«Οσμή» φοροδιαφυγής από τα στοιχεία της Eurostat για την κατανάλωση

EUROKINISSI/ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ

Τι είχε πει πριν από μερικούς μήνες ο Διοικητής της ΤτΕ, προκαλώντας αίσθηση; Ότι ενώ καταναλώνουμε γύρω στα 140 δισ ευρώ κάθε χρόνο, τα εισοδήματα που δηλώνουμε στην εφορία είναι περίπου 80 δισ ευρώ. Πού πήγαν τα υπόλοιπα;

Η επισήμανση αυτή, τουλάχιστον για όσους δεν παρακολουθούν τους οικονομικούς δείκτες, έδωσε το έναυσμα για μια μεγάλη συζήτηση περί “γκρίζας” οικονομίας και φοροδιαφυγής, η οποία με μάλλον συντηρητικούς υπολογισμούς φτάνει στα 10 δισ ευρώ ετησίως. Τα νέα στοιχεία της Eurostat για τις καταναλωτικές δαπάνες ανά την Ευρώπη και φυσικά για την Ελλάδα, έρχονται για να ενισχύσουν τη βαριά “οσμή” φοροδιαφυγής που πλανάται πάνω από τη χώρα.

Ξεκινώντας από τη γενική εικόνα, το 2019 οι καταναλωτικές δαπάνες των Ελλήνων ήταν 139 δισ ευρώ. Το 2020, ελέω πανδημίας, οι δαπάνες έπεσαν στα 116,5 δισ ευρώ, το 2021 ανέβηκαν στα 130 δισ ευρώ και το 2022 “εκτοξεύθηκαν” στα 154,1 δισ ευρώ! Θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι αυτή η διαφορά των περίπου 24 δισ ευρώ αντιστοιχεί στη διαφορά 2019- 2020 κι ότι εν πάση περιπτώσει “καλύπτεται” από τη σώρευση καταθέσεων την περίοδο της πανδημίας. Το πρόβλημα είναι αλλού: στο άνοιγμα της “ψαλίδας” με τα δηλωθέντα εισοδήματα.

Τα εισοδήματα του 2019, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, όπως τουλάχιστον δηλώθηκαν στην εφορία ήταν 78,4 δισ ευρώ κι αυτό συνεπάγεται μια διαφορά 60,6 δισ ευρώ, δηλαδή όσο αυτή που περιέγραψε ο Γ. Στουρνάρας. Τα εισοδήματα που δηλώθηκαν πέρσι στην εφορία ήταν 84,2 δισ ευρώ κι αυτό σημαίνει πολύ απλά ότι η “ψαλίδα” με τις δαπάνες άνοιξε σχεδόν στα 70 δισ ευρώ.

Και για να μην σπεύσει κανείς να υποστηρίξει ότι η ακρίβεια και η ενεργειακή κρίση υποχρέωσαν τους Έλληνες να ξοδέψουν περισσότερα, μια ματιά στην ανάλυση των καταναλωτικών δαπανών δείχνει ότι η μεγαλύτερη αύξηση δεν αφορά στα τρόφιμα ή στη στέγαση, αλλά σε πεδία “πολυτελείας”, όπου το “μαύρο” χρήμα σαφώς “περνάει” πιο εύκολα.

Οι δαπάνες στέγασης, παρά το ότι παραμένουν οι μεγαλύτερες, αυξήθηκαν κατά περίπου 2,3 δισ ευρώ, ενώ οι δαπάνες για είδη διατροφής, οι οποίες ακολουθούν, αυξήθηκαν κατά 1,9 δισ ευρώ. Που καταγράφηκε η μεγαλύτερη αύξηση; Σε εστιατόρια και ξενοδοχεία και μάλιστα κατά 7,1 δισ ευρώ, ενώ γύρω στα 4,9 δισ ευρώ αυξήθηκαν οι δαπάνες για μεταφορές. Ασχολίαστο το ότι δαπανήθηκε άνω του 1 δισ ευρώ σε υπηρεσίες σεξ (πορνεία).

Το μόνο σίγουρο είναι ότι η φοροδιαφυγή έχει πολλές εκφάνσεις και εκφράσεις. Κι επειδή, πλέον, οι ελεγκτικές υπηρεσίες είναι πιο υποψιασμένες, άρχισαν να... σκαλίζουν τους φακέλους με τους “κατοίκους εξωτερικού”, οι οποίοι ως γνωστόν έχουν διαφορετική φορολογική αντιμετώπιση.

Οι κάτοικοι εξωτερικού υποχρεούνται μόνο στη δήλωση του πραγματικού εισοδήματος που λαμβάνουν από την Ελλάδα και όχι του παγκόσμιου εισοδήματος τους. Τι ερευνούν οι υπηρεσίες; Αν τηρούνται οι προϋποθέσεις, για να χαρακτηριστεί κανείς φορολογικός κάτοικος εξωτερικού:

  1. Να κατοικεί ο φορολογούμενος επί 183 ημέρες στο εξωτερικό. 
  2. Να είναι σε θέση να το αποδείξει με προσκόμιση των κατάλληλων δικαιολογητικών. 
  3. Να αναθέσει την φορολογική εκπροσώπηση του σε κάποιο πρόσωπο εμπιστοσύνης, δηλαδή φορολογικό εκπρόσωπο. 

Ποιο είναι το επιπλέον κίνητρο για τους “μαϊμού” κατοίκους εξωτερικού; Απαλλάσσονται από τα τεκμήρια διαβίωσης για τα περιουσιακά στοιχεία που έχουν στην Ελλάδα, ενώ δεν εφαρμόζονται τα τεκμήρια απόκτησης περιουσιακών στοιχείων (ακινήτων, οχημάτων κ.λπ.), υπό την προϋπόθεση ότι δεν αποκτούν πραγματικό εισόδημα στη χώρα μας.

ΣΧΕΤΙΚΑ