Ανάπτυξη και προκλήσεις στην ελληνικό τουρισμό - Ο αντίκτυπος σε οικονομία και κοινωνία
Το πώς ο τουρισμός διαμορφώνει τα οικονομικά δεδομένα της χώρας και πώς επηρεάζει τις τοπικές κοινωνίες που καλούνται να τον υποδεχθούν και να τον διαχειριστούν συζήτησαν οι εκπρόσωποι του επιχειρηματικού και επενδυτικού κλάδου που συμμετείχαν στο πάνελ με θέμα «Ο αντίκτυπος του ελληνικού τουρισμού στην οικονομία και την κοινωνία».
Στη συζήτηση που αναπτύχθηκε στο πλαίσιο του συνεδρίου «REIMAGINE TOURISM 2025», που διοργάνωσε η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος και τη συντόνισε ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Θοδωρής Γεωργακόπουλος, συμμετείχαν οι Λεωνίδας Παπαϊωάννου, Pαrtner Government & public Sector RwC Greece, Νίκος Καραμούζης, πρόεδρος του Επενδυτικού Ταμείου SMERC και Δημήτρης Πολίτης, συνεργάτης του πρωθυπουργού σε θέματα επενδύσεων και μη εκτελεστικός πρόεδρος της ΕΤΑΔ.
Εναλλακτικοί προορισμοί
Ένα από τα πρώτα θέματα της συζήτησης αφορούσε τη σημασία ανάπτυξης των εναλλακτικών τουριστικών προορισμών. Ο κ. Παπαϊωάννου ανέφερε ότι η ανάπτυξη εναλλακτικών τουριστικών προορισμών δεν αποτελεί απειλή για τους υφιστάμενους δημοφιλείς τόπους. Όπως εξήγησε, η αύξηση της τουριστικής ζήτησης μετά το 2019 είναι τόσο μεγάλη που το σύστημα χρειάζεται περισσότερους πόλους έλξης για να μπορέσει να τη διαχειριστεί.
Οι επενδύσεις στους καθιερωμένους προορισμούς είναι απαραίτητες, ιδιαίτερα στις υποδομές, από τις μεταφορές μέχρι τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας. Ωστόσο, η ανάδειξη νέων περιοχών μπορεί να γίνει με χαμηλότερο κόστος και με σημαντικά οφέλη για τοπικές κοινωνίες που αναζητούν τρόπους ανάπτυξης.
«Οι τουρίστες αλλάζουν προτιμήσεις. Από τη διασκέδαση περνούν στην εξερεύνηση και στην αυθεντικότητα», σημείωσε. Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτή η στροφή ανοίγει παράθυρο ευκαιρίας για περιφέρειες που μέχρι σήμερα δεν είχαν αναπτυχθεί τουριστικά. Η τουριστική επιχειρηματικότητα, όπως είπε, μπορεί να μετατραπεί από εποχική δραστηριότητα σε μία επαγγελματική, σταθερή βάση 12 μηνών τον χρόνο. Η κοινωνική επίπτωση μίας τέτοιας μετάβασης θα ήταν τεράστια: Σταθερές δουλειές, ανάπτυξη υποδομών, και κυρίως διατήρηση της ζωής σε περιοχές που σήμερα κινδυνεύουν με ερημοποίηση.
Μία ιστορία διάσωσης 70 ξενοδοχείων
Στη συνέχεια, η συζήτηση πέρασε στην οικονομική διάσταση του ελληνικού τουρισμού. Ο κ. Καραμούζης παρουσίασε ένα από τα πιο φιλόδοξα έργα αναδιάρθρωσης προβληματικών ξενοδοχειακών μονάδων που έχει γίνει στην Ελλάδα.
«Εμείς αγοράσαμε τα δάνεια 70 ξενοδοχείων, συνολικής αξίας 250 εκατ. ευρώ, την ώρα που τα περισσότερα από αυτά κινδύνευαν με λουκέτο. Με συντονισμό, διαφάνεια και καθαρή στρατηγική, οι ιδιοκτήτες ενημερώθηκαν για όλες τις πιθανές λύσεις: Από επαναγορά του δανείου μέχρι εισροή νέων κεφαλαίων ή μακροχρόνιες ρυθμίσεις», τόνισε και πρόσθεσε πως «ούτε ένας πλειστηριασμός δεν έγινε». Το αποτέλεσμα ήταν να παραμείνουν ανοιχτά όλα τα ξενοδοχεία, διατηρώντας 2.000 θέσεις εργασίας και 2.700 δωμάτια σε λειτουργία, σε περιοχές που χωρίς αυτές τις μονάδες θα είχαν βιώσει ισχυρή κοινωνική και οικονομική αναταραχή.
Κατά τον κ. Καραμούζη, υπάρχουν σημαντικές ευκαιρίες για επενδυτές που θέλουν να τοποθετηθούν στον ελληνικό τουρισμό, ειδικά τώρα που ο κλάδος διαθέτει μία ανεπτυγμένη αγορά επενδυτικών κεφαλαίων άνω των 3,5 δισ. ευρώ.
Όχι στη μονοκαλλιέργεια του τουρισμού
Από την πλευρά του, ο κ. Πολίτης επεσήμανε ότι η συζήτηση για τον τουρισμό δεν πρέπει να απομονώνεται από τη συνολική πορεία της ελληνικής οικονομίας. Αν και ο τουρισμός εξακολουθεί να αποτελεί τον σημαντικότερο κλάδο, η Ελλάδα αναπτύσσεται με ταυτόχρονη ενίσχυση και άλλων τομέων, όπως η πρωτογενής παραγωγή και η καινοτομία.
Το κρίσιμο, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν είναι να γίνει η Ελλάδα μία μονοκαλλιέργεια τουρισμού, αλλά να διαμορφωθεί ένα ισορροπημένο μείγμα δραστηριοτήτων. Παράλληλα, οι νέοι προορισμοί ήδη αναπτύσσονται φυσικά, υποβοηθούμενοι από σημαντικές βελτιώσεις στο οδικό δίκτυο. Η προσβασιμότητα, όπως υποστήριξε, «άλλαξε το παιχνίδι». Οι περιοχές που ήταν μία ημέρα ταξίδι από την Αθήνα τώρα βρίσκονται σε απόσταση λίγων ωρών, δημιουργώντας νέα κοινωνικά ρεύματα: Οικογένειες που ταξιδεύουν όλον τον χρόνο, νέοι που εργάζονται απομακρυσμένα και επιλέγουν την ύπαιθρο, μικρές επιχειρήσεις που αναπτύσσονται πάνω σε αυτήν τη νέα κινητικότητα.
Ανθρώπινο δυναμικό
Όλοι οι ομιλητές συμφώνησαν ότι η μεγαλύτερη πρόκληση για το μέλλον του ελληνικού τουρισμού είναι η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού. Με προβλέψεις για 290.000 κενές θέσεις στην ΕΕ μέχρι το 2035, ο κλάδος απειλείται όχι μόνο οικονομικά αλλά και κοινωνικά.
Οι νέοι δεν στρέφονται ακόμη στις τουριστικές σπουδές με συστηματικό τρόπο. Η ελληνική κοινωνία εξακολουθεί να προτιμά παραδοσιακά πανεπιστημιακά επαγγέλματα, ενώ η επαγγελματική εκπαίδευση, που θα μπορούσε να καλύψει τα κενά δεξιοτήτων, παραμένει υποτιμημένη, όπως υπογραμμίστηκε στη συζήτηση.
Ο κ. Καραμούζης προσέγγισε το πρόβλημα από μία άλλη οπτική γωνία, τονίζοντας πως, με πληθυσμιακή μείωση περίπου 500.000 ανθρώπων κάθε 12 χρόνια, η Ελλάδα δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες της αγοράς εργασίας χωρίς στοχευμένη προσέλκυση ξένων εργαζομένων. «Δεν υπάρχει λύση εκ των ενόντων», ανέφερε, προβλέποντας ότι το πρόβλημα θα ενταθεί τα επόμενα χρόνια.
Ως εξίσου σημαντικό πρόβλημα αναδείχθηκε αυτό των υποδομών, από τα λιμάνια και τα αεροδρόμια μέχρι τις ακτοπλοϊκές συνδέσεις. Ο κ. Πολίτης σημείωσε πως, παρά την πρόοδο των τελευταίων ετών, η Ελλάδα δεν έχει καταφέρει να αναπτύξει επαρκείς τουριστικές υποδομές, ιδιαίτερα με συνεργατικά μοντέλα που εφαρμόζονται σε άλλες χώρες.
Πού οδηγεί ο τουρισμός την ελληνική κοινωνία;
Το πάνελ κατέληξε σε μία κοινή διαπίστωση: Ο ελληνικός τουρισμός βρίσκεται σε σημείο καμπής. Η οικονομική επίδρασή του είναι καθοριστική, αλλά για να μετατραπεί σε μόνιμο μοχλό κοινωνικής ευημερίας χρειάζονται: Σύγχρονες υποδομές, νέα επαγγελματική κουλτούρα, επενδύσεις σε ανθρώπινο δυναμικό, προσέλκυση εξειδικευμένων εργαζομένων και ανάπτυξη νέων προορισμών με σεβασμό στις τοπικές κοινωνίες.