Η γαλλική παγίδα στους ελληνικούς εξαγώγιμους διατροφικούς θησαυρούς
Να ενημερώνονται οι καταναλωτές για το τι αγοράζουν και τι βάζουν στο τραπέζι τους; Να είναι αυτές οι πληροφορίες απλές και κατανοητές; Η απάντηση προφανώς είναι «ναι» και στα δύο ερωτήματα, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι αυτές οι συνοπτικές πληροφορίες να μη διαστρεβλώνουν τελικά την πραγματικότητα.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. H Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μέσα από τον κανονισμό 1169/2011 και στο πλαίσιο της στρατηγικής «Farm to Fork», δηλαδή από το «χωράφι στο πιάτο», προβλέπει την ανάπτυξη και χρήση συστημάτων διατροφικής επισήμανσης εμπρόσθιας ετικέτας (FOPL) στις συσκευασίες των τροφίμων. Στόχος δεν είναι άλλος από το να βοηθήσει τους καταναλωτές να κάνουν πιο υγιεινές διατροφικές επιλογές. Και κάπως έτσι «γεννήθηκε» το Nutriscore.
Η παγίδα του Nutriscore
Από τα συστήματα FOPL που έχουν παρουσιαστεί μέχρι σήμερα, το NUTRISCORE, ένα σύστημα αξιολόγησης και κατηγοριοποίησης των τροφίμων που απεικονίζει την διατροφική τους αξία σε μια κλίμακα πέντε κατηγοριών, εμφανίζεται ως το επικρατέστερο σε χώρες της ΕΕ. Αναπτύχθηκε στην Γαλλία και από τον Οκτώβριο του 2017 ξεκίνησε η εφαρμογή του στην ευρωπαϊκή αγορά.
Όπως αναφέρει σε ειδικό του υπόμνημα το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο προς το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, η εφαρμογή των συστημάτων FOPL στα τρόφιμα είναι προαιρετική ακόμα και σήμερα, όμως η χρήση του NutriScore έχει ήδη εγκριθεί από ευρωπαϊκές χώρες και έχει υιοθετηθεί τόσο από μεγάλες ευρωπαϊκές αλυσίδες λιανικής όσο και από εταιρείες παραγωγής τροφίμων. Ακόμα και ελληνικά τρόφιμα εξάγονται σήμερα φέροντας επισήμανση NUTRISCORE, μετά από απαίτηση πελατολογίου.
Ποια είναι η παγίδα του Nutriscore; H απεικόνιση του πάνω στις ετικέτες τροφίμων χρησιμοποιεί πέντε χρωματικές και αντίστοιχες γραμματικές διαβαθμίσεις, (Α, Β, C, D, E) κατά την οποία στην κατηγορία «Α» (πράσινη) κατατάσσονται τα τρόφιμα με την υψηλότερη διατροφική αξία, ενώ αντίθετα στην κατηγορία «Ε» (κόκκινη) εκείνα με τη χαμηλότερη, σύμφωνα πάντα με την αξιολόγηση του συγκεκριμένου συστήματος. Αποτέλεσμα; Αυτό το υπεραπλουστευτικό σύστημα υποβαθμίζει βασικά προϊόντα της ελληνικής διατροφής, επειδή δεν αξιολογεί το σύνολο του ποιοτικού τους προφίλ και της διατροφικής τους αξίας, αλλά μόνο τα λιπαρά, τα σάκχαρα, τις πρωτεΐνες, το αλάτι και τις φυτικές ίνες. Κοινώς, βάζει για παράδειγμα στην ίδια κακή κατηγορία το… ελαιόλαδο, επειδή έχει απλώς πολλές θερμίδες, αγνοώντας παντελώς όλα τα υπόλοιπα θρεπτικά συστατικά!
