συνολική έκθεση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών της χώρας μας προς τη Γαλλία, σύμφωνα με την ανάλυση της Eurobank.
Παρά την πολιτική αβεβαιότητα που επικρατεί το τελευταίο διάστημα στη γαλλική οικονομία, οι εμπορικές σχέσεις Ελλάδας – Γαλλίας παραμένουν ισχυρές, αφήνοντας ωστόσο περιθώρια για περαιτέρω ανάπτυξη.
Οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών προς τη Γαλλία
Όπως αναφέρει η ανάλυση, οι εξαγωγές εμπορευμάτων προς τη Γαλλία ανήλθαν σε €1,47 δισ. το 2024, ποσό που αντιστοιχεί στο 0,6% του ΑΕΠ. Οι τρεις βασικές κατηγορίες που καλύπτουν σχεδόν το 78% των εξαγωγών είναι:
- Χημικά προϊόντα (€408,1 εκατ.), κυρίως φαρμακευτικά,
 - Βιομηχανικά είδη κατά πρώτη ύλη (€387,3 εκατ.), με έμφαση στα μη σιδηρούχα μέταλλα,
 - Τρόφιμα και ζώα ζωντανά (€343,5 εκατ.), με σημαντικό μερίδιο σε γαλακτοκομικά, ψάρια και φρούτα.
 
Η Γαλλία κατατάσσεται έβδομη στην ΕΕ ως προορισμός για τα ελληνικά προϊόντα, με μερίδιο κοντά σε αυτό της Ισπανίας, αλλά χαμηλότερο από Ιταλία, Γερμανία, Κύπρο και Βουλγαρία. «Λόγω του μεγέθους της γαλλικής οικονομίας υπάρχουν δυνατότητες για αύξηση των ελληνικών εξαγωγών», όπως υπογραμμίζεται στην ανάλυση.
Οι εισαγωγές και το εμπορικό ισοζύγιο
Στον αντίποδα, οι εισαγωγές από τη Γαλλία ανήλθαν σε €3,97 δισ. ή 1,7% του ΑΕΠ, επιστρέφοντας στα προ κρίσης χρέους επίπεδα. Σύμφωνα με την ανάλυση, το μεγαλύτερο μερίδιο κατέχουν τα χημικά προϊόντα (€1,18 δισ.) και τα μηχανήματα/υλικό μεταφορών (€1,05 δισ.), ενώ ακολουθούν τρόφιμα (€689,5 εκατ.), διάφορα βιομηχανικά είδη (€519,4 εκατ.) και βιομηχανικά είδη κατά πρώτη ύλη (€329,6 εκατ.).
Το εμπορικό ισοζύγιο Ελλάδας – Γαλλίας παραμένει ελλειμματικό, με το έλλειμμα να φτάνει τα €2,5 δισ. (-1,1% του ΑΕΠ). Οι μεγαλύτερες αρνητικές διαφορές καταγράφονται σε μηχανήματα, χημικά, τρόφιμα και βιομηχανικά προϊόντα.
Ο ρόλος των υπηρεσιών
Ιδιαίτερη βαρύτητα έχει το ισοζύγιο υπηρεσιών, όπου η Ελλάδα εμφανίζει σημαντικό πλεόνασμα. Οι εξαγωγές υπηρεσιών ανήλθαν σε €2,01 δισ. (0,8% του ΑΕΠ), εκ των οποίων €1,27 δισ. αφορούν ταξιδιωτικές εισπράξεις. Οι εισαγωγές υπηρεσιών από τη Γαλλία διαμορφώθηκαν στα €943 εκατ. (0,4% του ΑΕΠ), αφήνοντας καθαρό πλεόνασμα €1,07 δισ. ή 0,4% του ΑΕΠ.
Όπως καταλήγει η ανάλυση, οι ελληνογαλλικές οικονομικές σχέσεις χαρακτηρίζονται από έντονη εμπορική δραστηριότητα, με ισχυρή παρουσία στον τουρισμό και τη φαρμακοβιομηχανία. Ωστόσο, η ανισορροπία στο εμπόριο αγαθών παραμένει πρόκληση. Η διεύρυνση των εξαγωγών σε περισσότερους κλάδους θα μπορούσε να ενισχύσει τη θέση της Ελλάδας σε μια από τις μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρώπης.