Η μάχη της κατανάλωσης θα κρίνει την ύφεση

Φωτογραφία: Eurokinissi

«Το Σεπτέμβριο έχουμε καλύτερη εικόνα από τον Αύγουστο, τον Αύγουστο είχαμε καλλίτερη εικόνα από τον Ιούλιο και τον Ιούλιο καλύτερη από τον Ιούνιο» παρατηρεί αρμόδια πηγή, περιγράφοντας την τάση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, η οποία λίγο ως πολύ αντανακλά τη συνολική τάση στις λιανικές πωλήσεις.

Το γεγονός ότι τα φορολογικά έσοδα πήγαν μάλλον ανέλπιστα καλά τον Αύγουστο (μόλις 11 εκατ. ευρώ η υστέρηση από τον αρχικό στόχο και 400 εκατ. ευρώ πάνω από τον αναθεωρημένο στόχο), μπορεί να αποδοθεί κατά κύριο λόγο στη διπλή δόση φόρου εισοδήματος αλλά και στο ότι πολλοί- όσοι τουλάχιστον είχαν- προτίμησαν να πληρώσουν τα «παγωμένα» χρέη της καραντίνας αντί να περιμένουν. Δεν μπορεί, ωστόσο, να παραγνωρίσει κανείς το γεγονός ότι η κατανάλωση τον περασμένο μήνα ανέβηκε και λόγω της τουριστικής κίνησης, κάτι που αναμένεται ότι θα αποτυπωθεί στα αναλυτικά στοιχεία από το ΦΠΑ. Συμπέρασμα; Η κατανάλωση βοηθά τα κρατικά έσοδα, αλλά θα στηρίξει και το ΑΕΠ, σε μια χρονιά που το κάθε ευρώ θα έχει ειδικό βάρος.

Τα στοιχεία, που καταφτάνουν σε καθημερινή βάση στο ΓΛΚ από τις τράπεζες, δείχνουν αύξηση των ηλεκτρονικών πωλήσεων ως και 40% στα super markets, στα pet shops, στα μικρά καταστήματα τροφίμων, στα καταστήματα φυσικής ευεξίας, στα ηλεκτρονικά είδη ακόμα και στα αυτοκίνητα. Αυτό που δείχνει να προβληματίζει το οικονομικό επιτελείο, είναι η άλλη πλευρά του νομίσματος, η πτώση των ηλεκτρονικών πληρωμών, η οποία δεν περιορίζεται στους πλέον «ευαίσθητους» κλάδους, δηλαδή στον τουρισμό, στην εστίαση, στο χώρο του θεάματος και του αθλητισμού, αλλά και στο εμπόριο ρούχων και παπουτσιών.

Επί της ουσίας, αυτά τα στοιχεία «κουμπώνουν» με τις απολογιστικές έρευνες για το αποτύπωμα των φετινών θερινών εκπτώσεων, το οποίο δυστυχώς ήταν απογοητευτικό, αν λάβει κανείς υπόψιν ότι οι 8 στις 10 επιχειρήσεις είχαν μικρότερες πωλήσεις από πέρσι και το 50% από αυτές είδαν το τζίρο να πέφτει κατά τουλάχιστον 30%. Κοινή πεποίθηση, την οποία συμμερίζονται και στο οικονομικό επιτελείο, είναι ότι πέρα από την αρνητική ψυχολογία στους καταναλωτές, το σοκ στα εισοδήματα χιλιάδων πολιτών ήταν καθοριστικό. Ο συνδυασμός των δύο, θα μπορούσε να αποδεχθεί ολέθριος για τους επόμενους μήνες και κάπως έτσι φτάσαμε στα μέτρα στήριξης κι ελαφρύνσεων της Θεσσαλονίκης.


Σε μια χρονιά, όπου οι εξαγωγές έπεσαν θύμα των περιοριστικών μέτρων σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της υφηλίου και οι επενδύσεις «χάθηκαν» μέσα στη δίνη της αβεβαιότητας, η ιδιωτική κατανάλωση φαντάζει ως σωσίβια λέμβος για το ΑΕΠ, το οποίο σύμφωνα με τις επίσημες- και όχι ακόμα αναθεωρημένες- προβλέψεις, θα μειωθεί κατά 8%.

Σύμφωνα με ειδική μελέτη της Alpha Bank, η ιδιωτική κατανάλωση στη χώρα μας αντιστοιχεί -σύμφωνα με τα στοιχεία του δεύτερου τριμήνου του έτους- σε 71% του ΑΕΠ που αποτελεί το υψηλότερο ποσοστό μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ-27). Παράλληλα, η ετήσια μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης, το δεύτερο τρίμηνο του 2020, κατά τη διάρκεια του οποίου ήταν σε εφαρμογή τα μέτρα περιορισμού της οικονομικής δραστηριότητας εξαιτίας της πανδημίας, ήταν ίση με 11,6%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην ΕΕ-27 διαμορφώθηκε σε -15,1%.

Κατά τους αναλυτές της τράπεζας, η τόνωση της ιδιωτικής κατανάλωσης που αναμένεται να προκύψει βραχυπρόθεσμα, ως αποτέλεσμα των μέτρων ενίσχυσης της ρευστότητας των επιχειρήσεων και της απασχόλησης που έχει θέσει σε εφαρμογή η κυβέρνηση, εκτιμάται ότι θα μετριάσει την αναμενόμενη αρνητική μεταβολή του ΑΕΠ κατά το τρέχον έτος. Επιπλέον, η ενίσχυση της ιδιωτικής κατανάλωσης μπορεί να αντισταθμίσει, εν μέρει, την προβλεπόμενη πτώση των καθαρών εξαγωγών, οι οποίες εξαρτώνται σημαντικά από τις χαμηλές επιδόσεις του τουρισμού.

ΣΧΕΤΙΚΑ