Με στόχο τα 23 δισ. ευρώ η φετινή τουριστική χρονιά!

Φωτογραφία: Shutterstock

Ψηλά στις προτιμήσεις η Ελλάδα και φέτος - «Κλειδί» το άνοιγμα της Κίνας

«Κάθε… φέτος και καλύτερα» λένε παράγοντες του τουρισμού, που δεν κρύβουν την ικανοποίηση τους από το γεγονός ότι σε μια δύσκολη -λόγω ακρίβειας- χρονιά, η Ελλάδα όχι ξεπέρασε αλλά διέλυσε το ρεκόρ εισπράξεων του 2019.

Πέρυσι, τέτοιο καιρό, ήταν πολλοί εκείνοι που εκτιμούσαν ότι θα τρίβουμε τα μάτια μας στο τέλος της σεζόν, καθώς αφενός η μεγάλη ζήτηση αφετέρου το «άπλωμα» της σεζόν μέσα στο φθινόπωρο, θα φέρουν πολύ χρήμα στα ταμεία των επιχειρήσεων αλλά και στον Κρατικό Προϋπολογισμό.

Αν και στο ΥΠΕΘΟ υιοθέτησαν αρχικά μια συντηρητική προσέγγιση, «χτίζοντας» τις προβλέψεις για το ΑΕΠ και τα φορολογικά έσοδα στην παραδοχή ότι οι τουριστικές εισπράξεις θα είναι περίπου 18-19 δισ. ευρώ, η εξέλιξη έφερε πολλά χαμόγελα.

Αν και ομολογουμένως η «πίτα» δεν μοιράστηκε με τον ίδιο τρόπο παντού, η ουσία είναι ότι το 2023 «έφυγε» με εισπράξεις γύρω στα 20,5 δισ. ευρώ. Όσο για τη χρονιά, που μόλις ξεκίνησε, οι προοπτικές δείχνουν ότι το κοντέρ μπορεί να γράψει 23 δισ. ευρώ.

Η ανάλυση των πτήσεων του 2023 από το Eurocontrol αν μη τι άλλο επιβεβαιώνει το θρίαμβο του ελληνικού τουρισμού. Η Ελλάδα δεν τερμάτισε μόνο μέσα στην πρώτη δεκάδα των χωρών, με τα μεγαλύτερο ημερήσιο μέσο αριθμών πτήσεων, αλλά κατάφερε να αυξήσει τις πτήσεις κατά 9% σε σύγκριση με το 2019. Μέσα σε αυτήν την πρώτη δεκάδα, μόνο η Τουρκία κατάφερε κάτι ανάλογο (+8%), αλλά δεν πρέπει να λησμονεί κανείς την τρελή υποτίμηση της τουρκικής λίρας, που λειτούργησε ως κράχτης.

Τα δεδομένα δείχνουν ότι το 2024 ο παγκόσμιος τουρισμός θα ανακάμψει πλήρως μετά το σοκ της πανδημίας κι αυτό σημαίνει η Ελλάδα πρέπει να ριχτεί στη μάχη από… χθες, έτσι ώστε να διεκδικήσει ακόμα μεγαλύτερο μερίδιο της πίτας. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού, οι αρχικές εκτιμήσεις δείχνουν ότι πάμε παγκοσμίως σε αύξηση του τουρισμού κατά 2% σε σχέση με το 2019.

«Πρωταθλητισμός»

Η αλήθεια είναι ότι σε αντίθεση με όσα συνέβαιναν στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, ο εγχώριος τουριστικός κλάδος είναι καλύτερα προετοιμασμένος, ο σχεδιασμός καταστρώνεται από την προηγούμενη σεζόν κι αυτό είναι κάτι που ήδη αποτυπώνεται σε έρευνες, εκθέσεις και διεθνή ειδικά έντυπα. Συνθέτοντας το παζλ της υψηλής ζήτησης που έχει η Ελλάδα και της δυναμικής που αναπτύσσεται, το Greek Hotelier σκιαγραφεί τις αγορές όπου το εγχώριο τουριστικό προϊόν κάνει… πρωταθλητισμό:

  • οι Βρετανοί «ψηφίζουν» σταθερά Ελλάδα όταν πρόκειται για τις επόμενες διακοπές τους, γεγονός που επιβεβαιώνουν -γι’ ακόμα μια φορά- τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Google. Το πιο δημοφιλές ελληνικό νησί για τους Βρετανούς είναι η Ρόδος και ακολουθεί η Σικελία στη γειτονική Ιταλία
  • το κοινό της βραβευμένης Ολλανδικής ταξιδιωτικής ιστοσελίδας Griekenland.net ψήφισε στις τρεις πρώτες θέσεις της κατάταξης, την Κρήτη, τη Σάμο και την Κέρκυρα με ποσοστά 16%, 10% και 10% αντίστοιχα, με βάση την πρόθεση για ταξίδια στην Ελλάδα τη νέα σεζόν. Ακολουθούν η Ζάκυνθος, η Κεφαλονιά, η Κως, η Λευκάδα, η Πελοπόννησος, η Λέσβος και η Κάρπαθος
  • η Ελλάδα αναδείχθηκε στη Νορβηγία ως ο καλύτερος Τουριστικός Προορισμός για το 2024 για δεύτερη χρονιά, καθώς την ίδια διάκριση κατέκτησε η χώρα μας και για το 2023.

Κλαδικοί φορείς σημειώνουν, ωστόσο, ότι το μεγάλο στοίχημα είναι η αγορά της Ασίας και ειδικά της Κίνας, που όλα δείχνουν ότι θα ανοίξει μετά τους δρακόντειους περιορισμούς της πανδημίας. Αν και άπαντες είναι συγκρατημένοι, χαρακτηρίζεται ως λογική η προσδοκία για 200 χιλιάδες επισκέπτες από τη χώρα του Δράκου. Το «κλειδί» είναι η δεύτερη απευθείας πτήση- αυτήν τη φορά από τη Σαγκάη μετά το Πεκίνο- προς τη χώρα μας, η οποία προφανώς και αλλάζει τα δεδομένα.

Φυσικά δεν είναι όλα ρόδινα. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού, οι οικονομικοί και γεωπολιτικοί αντίθετοι άνεμοι εξακολουθούν να αποτελούν σημαντικές προκλήσεις για τη βιώσιμη ανάκαμψη του διεθνούς τουρισμού και τα επίπεδα εμπιστοσύνης. Ο συνεχιζόμενος πληθωρισμός, τα υψηλά επιτόκια, οι ασταθείς τιμές του πετρελαίου και οι διαταραχές στο εμπόριο μπορούν να συνεχίσουν να επηρεάζουν το κόστος μεταφοράς και διαμονής το 2024.

ΣΧΕΤΙΚΑ