Πιο νωρίς η φετινή «μέρα φορολογικής ελευθερίας»

EUROKINISSI/ ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΕΜΠΑΠΗΣ

Ευτυχώς στη συγκεκριμένη περίπτωση το ρητό που λέει “κάθε πέρσι και καλύτερα”, δεν έχει εφαρμογή. Αντιθέτως, τα στοιχεία δείχνουν ότι φέτος απελευθερωθήκαμε πιο νωρίς από τα δεσμά των φορολογικών μας υποχρεώσεων.

Η περιβόητη “μέρα φορολογικής ελευθερίας” φέτος επιτρέπει κάποια έστω συγκρατημένα χαμόγελα. Σύμφωνα με τη σχετική, ετήσια μελέτη του ΚΕΦιΜ, από τις προβλέψεις του Προϋπολογισμού για τα κρατικά έσοδα από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, προκύπτει ότι για το 2023 οι Έλληνες φορολογούμενοι έπρεπε να εργαστούν τις 171 από τις 365 μέρες του έτους, για να εκπληρώσουν τις οικονομικές υποχρεώσεις τους προς το κράτος. Αναλογικά δηλαδή, τελευταία ημέρα δουλειάς για την κάλυψη της ανάγκης πληρωμής φόρων και εισφορών φέτος, ήταν η 20η Ιουνίου.

Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Ότι απομένουν οι υπόλοιπες 194 ημέρες δουλειάς και ζωής, όπου δεν απαιτείται οι μισθοί να πηγαίνουν στο Κράτος. Όποιος ανατρέξει στα ιστορικά στοιχεία, θα διαπιστώσει ότι πλέον η Ελλάδα επιστρέφει στο 2011, όταν χρειαζόντουσαν 169 ημέρες δουλειάς για τις πληρωμές των φόρων. Αν συνυπολογιστεί το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης, τότε οι 178 ημέρες εργασίας για το Κράτος που προβλέπονται για το 2023, είναι η χαμηλότερη φορολογική επιβάρυνση από το 2007, όταν το αντίστοιχο μέγεθος ήταν 177 ημέρες.

Από το 2010 στο 2020 προστέθηκαν 25 επιπλέον ημέρες εργασίας για το Κράτος, μία αύξηση που είναι η δεύτερη μεγαλύτερη ανάμεσα σε 28 ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές οικονομίες κι αυτό προφανώς συνδέεται με την περιπέτεια των Μνημονίων, όταν οι άμεσοι φόροι πήραν “φωτιά”.

Υπάρχει φυσικά και η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος. Η φορολογική επιβάρυνση στη χώρα μας είναι υψηλότερη από το μέσο ευρωπαϊκό όρο αλλά καταγράφεται χαμηλή ανταποδοτικότητα των φόρων στη παροχή βασικών κοινωνικών υπηρεσιών όπως είναι η υγεία και η παιδεία. Σύμφωνα με έρευνα του ΟΟΣΑ η ικανοποίηση των Ελλήνων πολιτών από τις δημόσιες υπηρεσίες την εποχή της πανδημίας είναι από τις χαμηλότερες ανάμεσα στις αναπτυγμένες οικονομίες, ιδιαίτερα την στιγμή που η φορολογική επιβάρυνση στην Ελλάδα παρέμεινε υψηλή.

Πιο συγκεκριμένα, οι Έλληνες πολίτες είχαν το χαμηλότερο ποσοστό ικανοποίησης από τις υπηρεσίες του κράτους στο εκπαιδευτικό σύστημα (36%) ανάμεσα σε 35 αναπτυγμένες οικονομίες. Η ίδια δυσαρέσκεια επικρατεί και από την παροχή υπηρεσιών από το σύστημα υγείας, καθώς οι Έλληνες πολίτες είχαν το δεύτερο χαμηλότερο ποσοστό ικανοποίησης (38%) ανάμεσα σε 36 αναπτυγμένες οικονομίες, με την χειρότερη επίδοση να καταγράφεται στην Πολωνία.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις του Προγράμματος Σταθερότητας, τα συνολικά έσοδα από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές το 2023 αναμένεται να ανέλθουν στα €86,8 δις, τα οποία κατανέμονται ως εξής:

  • €37,4 δις από έμμεσους φόρους (το 43,1% των συνολικών εσόδων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές), 
  • €21,3 δις από άμεσους φόρους (το 24,5% των συνολικών εσόδων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές), 
  • €27,9 δις από ασφαλιστικές εισφορές (το 32,1% των συνολικών εσόδων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές), και 
  • €222 εκ. από φόρους επί του κεφαλαίου (το 0,3% των συνολικών εσόδων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές). 
ΣΧΕΤΙΚΑ