Η παραπλάνηση των καταναλωτών
Στην ελληνική αγορά σήμερα η χρήση του Nutriscore είναι περιορισμένη. Ωστόσο, υπάρχουν ήδη ενδείξεις ότι κάποιες αλυσίδες super market τείνουν να θέτουν το ζήτημα της επιβολής του σε ελληνικές εταιρίες τροφίμων. Σύμφωνα με την ελληνική ομάδα «Πρωτοβουλία», που «τρέχει» υπό την «ομπρέλα» του ΒΕΑ, αυτό δεν αντίκειται γενικώς και αορίστως στην κοινοτική νομοθεσία, αλλά προσκρούει στους κανόνες, που απαγορεύουν την οποιαδήποτε πληροφορία, η οποία τελικά παραπλανά αντί να ενημερώνει τους καταναλωτές.
Οι κύριες αδυναμίες του NutriScore, όπως έχουν διατυπωθεί σε εθνικές και διεθνείς μελέτες φέρονται να είναι οι εξής:
- Οι κανόνες χρήσης του παραπλανούν τους καταναλωτές. Υπάρχουν άγνωστοι στους καταναλωτές κανόνες επιβολής, οι οποίοι εφαρμόζονται διαφορετικά ανάλογα με το προϊόν και το επιθυμητό αποτέλεσμα, παρέχοντας έτσι εσφαλμένες διατροφικές πληροφορίες, ενώ οι καταναλωτές θα πρέπει να υποστηρίζονται στις επιλογές τους με σαφείς και συνεπείς κανόνες
- Ειδικότερα, το NutriScore ενός προϊόντος μπορεί να υπολογιστεί μετά την παρασκευή του (ως προπαρασκευασμένο), με βάση τις μεθόδους παρασκευής που παρέχονται από τους κατασκευαστές ή πριν από την παρασκευή του (όπως πωλείται).
- Το Nutri-Score δεν λαμβάνει υπόψη τον βαθμό επεξεργασίας του προϊόντος. Αποτελέσματα μελετών δείχνουν ότι το Nutri-Score δεν αποδίδει αρνητική βαθμολογία σε εξαιρετικά επεξεργασμένα τρόφιμα, τα οποία είναι γνωστό ότι είναι επιβλαβή για την υγεία.
- Αγνοεί ορισμένες φυσικές ουσίες που είναι ευεργετικές για την υγεία, ενώ παραμελεί τα επιβλαβή συστατικά. Υπάρχουν ορισμένα θετικά στοιχεία που δεν λαμβάνονται υπόψιν, παρόλο που ο κανονισμός για την ενημέρωση των καταναλωτών για τα τρόφιμα (FIC) απαιτεί να λαμβάνονται υπόψη. Πρόκειται για φυσικές ουσίες που έχουν αναγνωριστεί ευρέως ως ευεργετικές για την ανθρώπινη υγεία (ακόρεστα λίπη, βιταμίνες, μέταλλα, πολυφαινολομεγα-3 λιπαρά οξέα κ.λπ.). Η αποτυχία να ληφθεί υπόψη η ποσότητα αυτών των θετικών θρεπτικών στοιχείων μπορεί να παραπλανήσει τους καταναλωτές, οι οποίοι μπορεί να μπουν στον πειρασμό να αγοράσουν προϊόντα με μικρό όφελος για την υγεία και να απορρίψουν άλλα. Από την άλλη πλευρά, το μοντέλο NutriScore δεν λαμβάνει υπόψη σημαντικές πληροφορίες, όπως η παρουσία επιβλαβών προσθέτων και χρωστικών και ενδοκρινικών διαταραχών.
Αυτό που τονίστηκε σε νέα σύσκεψη της «Πρωτοβουλίας» με το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, είναι ότι πέρα από τα ζητήματα παραπλάνησης των καταναλωτών, κινδυνεύουν να πληγούν σημαντικά εξαγώγιμα ελληνικά προϊόντα. Όπως επισημάνθηκε, τρόφιμα που αποτελούν βασικά συστατικά της μεσογειακής διατροφής –όπως το ελαιόλαδο, οι ελιές, τα τυριά ΠΟΠ και το μέλι – κινδυνεύουν να βαθμολογηθούν άδικα με χαμηλές ενδείξεις, αποδυναμώνοντας τη θέση τους στην αγορά και παραπλανώντας τον καταναλωτή.